Ένταλμα σύλληψης εναντίον της Σιμόν Γκμπαγκμπό, της πρώην πρώτης κυρίας της Ακτής Ελεφαντοστού, εξέδωσε το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, την οποία κατηγορεί για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που διαπράχθηκαν κατά τις βίαιες ταραχές που συγκλόνισαν τη χώρα μετά τις προεδρικές εκλογές του 2010.
Το ένταλμα εκδόθηκε στις 29 Φεβρουαρίου αλλά παρέμενε σφραγισμένο μέχρι σήμερα.
Η 63χρονη σύζυγος του πρώην προέδρου Λοράν Γκμπαγκμπό κατηγορείται για «δολοφονίες, βιασμούς, άλλες μορφές σεξουαλικής βίας, άλλες απάνθρωπες ενέργειες και διωγμούς», εγκλήματα που διαπράχθηκαν κατά το διάστημα από τις 16 Δεκεμβρίου 2010 μέχρι τις 12 Απριλίου 2011, διευκρίνισε το Δικαστήριο.
Η Σιμόν Γκμπαγκμπό έχει τεθεί υπό κράτηση στη χώρα της από τον Απρίλιο του 2011.
Ο Λοράν Γκμπαγκμπό, η άρνηση του οποίου να αποδεχτεί την ήττα του στις εκλογές του 2010 από τον Αλασάν Ουαταρά πυροδότησε ένα κύμα βίας στη χώρα, βρίσκεται ήδη στη Χάγη και κρατείται εν αναμονή της δίκης του για παρόμοια εγκλήματα.
«Η Σιμόν Γκμπαγκμπό ήταν παρούσα σε όλες τις συνεδριάσεις που οργανώθηκαν κατά την περίοδο αυτή. Μολονότι δεν ήταν αιρετή, υποκαθιστούσε τον σύζυγό της, ασκώντας εξουσία και λαμβάνοντας αποφάσεις» αναφέρεται στο ένταλμα σύλληψης που την κατηγορεί ότι συμμετείχε στον σχεδιασμό και την ενορχήστρωση της βίας.
Το ΔΠΔ ζητά να γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες προκειμένου να παραδοθεί η πρώην πρώτη κυρία στη Χάγη. Στη χώρα της η Σιμόν Γκμπαγκμπό κατηγορείται για γενοκτονία, οικονομικά αδικήματα και διάφορα άλλα εγκλήματα που σχετίζονται με την μετεκλογική κρίση του 2010-11. Το Κόμμα της, το Λαϊκό Μέτωπο της Ακτής Ελεφαντοστού (FPI), χαρακτήρισε «άδικο» το ένταλμα σύλληψης, «εξίσου άδικο με αυτό που επέτρεψε στο ΔΠΔ να φυλακίσει τον Λοράν Γκμπαγκμπό», όπως ανέφερε ο Ρίτσαρντ Κόντζο, ο γενικός γραμματέας του.