Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ συνεδρίασε χθες Πέμπτη κεκλεισμένων των θυρών για να εξετάσει την κατάσταση στη Λιβύη, χωρίς όμως να συμφωνήσει να δημοσιοποιηθεί μια σαφής ανακοίνωση που θα ζητούσε την άμεση κατάπαυση του πυρός ανάμεσα στα αντιμαχόμενα μέρη, καθώς τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ρωσία πρόβαλαν αντίσταση στο σχέδιο απόφασης που καταρτίστηκε από το Ηνωμένο Βασίλειο, ανέφεραν διπλωμάτες. Οι δύο χώρες εναντιώθηκαν στην πρόταση να δημοσιοποιηθεί ανακοίνωση του ΣΑ, κατά τις ίδιες πηγές.
Η διαπραγμάτευση για το περιεχόμενο αυτού του κειμένου απέβη άκαρπη, σημείωσε μία διπλωματική πηγή.
Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης, που συγκάλεσε η γερμανική προεδρία, ήταν να ενημερωθεί το Συμβούλιο Ασφαλείας για την κατάσταση «επί του πεδίου από τον ειδικό επιτετραμμένο του ΟΗΕ Γασάν Σαλάμε», ανέφερε ο γερμανός πρεσβευτής Κριστόφ Χόισγκεν.
Ο ειδικός απεσταλμένος υπογράμμισε στους μόνιμους αντιπροσώπους των 15 κρατών μελών πως είναι «πολύ ανήσυχος» για τον κίνδυνο ανάφλεξης τις αμέσως προσεχείς ημέρες, σύμφωνα με διπλωματική πηγή. «Οι στρατιωτικές δυνάμεις πλησιάζουν κατοικημένες περιοχές» και «υπάρχουν μαρτυρίες σύμφωνα με τις οποίες καταφθάνουν ενισχύσεις και στις δύο πλευρές», σημείωσε άλλη διπλωματική πηγή.
Ο Σαλάμε εξάλλου ζήτησε από το Συμβούλιο Ασφαλείας να υιοθετήσει σθεναρή θέση ως προς την απαρέγκλιτη εφαρμογή του εμπάργκο όπλων στη Λιβύη, είπαν πολλές πηγές.
«Η ανθρωπιστική κατάσταση γίνεται ολοένα πιο δύσκολη στην περιφέρεια της Τρίπολης», σημείωσε ακόμη ο επιτετραμμένος, σύμφωνα με διπλωμάτες.
Την 4η Απριλίου ο ισχυρός άνδρας της ανατολικής Λιβύης, ο στρατάρχης Χαλίφα Χάφταρ διέταξε τις δυνάμεις του να καταλάβουν την Τρίπολη, όπου εδρεύει η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας (ΚΕΕ), που αναγνωρίζεται από τη διεθνή κοινότητα και υποστηρίζεται από τον ΟΗΕ. Ο Χάφταρ θεωρείται πως έχει την υποστήριξη της Αιγύπτου, της Σαουδικής Αραβίας, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και της Ρωσίας, ενώ η κυβέρνηση του Φάγεζ ας Σάρατζ την υποστήριξη του Κατάρ και της Τουρκίας.
Ο Χόισγκεν, ο πρεσβευτής της Γερμανίας στα Ηνωμένα Έθνη, που προεδρεύει τον τρέχοντα μήνα στο ΣΑ, χαρακτήρισε απογοητευτικό το ότι δεν εγκρίθηκε το ψήφισμα που είχε καταρτιστεί από τη Βρετανία και επέμεινε πως ήθελε «μια σθεναρή ανακοίνωση» στην οποία «ενωμένο» το Συμβούλιο να πει «καθαρά ποιος ευθύνεται και τι πρέπει να γίνει».