Δύσκολος συνεχίζει να είναι ο δρόμος για την σύσταση μιας κυβέρνησης συνεργασίας στην Γερμανία καθώς οι αντιπαραθέσεις ηγετικών στελεχών των δύο δυνητικών κυβερνητικών εταίρων συνεχίζονται.
«Χρειαζόμαστε μια ρήτρα επιείκειας για την επανένωση των οικογενειών των προσφύγων στη συμφωνία για νέο συνασπισμό. Πρέπει να ξανασυζητήσουμε για τις ποσοστώσεις, οι οποίες πρέπει να αυξηθούν και πρέπει να γίνουμε πιο γενναιόδωροι σε όσους (πρόσφυγες) δεν συμπεριλαμβάνονται», είπε ο Ραλφ Στέγκνερ, αντιπρόεδρος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας (SPD) σε συνέντευξή του στη σημερινή «Rheinische Post» σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, αναφερόμενος στις δευτερευόντως προστατευόμενες οικογένειες προσφύγων, οι οποίες δεν εντάσσονται άμεσα στη σχετική ρύθμιση.
Eπίσης, η Καταρίνα Μπάρλεϊ, η σοσιαλδημοκράτης υπουργός για θέματα Οικογένειας προανήγγειλε σκληρές διαπραγματεύσεις: «Η σημασία της λέξης διαπραγμάτευση δεν είναι άγνωστη, μπορώ όμως να την εξηγήσω: οι διαπραγματεύσεις αποσκοπούν στο συμβιβασμό αντιτιθέμενων απόψεων. Από τις διερευνητικές συζητήσεις δεν προέκυψε συμφωνία για συνασπισμό, όσο και αν το διακηρύσσει αυτό το Χριστιανοκοινωνικό Κόμμα (CSU). Οι κομπασμοί χριστιανοδημοκρατών πολιτικών ότι δεν πρόκειται να υπάρξουν βελτιώσεις στη συμφωνία των διερευνητικών συνομιλιών αποτελεί επομένως χάσιμο χρόνου. Η Χριστιανοδημοκρατική Ένωση (CDU/CSU) θα πρέπει να αντιληφθεί ότι χωρίς το SPD οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια προς νέες εκλογές. Καλό θα ήταν λοιπόν εάν παρέλειπε άχρηστες προκλήσεις και προσπαθούσε να προσηλωθεί στον σχηματισμό μιας καλής κυβέρνησης», είπε σε συνέντευξή της στην «Rheinische Post».
Σύμφωνα με το Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων (dpa) η Μπάρλει δήλωσε επίσης πως: «Το έγγραφο της συμφωνίας των διερευνητικών συζητήσεων αποτελεί μια καλή βάση, πρέπει όμως να συγκεκριμενοποιηθούν ορισμένα ιδιαίτερα αποφασιστικής σημασίας θέματα. Το έκτακτο συνέδριο του κόμματος (SPD) μάς έδωσε μια σαφή εντολή. Θα διαπραγματευτούμε ταχύτατα, το σημαντικότερο όμως είναι να καταλήξουμε σε καλά αποτελέσματα και σε αυτό πρέπει να συμβάλουν όλα τα συμμετέχοντα μέρη».
Αντίθετος σε αλλαγές στη συμφωνία των δυνητικών κυβερνητικών εταίρων δήλωσε όμως ο αντιπρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος (CDU) Τόμας Στρομπλ: «Ισχύει ό,τι αναφέρεται στο έγγραφο. Βασικά σημεία τα οποία δεν συμφωνήθηκαν στις διερευνητικές συμφωνίες δεν θα συμπεριληφθούν και σε μια ενδεχόμενη συμφωνία για συνασπισμό. Μια χωρίς όρια συνένωση οικογενειών και για τις δευτερευόντως προστατευόμενες οικογένειες προσφύγων θα επιβάρυνε υπερβολικά τη Γερμανία. Και στο προσφυγικό τα περιθώρια είναι εξαιρετικά μικρά. Όλα αυτά έχουν γίνεται αντικείμενο εξονυχιστικών συζητήσεων στις διερευνητικές επαφές», δήλωσε σε συνέντευξή του στη «Rhein-Neckar-Zeitung». Ο Στρομπλ άφησε όμως ανοικτό το ενδεχόμενο επαναδιαπραγμάτευσης της «άνευ αντικειμενικού λόγου σύναψης συμβάσεων εργασίας ορισμένου (και όχι αορίστου) χρόνου»: «Δεν διαπραγματεύομαι μέσω των ΜΜΕ», είπε χαρακτηριστικά.
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Φόλκερ Κάουντερ, επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος, ο οποίος τόνισε σε συνέντευξή του ότι στις εφημερίδες του δημοσιογραφικού ομίλου Funke (Westdeutsche Allgemeine Zeitung, Thüringer Allgemeine, Hamburger Abendblatt, Berliner Morgenpost κ.α.) ότι «οι απαιτήσεις των Σοσιαλδημοκρατών να γίνουν αλλαγές στη συμφωνία των διερευνητικών συζητήσεων δεν μπορούν να γίνουν δεκτές. Το έγγραφο αποτελεί τη βάση των διαπραγματεύσεων για τον συνασπισμό. Ο,τι συμφωνήθηκε συμφωνήθηκε διότι είναι αποτέλεσμα κοινής μας απόφασης», τόνισε.
Ο Κάουντερ έκρουσε επίσης τον κώδωνα του κινδύνου διότι «οι πολίτες βαρέθηκαν να περιμένουν. Κάθε μέρα που παρέρχεται χωρίς να σχηματίζεται κυβέρνηση δεν αυξάνει ασφαλώς την εμπιστοσύνη τους προς τα κόμματα και τη Δημοκρατία», είπε χαρακτηριστικά.
Διαφώνησε επίσης με την περιρρέουσα άποψη ότι η καγκελάριος Μέρκελ έχει αποδυναμωθεί μετά την πολύμηνη αναταραχή για τον σχηματισμό κυβέρνησης. «Η καγκελάριος διαθέτει αμείωτο κύρος και αν μεταφέρω όσα ακούω στο κόμμα, τότε είναι σαφές ότι αυτή πρέπει να ηγηθεί της νέας κυβέρνησης».