Οίνος ευφραίνει μεν καρδίαν ανθρώπου, αλλά για να το κάνει αυτό χρειάζεται και μια μικρή βοήθεια: τη δική μας…
Κι ενώ γνωρίζουμε για αρώματα, ποικιλίες, επίγευση, τανίνες, σώμα, την πατάμε σε κάτι πράγματα μικρά: στους μύθους που έχουν κατά καιρούς αναπτυχθεί και μας κρατάνε δέσμιους, εμποδίζοντάς μας να απολαύσουμε το κρασί χωρίς στερεύτυπα.
Τόσο η σωστή θερμοκρασία του κρασιού όσο και ο τρόπος αποθήκευσής του παίζουν κεφαλαιώδη ρόλο στο τελικό αποτέλεσμα.
Ώρα να ξεμπερδεύουμε λοιπόν με τις αγκυλώσεις του παρελθόντος…
Το λευκό κρασί πίνεται παγωμένο. Αλήθεια ή μύθος;
Μύθος! Το λευκό κρασί σερβίρεται στους 11-14 βαθμούς Κελσίου, γιατί όταν είναι κρύο, τα αρώματά του εξουδετερώνονται και τείνει να είναι άγευστο. Πρόκειται για ένα από τα συχνότερα λάθη, που φαίνεται όμως να είναι καλά ριζωμένο στις οινοφιλικές μας συνειδήσεις.
Το λευκό κρασί δεν πίνεται λοιπόν σε χαμηλές θερμοκρασίες και μάλιστα όσο καλύτερη είναι η ποιότητά του, τόσο πιο «ζεστό» πρέπει να είναι, ώστε να απελευθερώνει απλόχερα όλη την γκάμα των αρωμάτων του.
Ένα θερμόμετρο-δαχτυλίδι μπορεί να καθορίσει με ακρίβεια την ιδανική θερμοκρασία, αν ωστόσο βγάλουμε απλώς το λευκό κρασί από το ψυγείο 20 λεπτά προτού σερβιριστεί, θα είναι τόσο δροσερό όσο πρέπει.
Το κόκκινο κρασί πίνεται ζεστό. Αλήθεια ή μύθος;
Μύθος! Η ιδανική θερμοκρασία σερβιρίσματος του κόκκινου κρασιού είναι 15-18 βαθμοί Κελσίου. Αν είναι πιο ζεστό, τότε η γεύση και η οσμή του αλκοόλ γίνονται δυσάρεστα αισθητές. Τείνουμε να πίνουμε το κόκκινο κρασί σε θερμοκρασία δωματίου, η οποία συχνά σκαρφαλώνει πάνω από τους 20-21 βαθμούς, με αποτέλεσμα το αλκοόλ να «στραγγαλίζει» τη γεύση και την αρωματική πολυπλοκότητα του κόκκινου κρασιού.
Μη διστάζετε να ζητήσετε στο εστιατόριο μια σαμπανιέρα με πάγο και νερό για να εξισορροπήσετε τους βαθμούς του κόκκινου κρασιού, αν σας σερβιριστεί σε υψηλή «θερμοκρασία δωματίου».
Οι φιάλες με καπάκια προδίδουν «μάπα» κρασί. Αλήθεια ή μύθος;
Μύθος! Οι εποχές έχουν αλλάξει και ο φελλός δεν είναι πλέον σύμβολο υπεροχής. Τα βιδωτά καπάκια συγκαταλέγονται ανάμεσα στους εκλεκτούς τρόπους σφραγίσματος μιας φιάλης και χρησιμοποιούνται ακόμα και από τα παραδοσιακά οινοποιία του πλανήτη. Το βιδωτό καπάκι, σε αντίθεση με τον πορώδη φελλό, διασφαλίζει ένα πραγματικά αεροστεγές περιβάλλον για το κρασί, διατηρώντας το φρέσκο για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Επιπλέον, με το καπάκι ξενοιάζουμε από το ενδεχόμενο του μουχλιασμένου φελλού και την κακοσμία που αυτό συνεπάγεται για το περιεχόμενο του μπουκαλιού. Η πλειονότητα μάλιστα των σημερινών κρασιών είναι τέτοια που το σφράγισμα με καπάκι μοιάζει ιδανικό: φρέσκα, φρουτώδη κρασιά που είναι σχεδιασμένα να πίνονται όσο είναι ακόμα νέα. Όσο για τα πιο «γεμάτα» και περίπλοκα κρασιά, εδώ ο φελλός φαίνεται να είναι μονόδρομος, καθώς επωφελούνται από την αναπνοή όσο ωριμάζουν…
Οι μεγάλες φιάλες φανερώνουν φτηνιάρικες ετικέτες. Αλήθεια ή μύθος;
Μύθος βέβαια! Είναι ακριβώς τα ακριβά και premium κρασιά -συνήθως κόκκινα- που εμφιαλώνονται (και) σε μεγάλες φιάλες, καθώς η χρήση της μεγάλης συσκευασίας έχει να κάνει με την παλαίωση του κρασιού. Το κρασί ωριμάζει πιο ομαλά μέσα στο μεγάλο μπουκάλι, καθώς ο λόγος οξυγόνου και κρασιού είναι μικρότερος (λόγω της μεγαλύτερης ποσότητας του οίνου), οπότε και η διαδικασία της οξείδωσης είναι πιο αργή και η παλαίωση πιο ομοιόμορφη.
Η διπλή σε ποσότητα φιάλη λοιπόν, γνωστή ως «magnum» (1,5 λίτρο), ή το μπουκάλι των 3 λίτρων, επονομαζόμενο και «jeroboam», δεν είναι ακριβότερα από το κλασικό των 750ml μόνο λόγω περισσότερου περιεχομένου. Όσο αυξάνει βέβαια η χωρητικότητα του μπουκαλιού, δεν σημαίνει ότι βελτιώνεται και η ποιότητα του κρασιού∙ όταν μάλιστα φτάσουμε στις υπερβολικά μεγάλες φιάλες των 15 λίτρων (20 κλασικές φιάλες), με τα βιβλικά ονόματα και τις μυθικές διαστάσεις, ο λόγος είναι περισσότερο συλλεκτικός ή προορίζεται για να κλέψει τις εντυπώσεις.
Όταν λοιπόν η παρέα είναι μεγάλη, μη διστάσετε να αγοράσετε ένα magnum ή ένα jeroboam από τη Βουργουνδία ή το Μπορντό…
Το κρασί στον ασκό δεν πίνεται. Αλήθεια ή μύθος;
Μύθος! Όπως και με τα βιδωτά καπάκια -έναντι του φελλού-, που το στερεότυπο συντηρείται χάρη στις οινοφιλικές μας αγκυλώσεις, το ίδιο συμβαίνει και με τον ασκό. Όλο και περισσότερες όμως γνωστές φίρμες, όλο και ανώτερης ποιότητας κρασιά βρίσκουν τον δρόμο τους προς το κουτί. Ο λόγος προφανής: το φρέσκο κρασί διατηρείται καλύτερα στο αεροστεγές περιβάλλον του ασκού, ενώ η κάνουλα ασφαλείας εγγυάται τη μικρότερη δυνατή εισροή οξυγόνου στη συσκευασία.
Οι Αυστραλοί οινοποιοί έχουν ήδη αγκαλιάσει αυτό τον τρόπο συσκευασίας, ενώ θα βρούμε και ποικιλίες γνωστών οινοπαραγωγών σε ασκούς των 3 λίτρων. Ας έχουμε πάντως υπόψη ότι ασκοί μεγαλύτεροι των 3 λίτρων καλό είναι να αποφεύγονται…