Οι Ηνωμένες Πολιτείες επέβαλαν σήμερα νέες κυρώσεις σε βάρος πολλών ιρανικών και τουρκικών εταιρειών, καθώς και σε μεμονωμένα αεροσκάφη, σε μια ενέργεια που στοχοθετεί τέσσερις ιρανικές αεροπορικές εταιρείες.
Οι επιχειρήσεις στις οποίες επιβλήθηκαν κυρώσεις συνδέονται με τις αεροπορικές εταιρείες Mahan Air και Meraj Air, όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση που αναρτήθηκε στον ιστότοπο του υπουργείου Οικονομικών. Προστίθεται επίσης ότι στοχοθετούνται ορισμένα από τα αεροσκάφη τους, αλλά και αεροπλάνα που ανήκουν στις εταιρείες Caspian Airlines και Pouya Air.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση αυτή οι δύο πρώτες εταιρείες μετέφεραν όπλα, μαχητές και χρήματα στη Συρία και τον Λίβανο. Η Ουάσινγκτον απείλησε επίσης να επιβάλει κυρώσεις και σε όσους έδωσαν άδειες για την προσγείωση των αεροσκαφών τους ή παρείχαν υπηρεσίες στις εταιρείες αυτές.
«Οι παραπλανητικές πρακτικές που χρησιμοποιούν αυτές οι αεροπορικές εταιρείες για να αποκτήσουν παρανόμως υπηρεσίες και αμερικανικά αγαθά είναι άλλο ένα παράδειγμα της διπροσωπίας με την οποία λειτουργεί το ιρανικό καθεστώς» σημείωσε ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Στίβεν Μνούτσιν.
Ο υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο πάντως τόνισε ότι σε ό,τι αφορά το Ιράν, η αλλαγή του καθεστώτος δεν αποτελεί στόχο της Ουάσινγκτον. Ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας απάντησε μονολεκτικά «Όχι» όταν ρωτήθηκε, σε μια ακρόαση στη Γερουσία, αν οι ΗΠΑ επιδιώκουν την αλλαγή του καθεστώτος στην Τεχεράνη.
Σχεδόν ταυτόχρονα με την ανακοίνωση των νέων κυρώσεων, η Διεθνής Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας (IAEA) διαβεβαίωνε από τη Βιέννη ότι το Ιράν εξακολουθεί να τηρεί τη συμφωνία του 2015 για το πυρηνικό πρόγραμμά του. Στην έκθεσή της, την πρώτη μετά την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη συμφωνία, στις 8 Μαΐου, η ΙΑΕΑ σημειώνει ότι η Τεχεράνη σέβεται τους προβλεπόμενους περιορισμούς στις πυρηνικές εγκαταστάσεις της. Τηρεί επίσης τα όρια εντός των οποίων μπορεί να εμπλουτίζει ουράνιο, τον όγκο των αποθεμάτων του εμπλουτισμένου ουρανίου και άλλους όρους.
Η έκθεση αυτή δημοσιοποιείται σε μια χρονική περίοδο κατά την οποία η Γαλλία, η Βρετανία και η Γερμανία αγωνίζονται να διασώσουν τον πυρήνα της συμφωνίας που αφορούσε την άρση των κυρώσεων σε βάρος του Ιράν με αντάλλαγμα τον περιορισμό του πυρηνικού προγράμματος της Τεχεράνης. Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ θεωρεί ότι η συμφωνία έχει πολλές «ελλείψεις» γιατί δεν αντιμετωπίζει, επί παραδείγματι, το βαλλιστικό πρόγραμμα του Ιράν ή τον ρόλο που διαδραματίζει η χώρα στις περιφερειακές συγκρούσεις, όπως στη Συρία και την Υεμένη.
Ορισμένες δυτικές εταιρείες, όπως η γαλλική Total έχουν ήδη δηλώσει ότι μπορεί να αποσυρθούν από το Ιράν λόγω των αμερικανικών κυρώσεων. Υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι των άλλων χωρών που έχουν συνυπογράψει τη συμφωνία (Γαλλία, Βρετανία, Γερμανία, Ρωσία, Κίνα και Ιράν) θα συναντηθούν αύριο στη Βιέννη για να συζητήσουν τις επόμενες ενέργειές τους.