Το ερώτημα κατά πόσον θα ξεσπάσει πόλεμος για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν πλανάται για τόσο καιρό, που καταλήγει να είναι πια ξεπερασμένο. Ήδη το 2006 ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου έλεγε: «Βρισκόμαστε στο 1938 και το Ιράν είναι η Γερμανία», γράφουν σε άρθρο-ανάλυσή τους οι «Financial Times».
Φέτος όμως τα πράγματα μοιάζουν διαφορετικά, τονίζουν οι «Times». Η απειλή του πολέμου είναι πολύ πιο κοντά. Μια σύγκρουση θα μπορούσε να αρχίσει με τον βομβαρδισμό του Ιράν από το Ισραήλ. Και πολύ γρήγορα θα αναγκάζονταν να λάβουν μέρος οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Βρετανία, η Γαλλία, ενδεχομένως και τα κράτη του Κόλπου και η Σαουδική Αραβία.
Ο Ισραηλινός υπουργός Άμυνας Εχούντ Μπαράκ έχει δηλώσει ότι τους ερχόμενους μήνες το Ιράν εισέρχεται σε μια «ζώνη ασυλίας». Με άλλα λόγια, το πυρηνικό του πρόγραμμα φτάνει σε ένα σημείο από το οποίο δεν μπορεί να γυρίσει πίσω. Οι Ισραηλινοί ανησυχούν ιδιαίτερα για τα σχέδια του Ιράν να εγκαταστήσει τους αντιδραστήρες του σε υπόγεια καταφύγια. Ο αρχηγός του Πενταγώνου Λίον Πανέτα φέρεται να πιστεύει ότι είναι πολύ πιθανό το Ισραήλ να επιτεθεί τον Απρίλιο, τον Μάιο ή τον Ιούνιο.
Το Ισραήλ δεν είναι όμως ο μοναδικός παράγων, γράφει ο Γκίντεον Ράχμαν στους «Financial Times». Η Σαουδική Αραβία και τα κράτη του Κόλπου θέλουν κι αυτοί να εμποδίσουν το Ιράν να αποκτήσει πυρηνικά όπλα. Ο Μπαράκ Ομπάμα δεν θέλει τη σύγκρουση. Αλλά με μια προεδρική εκλογή μπροστά του, είναι δύσκολο να σταματήσει το Ισραήλ. Όσο για τη Βρετανία και τη Γαλλία, τις δύο σημαντικότερες στρατιωτικές δυνάμεις της Ευρώπης, αντιμετωπίζουν τον πόλεμο με το Ιράν μάλλον θετικά.
Ευρωπαίος αξιωματούχος εκτιμούσε πρόσφατα ότι τα γεγονότα μπορεί να εξελιχθούν ως εξής: το Ισραήλ βομβαρδίζει τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν. Οι ΗΠΑ δεν καταδικάζουν την επιδρομή, ενώ οι Ευρωπαίοι εκφράζουν κάποιες ανησυχίες. Όταν το Ιράν απαντήσει, οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί σπεύδουν να βοηθήσουν το Ισραήλ, πρώτα με αμυντικά μέτρα, ενδεχομένως με τη μορφή ναυτικής προστασίας.
Είναι πιθανό όμως τα ιρανικά αντίποινα να μη στραφούν μόνο εναντίον του Ισραήλ, αλλά και δυτικών συμφερόντων – ίσως και εναντίον κρατών του Κόλπου. Αυτό θα οδηγούσε σε μια ευρύτερη σύγκρουση. Αμερικανικά αεροπλάνα θα έπλητταν τις ιρανικές δυνάμεις κρούσης. Τυχόν αποκλεισμός των στενών του Ορμούζ από το Ιράν θα αντιμετωπιζόταν αποφασιστικά από το αμερικανικό ναυτικό, με κάποια υποστήριξη από την Ευρώπη. Αν και τα κράτη του Κόλπου δεν θα μπορούσαν φυσικά να υποστηρίξουν έναν ισραηλινό βομβαρδισμό του Ιράν, ίσως να αναμιγνύονταν σ’ αυτόν τον δεύτερο γύρο στρατιωτικής δράσης. Σε κάθε περίπτωση, όλοι μιλούν για τη χρήση αεροπορικής και ναυτικής ισχύος, όχι για αποστολή χερσαίων δυνάμεων.
Όλα αυτά τα σενάρια συζητούνται από τους Ευρωπαίους με μια ηρεμία που σχεδόν τρομάζει. Πώς εξηγείται λοιπόν αυτή η κλιμάκωση;
Ο πρώτος παράγων, γράφει ο Ράχμαν, είναι ότι μπορεί ο Νετανιάχου να μην είναι συμπαθής στην Ουάσινγκτον, το Παρίσι ή το Λονδίνο, οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι συμμερίζονται όμως τις ανησυχίες του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.
Δεύτερον, η επιτυχία του πολέμου στη Λιβύη αποκατέστησε την εμπιστοσύνη στην αποτελεσματικότητα της αεροπορικής ισχύος. Οι δυνάμεις του ΝΑΤΟ έχουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στην ικανότητά τους να πλήττουν τους επιθυμητούς στόχους, με μικρότερο κίνδυνο απωλειών μεταξύ των αμάχων.
Τρίτον, οι εύκολοι στόχοι εναντίον των οποίων το Ιράν θα μπορούσε να επιτεθεί με τη μορφή αντιποίνων έχουν μειωθεί. Οι Βρετανοί έκλεισαν πέρυσι την πρεσβεία τους στην Τεχεράνη και τα αμερικανικά στρατεύματα αποχώρησαν από το Ιράκ.
Τέταρτον, η Σαουδική Αραβία έχει καταστήσει σαφές ότι αν το Ιράν αποκτήσει πυρηνικά όπλα, θα κάνει κι εκείνη το ίδιο. Οι Σαουδάραβες πιστεύεται ότι έχουν έρθει σε συμφωνία με το Πακιστάν. Η απειλή μιας κούρσας πυρηνικών εξοπλισμών είναι σοβαρή.
Πέμπτον, με τη Μέση Ανατολή να βρίσκεται σε αναταραχή, πολλοί πιστεύουν ότι είναι σημαντικό να πληγεί η ιρανική επιρροή προτού η χώρα ενισχύσει ακόμη περισσότερο τη θέση της αποκτώντας πυρηνικά όπλα.
Υπάρχουν βέβαια και σοβαρά αντεπιχειρήματα. Ο πόλεμος στο Ιράκ έδειξε τους κινδύνους να λαμβάνονται αποφάσεις για πολέμους που στηρίζονται σε εκτιμήσεις των μυστικών υπηρεσιών για τα όπλα μαζικής καταστροφής. Επίσης, οι πόλεμοι εξελίσσονται πολλές φορές διαφορετικά από τις προβλέψεις.
Το Ιράν μπορεί να μην επιτεθεί για αντίποινα στο Ιράκ, αλλά στο Αφγανιστάν, προμηθεύοντας για παράδειγμα τους Ταλιμπάν με αντιαεροπορικούς πυραύλους. Τα εργοστάσια αφαλάτωσης στις χώρες του Κόλπου είναι επίσης ευάλωτα, το ίδιο και οι πετρελαϊκές εγκαταστάσεις. Τέλος, η κοινή στρατιωτική δράση Δύσης και Ισραήλ εναντίον μιας μουσουλμανικής χώρας είναι βέβαιο ότι θα ενισχύσει τους ακραίους ισλαμιστές.
Για όλους αυτούς τους λόγους, καταλήγει ο αρθρογράφος των «Financial Times», η συζήτηση για έναν πόλεμο στο Ιράν χαρακτηρίζεται από μια επικίνδυνη ελαφρότητα.