Όταν η 34χρονη Ruth Nash μπήκε σε διαδικασία τοκετού βρισκόταν μόλις στην 22η εβδομάδα της κύησης. Τα νερά έσπασαν 18 ολόκληρες εβδομάδες νωρίτερα και οι γιατροί την ενημέρωσαν πως τα δίδυμα που κυοφορούσε δεν είχαν καμία πιθανότητα να επιβιώσουν.
Προσπαθώντας να κάνει ό,τι είναι δυνατό για να μην χάσει τα μωρά η Ruth έμεινε για τρεις εβδομάδες στο νοσοκομείο με τα πόδια της πιο ψηλά από το υπόλοιπο σώμα για να καθυστερήσει όσο γίνεται τη γέννησή τους.
«Ήθελα να κάνω ό,τι μπορούσα για να γίνω μαμά. Θα προσπαθούσα τα πάντα. Έτσι έμεινα ακίνητη στο κρεβάτι», θυμάται.
Δύο εβδομάδες αργότερα η γυναίκα έχασε την κορούλα της Matilda που έζησε μόλις για 19 ώρες.
Επτά ημέρες μετά είχε έρθει η ώρα του μικρού Stanley.
Λίγο μετά την ολοκλήρωση της 24ης εβδομάδας της κύησης ο μικρός αντίκρισε τον κόσμο. Ζύγιζε μόλις 450 γραμμάρια.
«Μου είχαν πει πως ήταν σχεδόν σίγουρο πως θα τον χάσω. Πιστεύω πως αν δεν είχα μείνει στο κρεβάτι δεν θα είχα σήμερα το γιο μου», λέει η 34χρονη.
Οι γιατροί τον συνέδεσαν αμέσως σε αναπνευστήρα και άρχισαν οι επεμβάσεις στο μικροσκοπικό αγοράκι: έπρεπε να διορθωθεί μία τρύπα στην καρδιά του και να υπάρξει επέμβαση στα μάτια του καθώς εμφάνιζε μία διαταραχή που μπορούσε να του κοστίσει την όρασή του.
Για τις πρώτες πέντε εβδομάδες της ζωής του ο Stanley δεν ένιωσε την αγκαλιά των γονιών του…
Έξι μήνες μετά όλα αυτά είναι μία περιπέτεια που το ζευγάρι θέλει να αφήσει πίσω του. Ο μικρός μεγαλώνει καλά, είναι υγιής και δεν εμφανίζει κανένα κατάλοιπο του δραματικού τρόπου με τον οποίο ήρθε στη ζωή.
«Όταν επιτέλους τον κράτησα στην αγκαλιά μου ήταν η πιο όμορφη στιγμή της ζωής μου», είπε η Ruth, «ξέρω πως έχασα ένα παιδί αλλά νιώθω η πιο τυχερή γυναίκα στον κόσμο.
«Ήταν οι πιο έντονες τρεις εβδομάδες στη ζωή μας», τόνισε και ο 40χρονος Graham. «Περάσαμε μία κόλαση αλλά είμαστε τόσο χαρούμενοι που όλα έληξαν με ένα υγιές όμορφο αγόρι».
«Η επιβίωση βρεφών που γεννιούνται πριν την 24η εβδομάδα της κύησης είναι πολύ σπάνια», δήλωσε ο ειδικός που παρακολουθούσε τη Ruth μετά την απώλεια της κόρης της. «Νιώθω μόνο θαυμασμό για τη δύναμη και το κουράγιο τους, δεν σταμάτησαν να ελπίζουν. Ίσως ο πιο δυνατός απ’ όλους ήταν ο ίδιος ο Stanley…», κατέληξε.