Novichok λέγεται η ουσία με την οποία δηλητηριάστηκε ο ρώσος πρώην κατάσκοπος, σύμφωνα με την αποκάλυψη που έκανε η βρετανίδα πρωθυπουργός Τερέζα Μέι. Με μια παρεμφερή ουσία με αυτή δολοφονήθηκε ο ελληνικής καταγωγής επιχειρηματίας Ιβάν Κιβελίδης και η γραμματέας του το 1995, αναφέρει δημοσίευμα της εφημερίδας Kommersant, που αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
«Ο κύριος Σκριπάλ και η κόρη του δηλητηριάσθηκαν από μια νευροπαραλυτική ουσία στρατιωτικής προέλευσης, που δημιουργήθηκε στη Ρωσία. Είναι γνωστή με την ονομασία Novichok», δήλωσε η Τερέζα Μέι κατά την ομιλία της στο βρετανικό κοινοβούλιο.
Οι δημιουργοί των νευροπαραλυτικών ουσιών της σειράς Novichok, οι οποίοι εργάζονταν στο Κρατικό Επιστημονικό-Ερευνητικό Ινστιτούτο Οργανικής Χημείας και Τεχνολογιών (ΚΕΕΙΟΧΤ), χαρακτήριζαν τις ουσίες ως το ισχυρότερο χημικό όπλο στον κόσμο. Η πλήρης σειρά δημιουργήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1980, ενώ το 1991, σύμφωνα με έναν από τους δημιουργούς της, στους αρμόδιους συντελεστές που είχαν την εποπτεία του προγράμματος οι οποίοι ήταν ενταγμένοι στο σοβιετικό υπουργείο Χημικής Βιομηχανίας για τη σειρά αυτή των ουσιών Novichok είχε απονεμηθεί το βραβείο Λένιν.
Στο εν λόγω πρόγραμμα είχε αναφερθεί λεπτομερώς και δημοσίως, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, ένας από τους βασικούς συντελεστές που συμμετείχαν στην δημιουργία της ουσίας αυτής, ο συνεργάτης του ΚΕΕΙΟΧΤ Βλαντίμιρ Ούγκλεφ, και ο Βιλ Μιρζαγιάνοφ ο οποίος μετανάστευσε αργότερα στις ΗΠΑ. Και οι δύο τους ισχυρίστηκαν τότε ότι το Novichok είχε δημιουργηθεί στο πλαίσιο του μυστικού προγράμματος με την επωνυμία «Φολιάντ» και αποτελεί ένα διμερές (δυαδικό) χημικό όπλο. Η ιδιομορφία του συνίσταται στο ότι τίθεται σε «μαχητική ετοιμότητα» άμεσα πριν από την χρήση του. Πριν από την δημιουργία του, οι πρόδρομες ενώσεις του Novichok –σχετικά αβλαβή αντιδραστήρια– βρίσκονταν ξεχωριστά η μια από την άλλη.
Επίσημα η χρήση και η παραγωγή του Novichok απαγορεύεται, βάσει διεθνών συμφωνιών, ωστόσο η παραγωγή των πρόδρομων ενώσεών του, χωρίς την έγκριση των αρχών, είναι εξαιρετικά δύσκολη. Επισημαίνουμε, γράφει η εφημερίδα στο άρθρο της, ότι στις 27 Σεπτεμβρίου του 2017, η κυβέρνηση της Ρωσίας ανακοίνωσε επίσημα ότι κατέστρεψε το χημικό της οπλοστάσιο.
Η μοναδική, αποδεδειγμένα καταχωρημένη περίπτωση εγκληματικής χρήσης της δηλητηριώδους ουσίας, με παρόμοιες παρενέργειες σαν αυτές του Novichok, έγινε γνωστή το 1995, γράφει η ρωσική εφημερίδα. Τότε ήταν που ο δολοφόνος δηλητηρίασε τον ελληνικής καταγωγής τραπεζίτη Ιβάν Κιβελίδη και τη γραμματέα του, τοποθετώντας την ουσία στο τηλέφωνό του μέσα στο γραφείο του. Και στα δύο θύματα επιδεινώθηκαν ακαριαία οι χρόνιες παθήσεις που είχε ο καθένας: ο Κιβελίδης έπεσε σε κώμα καθώς τα νεφρά του έπαψαν να λειτουργούν, ενώ η γραμματέας του η οποία δεν είχε αγγίξει καθόλου το ακουστικό του τηλεφώνου του στο γραφείο του, αλλά απλώς είχε ξεσκονίσει, παρουσίασε τα ίδια συμπτώματα.
Πριν πεθάνει, πρόφτασε να πει ότι «της συνέβη το ίδιο με τον Κιβελίδη», μαρτυρία που έδωσε τη δυνατότητα στην ανάκριση να καταλήξει στην ουσία με την οποία δηλητηριάσθηκαν. Κατά την διάρκεια της ανάκρισης αποδείχθηκε ότι η επικίνδυνη ουσία είχε αποκτηθεί από έναν συνεργάτη του παραρτήματος του ΚΕΕΙΟΧΤ που βρίσκεται στη πόλη Σιχανάχ, στην περιοχή του Σαράτοφ. Εν συνεχεία ο συνεργάτης καταδικάστηκε με την κατηγορία της κατάχρησης εξουσίας, επειδή παράνομα παρασκεύασε εν δυνάμει δηλητηριώδη αντιδραστήρια. Τόσο στον ίδιο τον δολοφόνο, ο οποίος είχε υποστεί σοβαρή δηλητηρίαση (και είχε νοσηλευτεί μυστικά στο Ινστιτούτο Σκλιφασόφσκι), όσο και στον εντολέα της δολοφονίας, τον Βλαντίμιρ Χουτσισβίλι, που ήταν συνεταίρος του Κιβελίδη, επιβλήθηκαν βαριές ποινές.
Σύμφωνα με πρώην συνεργάτη των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών, τον οποίο επικαλείται η εφημερίδα, οι νευροπαραλυτικές ουσίες χρησιμοποιούνται για να εξοντώσουν κάποιον ώστε να στραφεί ευρέως η προσοχή στο συμβάν. «Οι στρατιωτικές νευροπαραλυτικές ουσίες, είναι ένας εξαιρετικά βρώμικος τρόπος για να εξοντωθεί ο στόχος καθώς υπάρχει κίνδυνος να προσβληθούν και άλλα άτομα, με αποτέλεσμα να περιπλακεί η κατάσταση. Υπάρχουν πιο εκλεπτυσμένες μέθοδοι τις οποίες χρησιμοποιούν οι επαγγελματίες», φέρεται να δηλώνει στην εφημερίδα Kommersant ο πρώην συνεργάτης των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών.