Για απάτη που σχετίζεται με αγορές χρηματοοικονομικών παραγώγων κατηγορείται από Ιταλούς εισαγγελείς ο πρώην πρόεδρος της τράπεζας Monte dei Paschi dei Siena (MPS) Tζουσέπε Μούσαρι και ο πρώην διευθυντής του χρηματιστικού τομέα της, Τζανλούκα Μπαλντασάρι, όπως αναφέρει σήμερα ο ιταλικός Τύπος.
Σύμφωνα με αναλυτές, η αγορά των αξιόγραφων αυτών υψηλού κινδύνου αποφασίσθηκε σε μια προσπάθεια να καλυφθούν οι οικονομικές ζημίες που οφείλονταν στην εξαγορά της τράπεζας Antonveneta, για την οποία η Μόντε Πάσκι είχε καταβάλλει 9 δισεκατομμύρια ευρώ το 2007.
Oι εφημερίδες Κοριέρε Ντέλα Σέρα και Λα Ρεπούμπλικα αναφέρουν ότι οι μέτοχοι της τράπεζας και η Τράπεζα της Ιταλίας δεν πληροφορήθηκαν – ως όφειλαν – σχετικά με την αγορά των παραγώγων, το ακριβές ύψος των οποίων δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί.
Η συμφωνία που είχε υπογραφεί το 2009 με την ιαπωνική τράπεζα Nomura για την αγορά ομολόγων υψηλού κινδύνου δεν καταγράφηκε ποτέ στα βιβλία της MPS.
Έγγραφα που σχετίζονται με την υπόθεση βρέθηκαν σε θυρίδα ασφαλείας της τράπεζας από τον νέο της πρόεδρο, Αλεσάντρο Προφούμο.
Μένει να εξακριβωθεί το μέγεθος της οικονομικής ζημίας που προκλήθηκε από την αγορά των περίπλοκων αυτών χρηματοοικονομικών προϊόντων και το αν θα μπορέσει να αποφευχθεί η κρατικοποίηση της τράπεζας.
Ενδεχόμενο το οποίο έθιξαν πολλά στελέχη της κεντροαριστερής συμμαχίας, καθώς το θέμα έρχεται στην επιφάνεια εν μέσω της προεκλογικής εκστρατείας.
Ο υπηρεσιακός υπουργός Οικονομικών Βιτόριο Γκρίλι , επιμένει, πάντως, εν όψει της συζήτησης που θα γίνει για το θέμα στη Βουλή, ότι «η στάση της κυβέρνησης Μόντι ήταν απόλυτα συνεπής και διαφανής».
«Δεν είμαστε εμείς οι φίλοι των τραπεζών. Καταθέσαμε άλλωστε σειρά προτάσεων για την αύξηση της διαφάνειας στην διαχείρισή τους», δήλωσε από την πλευρά ο υποψήφιος πρωθυπουργός της κεντροαριστεράς, Πιερλουίτζι Μπερσάνι.
Ο Μπερσάνι επέμεινε ότι το Δημοκρατικό Κόμμα (PD), του οποίου ηγείται, πρόκειται να «αντικρούσει με αποφασιστικότητα κάθε προσπάθεια υστερόβουλης πολιτικής εκμετάλλευσης της υπόθεσης».
Μέρος του ιταλικού Τύπου υπογραμμίζει, όμως, παράλληλα, ότι το PD είχε ανέκαθεν πολιτικά ερείσματα στην περιφέρεια της Τοσκάνης – όπου εδρεύει η τράπεζα – και επηρέαζε επί σειρά ετών την σύνθεση του Ιδρύματος MPS, που κατέχει πάνω από το 33,5 % των μετοχών του τραπεζικού ιδρύματος της Σιένα, που είναι το παλαιότερο διεθνώς.