Την επιβολή προστίμου ύψους 10.000 ευρώ, για να μην προχωρήσει διαφορετικά στην παύση του, αποφάσισε το Αυστριακό Δικηγορικό Επιμελητήριο, για ένα μέλος του, το οποίο, στη διάρκεια δίκης, ως συνήγορος ακροδεξιού κατηγορούμενου, είχε αρνηθεί την ύπαρξη θαλάμων αερίων στο γερμανοναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Μαουτχπάουζεν στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο συγκεκριμένος δικηγόρος ως αυτεπάγγελτα διορισμένος συνήγορος τον Μάρτιο του 2016, σε δίκη κατηγορούμενου για διάδοση μέσους μέσω του διαδικτύου στη βάση του Νόμου Ναζιστικής Δραστηριοποίησης, είχε αμφισβητήσει τις εξοντώσεις δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων στα κρεματόρια του Μαουτχάουζεν, ισχυριζόμενος πως ό,τι εμφανίστηκε κατόπιν εκεί ως θάλαμος αερίων είχε τοποθετηθεί αργότερα και πως είναι άγνωστο εάν υπήρξε ποτέ στο Μαουτχάουζεν ένας θάλαμος αερίων.
Η εισαγγελία της πόλης Βελς στο ομόσπονδο κρατίδιο της Άνω Αυστρίας, είχε διατάξει έρευνα κατά του δικηγόρου και προτίθετο να ασκήσει δίωξη εναντίον του, αλλά έπειτα από αίτημα του συμβουλίου εισαγγελέων την ανέστειλε. Το αιτιολογικό, σύμφωνα με τον ανταποκριτή του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων, ήταν πως ο δικηγόρος υπερέβη κάποια όρια, και στην προσπάθεια του να υπερασπιστεί τον κατηγορούμενο προέβη σε διατύπωση φράσεων που είναι ιστορικά λανθασμένες, ωστόσο δεν αρνήθηκε το Ολοκαύτωμα, που στην Αυστρία επισύρει ποινική δίωξη.
Το παράρτημα του Αυστριακού Δικηγορικού Επιμελητηρίου στην Άνω Αυστρία, ασκώντας πειθαρχική δίωξη κατά του δικηγόρου-μέλους του, για παράβαση επαγγελματικών υποχρεώσεων και προσβολή και ζημία της τιμής και του κύρους του επαγγέλματος, αποφάσισε την επιβολή χρηματικής «ποινής» 10.000 ευρώ, μη υιοθετώντας τελικά την άποψη ορισμένων μελών της διοίκησης που ζητούσαν την απαγόρευση άσκησης του επαγγέλματος από τον συγκεκριμένο δικηγόρο για ορισμένο χρονικό διάστημα.
Το στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Μαουτχάουζεν, έξω από το ομώνυμο χωριό 170 χιλιόμετρα δυτικά της Βιέννης, ιδρύθηκε από τους Γερμανούς ναζιστές τον Αύγουστο του 1938 αρχικά για να μεταφερθούν εκεί κρατούμενοι από το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου και μετά από το Άουσβιτς.
Μέχρι την απελευθέρωσή του από συμμαχικά στρατεύματα στις 5 Μαΐου 1945, πάνω από 206.000 κρατούμενοι από όλη την Ευρώπη, γνώρισαν στο Μαουτχάουζεν ό,τι πιο απάνθρωπο μπορεί να συλλάβει ο ανθρώπινος νους.
Για τους 122.797 από αυτούς – ανάμεσά τους και 3.700 Ελληνες – η απελευθέρωση ήλθε πολύ αργά, είχαν ήδη αφήσει στα κρεματόρια του Μαουτχάουζεν την τελευταία τους πνοή.
Μετά τον πόλεμο οι εγκαταστάσεις του ναζιστικού στρατοπέδου συγκέντρωσης μετατράπηκαν σε μουσείο και τόπο προσκυνήματος με μνημεία των χωρών που είχαν εκεί θύματά και κάθε χρόνο, στην επέτειο απελευθέρωσης, συρρέουν στο Μαουτχάουζεν, πολλές χιλιάδες προσκυνητές από τα πέρατα της Ευρώπης, αλλά και οι ελάχιστοι πλέον επιζήσαντες.
Το μνημειώδες έργο του, «Μαουτχάουζεν», ο κορυφαίος Ελληνας μουσικοσυνθέτης Μίκης Θεοδωράκης μελοποίησε το 1965 σε ποίηση του εκλιπόντα το 2011, μεγάλου θεατρικού συγγραφέα και ακαδημαϊκού Ιάκωβου Καμπανέλλη, ο οποίος υπήρξε για δυόμιση χρόνια κρατούμενος στο στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Μαουτχάουζεν.