Η Μπαμέντα βρίσκεται στο βορειοδυτικό Καμερούν και είναι η πόλη με τον μεγαλύτερο αγγλόφωνο πληθυσμό στη χώρα.
Τους τελευταίους μήνες έχει μετατραπεί σε πεδίο μάχης ανάμεσα στις δυνάμεις της κυβέρνησης και τους αντάρτες που απαιτούν την ανεξαρτητοποίησή της. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει τα σπίτια τους τους τελευταίους μήνες αναζητώντας νέα στέγη σε γαλλόφωνες κυρίως πόλεις.
Οι διαμαρτυρίες για την αυξανόμενη χρήση της γαλλικής γλώσσας σε δικαστήρια και σχολεία στις αγγλόφωνες περιοχές στα βορειοδυτικά και νοτιοδυτικά της χώρας, εξελίχθηκαν σε βίαιες συγκρούσεις το 2017.
Η λήψη δραστικών μέτρων από τις δυνάμεις ασφαλείας οδήγησε κάποιους αγγλόφωνους πολίτες να στραφούν εναντίον της Κυβέρνησης της οποίας ηγείται ο γαλλόφωνος Πρόεδρος Paul Biya.
Στην ανταπόκρισή του στο BBC o Peter Tah μεταφέρει το κλίμα και την κατάσταση που επικρατεί στην Μπαμέντα.
«Η εικόνα τεσσάρων αγοριών που πυροβολήθηκαν από τα στρατεύματα μόλις 200 μέτρα από το σπίτι μου έχει μείνει χαραγμένη στο μυαλό μου. Ήταν συνηθισμένα αγόρια στη γειτονιά μου που για κακή τους τύχη τα έπιασαν να καπνίζουν μαριχουάνα, μια δραστηριότητα που οι δυνάμεις ασφαλείας συνδέουν με τους αυτονομιστές μαχητές», λέει χαρακτηριστικά.
Ο ήχος των πυροβολισμών και τα πτώματα στους δρόμους είναι πια σύνηθες φαινόμενο στην πόλη.
Ακόμα και οι έφηβοι βρίσκονται στο στόχαστρο των δυνάμεων ασφαλείας, ιδιαίτερα εκείνοι που δείχνουν ατημέλητοι ή έχουν μαλλιά ράστα, καθώς υπάρχει η υποψία ότι ήρθαν στην πόλη αφού πρώτα έλαβαν στρατιωτική εκπαίδευση στα δάση.
«Η λογική τους είναι ότι αν δεν είσαι καλοφτιαγμένος, συγκεντρώνεις μεγαλύτερες πιθανότητες να είσαι μαχητής», λέει.
Πολλοί γονείς μάλιστα εκλιπαρούν τους έφηβους γιους τους να μην φορούν κόκκινες μπαντάνες ή συνδυασμό κόκκινων και μαύρων ρούχων γιατί είναι πολύ πιθανό να θεωρηθούν ως αυτόνομοι πολεμιστές από τις δυνάμεις, γιατί «τα χρώματα συνδέονται με τους επαναστάτες».
Οπλισμένες ομάδες έχουν εμφανιστεί στην Μπαμέντα και τις γειτονικές πόλεις. Κάποιες από αυτές αποτελούνται από πολεμιστές που αγωνίζονται για την απόσχιση της πόλης, ενώ κάποιες άλλες είναι εγκληματικές συμμορίες.
Γίνονται, μάλιστα, πολλές απαγωγές μαθητών, πολιτικών και άλλων σημαντικών προσωπικοτήτων, χωρίς να είναι ξεκάθαρο ποιος κρύβεται πίσω από αυτές. Στις περισσότερες περιπτώσεις πάντως τα θύματα ελευθερώνονται μόλις καταβληθούν τα λύτρα.
Για το λόγο αυτό δεκάδες χιλιάδες παιδιά φοιτούν σε σχολεία που βρίσκονται σε πιο ασφαλείς πόλεις.
Οι επαναστάτες διέταξαν το κλείσιμο όλων των σχολείων έως ότου η Κυβέρνηση συμφωνήσει να διεξάγει δημοψήφισμα σχετικά με το αν οι κυρίως αγγλόφωνες περιοχές θα πρέπει να ανεξαρτητοποιηθούν.
«Ελάχιστα σχολεία έχουν μείνει ανοιχτά, αλλά η προσέλευση έχει μειωθεί δραματικά. Σε σχολεία που φοιτούσαν περίπου 8.000 μαθητές, τώρα υπάρχουν μόλις 700. Τα λίγα γενναία παιδιά που πηγαίνουν ακόμα σχολείο το κάνουν στα κρυφά. Δεν φορούν στολές και γυρνούν στους δρόμους σαν να πηγαίνουν βόλτα στην αγορά, πριν τρυπώσουν μέσα στις αίθουσες διδασκαλίας», λέει στο BBC o Peter Tah.
«Καμιά γειτονιά δεν είναι πλέον ασφαλής και δεν θυμάμαι πότε ήταν η τελευταία φορά που επισκέφθηκα τους φίλους μου. Είναι λες και είμαστε φυλακισμένοι. κάποιες φορές αναγκαζόμαστε να μείνουμε στο σπίτι για μέρες εξαιτίας του πολεμικού κλίματος που επικρατεί στους δρόμους. Είμαστε συνέχεια στην τσίτα», προσθέτει.
Η τοπική Κυβέρνηση έχει επιβάλλει απαγόρευση κυκλοφορίας που ξεκινά από τις 6 το απόγευμα και διαρκεί μέχρι τις 6 το πρωί, με στόχο να περιορίσει τις δραστηριότητες των επαναστατών που περιμένουν να βραδιάσει για να εξαπολύσουν τις επιθέσεις τους στις δυνάμεις ασφαλείας.
Για νυχτερινή ζωή, ούτε συζήτηση. Κάποια από τα πιο διάσημα κλαμπ της χώρας ολόκληρης που βρίσκονται στην πόλη, έκλεισαν ή έχουν μεταφερθεί σε άλλες, γαλλόφωνες πόλεις.
«Η ανασφάλεια είναι ακόμα μεγαλύτερη στο Κούμπο, τη μεγαλύτερη πόλη στα βορειοδυτικά μετά την Μπαμέντα. Η επικοινωνία των δύο πόλεων έχει κοπεί καθώς οι επαναστάτες κατέστρεψαν μια γέφυρα, ενώ γέμισαν τους δρόμους με κορμούς δέντρων και μεγάλες πέτρες», σημειώνει ο Peter Tah.
Υπάρχουν μέρες που η Μπαμέντα θυμίζει νεκρή πόλη. Αυτό συμβαίνει συνήθως τη Δευτέρα όπου δεν λειτουργεί τίποτα και δεν κυκλοφορούν οχήματα στους δρόμους.
Είναι κάτι που έχουν επιβάλλει οι αυτονομιστές. Πολλές εταιρείες για να καλύψουν την υποχρεωτική «αργία» της Δευτέρας, λειτουργούν κανονικά το Σάββατο, αν και μερικές φορές οι αυτονομιστές μπορεί να διατάξουν το κλείσιμο υπηρεσιών και καταστημάτων για μια ολόκληρη εβδομάδα.
Εκατοντάδες άνθρωποι -πολίτες, αυτονομιστές και στρατιώτες- έχουν σκοτωθεί, ενώ 436.000 έχουν μετακομίσει σε βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές της χώρας λόγω της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί, ενώ υπάρχουν φόβοι πως οι αριθμοί αυτοί θα αυξηθούν καθώς οι μάχες κλιμακώνονται.
«Εγώ προσωπικά βρίσκομαι υπό πίεση από την οικογένειά μου για να φύγω. Αν όχι για δικό μου καλό, για το καλό των παιδιών μου. Μέχρι στιγμής έχω αντισταθεί στην πίεση με την ελπίδα ότι η Κυβέρνηση και οι αποσχιστές θα προβούν σε συμφωνία ώστε να μπορέσουμε να επιστρέψουμε στην κανονικότητα», καταλήγει ο Peter Tah.