Ασκήσεις επί χάρτου συνεχίζουν να κάνουν οι οικονομολόγοι με φόντο το Brexit και με πολλούς αστάθμητους παράγοντες, αφού και ο χρόνος και η μορφή της αποχώρησης της Βρετανίας από την ΕΕ δεν έχει μέχρι στιγμής ξεκαθαρίσει.
Μείον 9 μονάδες του ΑΕΠ, 57 δισεκατομμύρια ευρώ, 600.000 θέσεις απασχόλησης… Το διαζύγιο Βρετανίας – ΕΕ επίκειται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο και τα «κομπιουτεράκια» για το πόσο θα κοστίσει για τη μία και την άλλη πλευρά
Πρέπει να προβλεφθεί μία οικονομική καταστροφή, με βαριές συνέπειες για την απασχόληση; Ή μήπως το σοκ θα είναι πιο περιορισμένο, με χρονική κλιμάκωση; Τις τελευταίες εβδομάδες , πολλοί οργανισμοί έρευνας επιδίδονται στην άσκηση της αριθμητικής αποτίμησης, με αστρονομικά, ορισμένες φορές, αποτελέσματα.
Αύξηση δασμών, κρίση συναλλάγματος και μείωση παραγωγικότητας. Σε μελέτη που δημοσιεύθηκε στις 21 Μαρτίου, το ινστιτούτο Bertelsmann αποτίμησε σε 57,3 δισεκατομμύρια ευρώ το ετήσιο κόστος ενός «Brexit άνευ» συμφωνίας για το Ηνωμένο Βασίλειο και σε 40,4 δισεκατομμύρια το κόστος ενός τέτοιου διαζυγίου για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Μακροπρόθεσμα, ο λογαριασμός θα είναι ιδιαίτερα αλμυρός. Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το βρετανικό ΑΕΠ μπορεί να ακρωτηριασθεί κατά 6% σε σχέση με αυτό που θα ήταν χωρίς το Brexit . Σύμφωνα με το βρετανικό υπουργείο Οικονομικών, η απώλεια μπορεί να φθάσει μέχρι το 9% σε βάθος 15ετίας.
Στον τομέα της απασχόλησης, οι προοπτικές δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικές. Σύμφωνα με το γερμανικό ινστιτούτο IWH, 612.000 θέσεις εργασίας στον κόσμο θα απειληθούν σε περίπτωση «εξόδου άνευ». Και σύμφωνα με την S&P, στο Ηνωμένο Βασίλειο, η ανεργία θα εκτιναχθεί από το 4,1% στο 7,4%.
Ο ορυμαγδός αυτός των ανησυχητικών αριθμών πρέπει να αντιμετωπισθεί με προσοχή. «Υπάρχουν πολλές μορφές “εξόδου άνευ”, πράγμα που εξηγεί τη ποικιλία των εκτιμήσεων» τονίζει η Κατρίν Ματιέ, του ινστιτούτου OFCE. «Για να κατασκευάσουμε σενάρια, βασιζόμαστε σε υποθέσεις, που πρέπει να αντιμετωπίζονται με προσοχή».
Στο τέλος του 2018, η Τράπεζα της Αγγλίας αιφνιδίασε την βρετανική πολιτική τάξη και ορισμένους αναλυτές ανακοινώνοντας ότι, σε περίπτωση «διαζυγίου άνευ», θα υπάρξει πτώση κατά 8% του βρετανικού ΑΕΠ βραχυπρόθεσμα, που μεταφράζεται σε κόστος 180 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Το σενάριο αντικρούστηκε αμέσως από τους θιασώτες του Brexit που επικαλέσθηκαν τις καταστροφικές προβλέψεις που είχαν γίνει από διεθνείς οργανισμούς εν όψει του δημοψηφίσματος του 2016 και με βάση την πρόβλεψη θετικής για το Brexit ψήφου, όπως υπενθυμίζει το ΑΜΠΕ. Έκτοτε, η βρετανική οικονομία έδειξε σχετικές αντιστάσεις.
«Είμαι κατά του Brexit και δεν αμφιβάλλω ότι αυτό θα φτωχύνει την Μεγάλη Βρετανία», αλλά αυτή η εκτίμηση μοιάζει «εξαιρετικά υπερβολική» είχε εκτιμήσει ο οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν, επιφυλακτικός απέναντι στην εικαζόμενη απώλεια παραγωγικότητας σε περίπτωση Brexit, όπως υπενθυμίζει το ΑΜΠΕ.
Για την Κατρίν Ματιέ, «η Τράπεζα της Αγγλίας εκκινούσε τότε από την υπόθεση ενός χαώδους Brexit, δηλαδή χωρίς προετοιμασία». «Έκτοτε, έχουμε προετοιμαστεί για μία “έξοδο άνευ”, τόσο από βρετανικής όσο και από ευρωπαϊκής πλευράς, και αυτό το σενάριο έχει απομακρυνθεί».
«Είναι αδύνατον να προβλέψει κανείς τις ακριβείς οικονομικές επιπτώσεις μίας τόσο περίπλοκης αλλαγής, όσο το Brexit». «Αλλά, το γεγονός ότι θα είναι οικονομικά επώδυνο είναι σχεδόν πανθομολογούμενο» σύμφωνα με τον Τζος Ντε Λυόν, ερευνητή στο London School of Economics.
Οι προβλέψεις μπορούν να πέσουν έξω; Στην Γαλλία, το Institut National de Statistiques τηρεί επιφυλακτική στάση, δημοσιεύοντας εκτιμήσεις για τις επιπτώσεις που θα έχει ένα «σκληρό Brexit στις οικονομίες διαφόρων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Σύμφωνα με τις προβλέψεις αυτές, η Ιρλανδία θα πλήρωνε το βαρύτερο τίμημα λόγω της αύξησης των δασμών: μεσοπρόθεσμα, το ΑΕΠ της θα υποχωρούσε κατά 4,1%. Έπονται το Βέλγιο με -1,1%, η Ολλανδία με -1%, η Γερμανία με -0,9% και η Γαλλία με -0,6%.
Τα αποτελέσματα αυτά συνοδεύονται με αβεβαιότητα και δίνονται ενδεικτικά, εξήγησε το Insee. Η επιφυλακτικότητα είναι αναγκαία την στιγμή που το Ηνωμένο Βασίλειο ανακοίνωσε την κατάργηση των δασμών επί του 87% των εισαγωγών για έναν χρόνο σε περίπτωση «εξόδου άνευ».
«Πρέπει να θυμόμαστε ότι αυτοί οι αριθμοί παράγονται από μοντέλα που ενσωματώνουν υποθέσεις που δεν είναι πάντοτε ακριβείς», υπενθυμίζει η Κάρεν Ο’Ρουρκ, καθηγήτρια Οικονομικής Ιστορίας στην Οξφόρδη.
«Η πραγματικότητα είναι ότι δεν ξέρουμε τι θα συμβεί. Δεν είμαστε εξοπλισμένοι για να αποτυπώσουμε σε αριθμούς τις επιπτώσεις ενός τέτοιου γεγονότος», εξηγεί η Κατρίν Ματιέ. Ο Πολ Κρούγκμαν συμφωνεί: «Τι θα συμβεί με το Brexit;… Μόνο ο Θεός ξέρει και ίσως και αυτός έχει τις αμφιβολίες του», έγραψε στο blog του.