«Εσείς οι Αλγερινοί και οι μουσουλμάνοι, μην φοβάστε τίποτα: αναζητούμε τους χριστιανούς που σκοτώνουν τα αδέλφια μας στο Μαλί και το Αφγανιστάν για να λεηλατήσουν τα πλούτη μας», έλεγαν στους ομήρους οι ένοπλοι ισλαμιστές που κατέλαβαν την περασμένη Τετάρτη τις εγκαταστάσεις παραγωγής φυσικού αερίου του Ιν Αμένας, επίθεση που κατέληξε σε μακελειό με περισσότερους από 55 νεκρούς.
Όσοι κατάφεραν να γλυτώσουν αφηγούνται ιστορίες που συγκλονίζουν. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες τους, οι στρατιώτες του τάγματος Υπογράφοντες με Αίμα, του ιστορικού ηγέτη της Αλ Κάιντα του Ισλαμικού Μαγκρέμπ (AQMI), Μοχτάρ Μπελμοχτάρ, φαίνεται ότι γνώριζαν καλά τα κατατόπια.
«Δεν πήγαν στις εγκαταστάσεις της αλγερινής GTP, ούτε σε εκείνες της ιταλικής Sarpi, που ήταν άδειες» αφηγήθηκε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Ριάντ, ένας Αλγερινός, πρώην όμηρος, που εργάζεται για την ιαπωνική εταιρεία JGC.
Οι ένοπλοι γνώριζαν το χώρο, ακόμη και τον αριθμό των δωματίων των αλλοδαπών εργαζομένων και επιτέθηκαν στις βάσεις της BP και της JGC, τις μοναδικές όπου υπήρχαν ξένοι την ημέρα της επίθεσης. Για τον Ριάντ, δεν χωρά καμιά αμφιβολία: «Είχαν συνενόχους στο εσωτερικό επειδή γνώριζαν τα δωμάτια των ξένων και όλες τις λεπτομέρειες για τη λειτουργία του χώρου», τόνισε.
«Ήταν καλά πληροφορημένοι», επιβεβαίωσε από την πλευρά του ο Αμπντελκάντερ, εργαζόμενος στη βρετανική BP. «Ήρθαν για να σκοτώσουν τους ξένους και να πιάσουν ομήρους τους υπόλοιπους», υποστήριξε.
«Όλοι μας τρομοκρατηθήκαμε όταν ακούσαμε τις ριπές, τα ξημερώματα της Τετάρτης», είπε ο Ριάντ, ακόμη σοκαρισμένος από όσα συνέβησαν. Ο ίδιος και οι Αλγερινοί συνάδελφοί του άκουσαν κατόπιν τους ενόπλους «να φτάνουν στα σπίτια των εργαζομένων και να κατευθύνονται στα δωμάτια των Ιαπώνων». Ένας τρομοκράτης φώναξε «open the door» με βορειοαμερικάνικη προφορά και κατόπιν πυροβόλησε. Δυο Ιάπωνες σκοτώθηκαν και αργότερα βρήκαμε άλλα τέσσερα πτώματα Ιαπώνων», είπε συντετριμμένος ο Ριάντ.
«Αργότερα καταλάβαμε ότι είχαν σκοτώσει τρεις Ιάπωνες συναδέλφους μας που προσπάθησαν να φύγουν από το λεωφορείο», το οποίο μετέφερε αλλοδαπούς εργαζόμενους στο τοπικό αεροδρόμιο, πρόσθεσε.
«Συνολικά, σκοτώθηκαν εννέα Ιάπωνες της JGC», είπε ο φίλος και συνάδελφός του, Μπραχίμ. Μάλιστα τον έναν από αυτούς οι Αλγερινοί εργαζόμενοι τον αποκαλούσαν χαϊδευτικά «άμι» (σ.σ. «θείος» στα αραβικά).
Οι εργαζόμενοι κατάφεραν να φωτογραφίσουν και να τραβήξουν βίντεο από την επίθεση. Σύμφωνα με το Γαλλικό Πρακτορείο, δημοσιογράφοι του οποίου είδαν τις φωτογραφίες με τα πτώματα πέντε Ιαπώνων, οι εικόνες είναι αποτροπιαστικές καθώς τα θύματα έχουν πυροβοληθεί στο κεφάλι. «Τους εκτέλεσαν άγρια» είπε, μ’ έναν κόμπο στη φωνή, ο Μπραχίμ.
Ο Αμπντελκάντερ αφηγήθηκε πώς έζησε ο ίδιος την αρχή της επίθεσης. «Ήμασταν στο φυλάκιο και αιφνιδιαστήκαμε όταν είδαμε να φτάνει ένα αυτοκίνητο. Πήγα να δω τι ήθελαν οι επιβαίνοντες σε αυτό. Ήταν ένα Toyota 105, με επτά άτομα μέσα. Έσπασε την πύλη της εισόδου και σταμάτησε», είπε. Βγαίνοντας από το αυτοκίνητο, ο ένας από τους δράστες «μας ζήτησε τα κινητά μας τηλέφωνα και διέταξε να μείνουμε ακίνητοι». Κατόπιν ο ένοπλος έκλεισε τις κάμερες ασφαλείας και διέταξε τους υπαλλήλους να πάνε με τους Αλγερινούς συναδέλφους τους.
«Μας έλεγαν: Εσείς οι Αλγερινοί και οι μουσουλμάνοι δεν έχετε να φοβάστε τίποτα, δεν μας ενδιαφέρετε», πρόσθεσε. «Δύο επιτιθέμενοι πήγαν στο φυλάκιο όπου βρίσκονται οι κάμερες. Πυροβόλησαν στο πόδι έναν από τους φύλακες και μετά μας οδήγησαν στο εργοστάσιο», συνέχισε ο 40χρονος Αλγερινός που τον άφησαν να φύγει όταν τους είπε ότι έχει τέσσερα παιδιά.
Ένας Ρουμάνος εργαζόμενος στις εγκαταστάσεις αφηγήθηκε ότι είδε τους ενόπλους να πυροβολούν τους φύλακες. «Οχυρώθηκα, μαζί με έναν άλλο συνάδελφο, σε ένα γραφείο, βάζοντας ένα έπιπλο πίσω από την πόρτα», εξήγησε.
Κάποιοι άλλοι κρύφτηκαν στις ψευδοροφές ή κάτω από το κρεβάτι τους, όπως ο Γάλλος Αλεξάντρ Μπερσό που έμεινε κρυμμένος επί 40 ώρες.
«Ήταν ένας απίστευτος εφιάλτης. Τρία λεπτά χώριζαν τη ζωή από το θάνατο. Αν ήμουν μεταξύ των ομήρων δεν θα βρισκόμουν σήμερα εδώ», είπε ένας άλλος Ρουμάνος, ο Λίβιου Φλόρια, ο οποίος επέστρεψε σήμερα στη χώρα του. «Αρχικά νόμιζα ότι ήταν άσκηση ετοιμότητας όμως γρήγορα αντιλήφθηκα ότι ήταν κάτι πολύ σοβαρό», κατέληξε.