Μπούμερανγκ γύρισαν στον Ντόναλντ Τραμπ οι δηλώσεις να επεκτείνει τα σύνορα της Αμερικής στα χαρτιά ή στην πράξη, με το Μεξικό να απαντάει ότι θα μπορούσε να διεκδικήσει τις μισές ΗΠΑ.
Η πρόεδρος της χώρας Κλαούντια Σεϊνμπάουμ Πάρντο, κατά τη διάρκεια ομιλίας της, παρουσίασε έναν χάρτη με πρώην μεξικανικά εδάφη που πλέον ανήκουν στην Αμερική και είπε: «Γιατί δεν το λέμε Μεξικανική Αμερική; Ακούγεται ωραίο, έτσι δεν είναι;».
Η δήλωσή της, αν και παράλογη για ορισμένους, στην πραγματικότητα έχει βάσιμο λόγο, καθώς ο περίφημος αμερικανικός Νότος με τους καουμπόηδες, στην πραγματικότητα κατοικούνταν από Ισπανούς και ισπανόφωνους που εκδιώχθηκαν.
Συγκεκριμένα, το διάστημα 1846-1848 ξέσπασε πόλεμος ανάμεσα στις ΗΠΑ και το Μεξικό, με το τελευταίο να αποτελεί την τότε υπερδύναμη της Βορείου Αμερικής και τις Ηνωμένες Πολιτείες να μοιάζουν με τον «φτωχό συγγενή».
Το 1848 υπογράφηκε η Συνθήκη της Γουαδελούπης Χιντάλγκο, με τις ΗΠΑ να πληρώνουν 15 εκατομμύρια δολάρια (υπέρογκο ποσό για την εποχή) στο Μεξικό ως αποζημίωση για να λάβουν εδάφη που στη συνέχεια θα αποτελούσαν τις Πολιτείες Αριζόνα, Καλιφόρνια, Νέο Μεξικό, Νεβάδα, Γιούτα, Κολοράντο και Ουαϊόμινγκ.
Έκτοτε, ξεκίνησε ο συστηματικός διωγμός με νόμιμα ή παράνομα μέσα των Ισπανών και ισπανόφωνων κατοίκων, ενώ οι στρατιώτες που πολέμησαν έλαβαν τα πρώτα εδάφη ως πληρωμή. Μάλιστα, αυτά τα γεγονότα δημιούργησαν το προοίμιο του αμερικανικού εμφυλίου που θα ακολουθούσε ανάμεσα σε Βόρειους και Νότιους, με τους τελευταίους να παρουσιάζουν τους εαυτούς τους ως «τους αμερικανούς πατριώτες που επέκτειναν το κράτος, κατακτώντας εδάφη».
Στις παραπάνω Πολιτείες η κατάσταση σταθεροποιήθηκε σχεδόν μισό αιώνα αργότερα και κυρίως στην αρχή του Μεσοπολέμου, όταν το Μεξικό έπαψε να αποτελεί πραγματική απειλή για τις ΗΠΑ, καθώς μέχρι τότε στα υψηλά κρατικά κλιμάκια ελλόχευε ο φόβος εισβολής από τον Νότο.