«Κανείς δεν την αγαπάει, κανείς δεν τη λατρεύει, αλλά όλοι τη σέβονται», αναφέρει ο Βόλφγκανγκ Στοκ, βιογράφος της Ανγκέλα Δωροθέα Μέρκελ, για τη Γερμανίδα καγκελάριο.
Και αυτή κάνει ότι περνάει από το χέρι της για να επιβεβαιώσει τους σχολιασμούς του βιογράφου της και τα αιχμηρά σχόλια των συναδέλφων της, οι οποίοι της καταλογίζουν ότι ασχολείται και με την πραγματική λεπτομέρεια με σχολαστικότητα, ότι αλλάζει συνέχεια γνώμη, ότι είναι κρυψίνους, δεν επηρεάζεται από συναισθηματισμούς, και έχει εμμονή με την εξουσία.
Πώς όμως κατάφερε το στέλεχος της Ελεύθερης Γερμανικής Νεολαίας (FDJ), επίσημη νεολαία του σοσιαλιστικού κόμματος της ανατολικής Γερμανίας, να γίνει η ισχυρότερη γυναίκα του κόσμου;
Για να κατανοήσουμε την πολιτική σκέψη της Ανγκέλα Μέρκελ και τους ελιγμούς της, αξίζει να ρίξουμε μία προσεχτική ματιά στον πρότερο προσωπικό και πολιτικό της βίο.
Η Γερμανίδα καγκελάριος γεννήθηκε στις 17 Ιουλίου 1954 στο Αμβούργο. Κόρη του λουθηρανού πάστορα Χορστ Κάσνερ και της δασκάλας Χέρλιντ Κάσνερ. Τρία χρόνια μετά τη γέννηση της, η οικογένεια μετακόμισε στο Τεμπλίν, 80 χιλιόμετρα βόρεια του ανατολικού Βερολίνου, καθώς ο πατέρας της ανέλαβε θέση σε εκκλησία της ανατολικής Γερμανίας.
Η 13η Αυγούστου του 1961 ήταν μία ημερομηνία που σημάδεψε όχι μόνο τη Γερμανία και τη Γηραιά Ήπειρο, αλλά και τη ζωή της 7χρονης τότε Μέρκελ. Εκείνη την καλοκαιρινή ημέρα υψώθηκε το Τείχος, που χώρισε στα δύο το Βερολίνο και δίχασε την Ευρώπη και τον κόσμο για σχεδόν 3 δεκαετίες. Την ημέρα εκείνη, η μητέρα της κάθισε σε μία εκκλησία και έκλαιγε, ενώ ο πατέρας της ήταν ιδιαίτερα χαρούμενος και υπερήφανος, καθώς είχε υιοθετήσει το μανιφέστο του υπαρκτού σοσιαλισμού.
Ο πατέρας της έμελε να επηρεάσει ποικιλοτρόπως τη ζωή και την προσωπικότητα της Ανγκέλα Μέρκελ. Ήταν ιδιαίτερα ψυχρός και πιεστικός μαζί της και το μόνο που ήθελε από την κόρη του ήταν να ξεχωρίζει στο σχολείο και στους κόλπους της νεολαίας του σοσιαλιστικού κόμματος. Ίσως δύο παράγοντες έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη της πολιτικής σκέψης και στη συμπεριφορά της Γερμανίδας καγκελαρίου: α) η ανατροφή σε ένα αυστηρό και περιορισμένο περιβάλλον, και β) η καλή επιστημονική της κατάρτιση με ανώτατες σπουδές στη Φυσική και στη Χημεία.
Σε μικρή ηλικία δούλεψε σε ντίσκο, ως σερβιτόρα, και στα 23 της παντρεύτηκε τον συμφοιτητή της Ούλριχ Μέρκελ. Ο συγκεκριμένος γάμος δεν διήρκησε πολύ και το 1982 το ζευγάρι χώρισε.
«Μπορεί να ακουστεί χαζό, αλλά δεν μπήκα σε εκείνο το γάμο με τη δέουσα σοβαρότητα», είχε δηλώσει η ίδια η Μέρκελ, σε μία από τις σπάνιες δημόσιες τοποθετήσεις της για την προσωπική της ζωή. Αμέσως μετά την έκδοση του διαζυγίου, η Μέρκελ γνωρίζει τον χημικό Γιοακίμ Σάουερ, που έμελε να γίνει ο δεύτερος σύζυγος της. Το ζευγάρι μετακομίζει στο Βερολίνο και συγκατοικεί, αλλά δεν προχωράει σε γάμο μέχρι το 1998.
Το ζευγάρι δεν σκόπευε να προχωρήσει σε γάμο, αλλά αυτός επιβλήθηκε από τους «βαρόνους» του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU). Η επικεφαλής του CDU και υποψήφια για καγκελάριος της Γερμανίας, δεν επιτρεπόταν να συγκατοικεί με κάποιον χωρίς «στεφάνι».
Δεν το επέτρεπαν τα ήθη της συντηρητικής γερμανικής κοινωνίας, και αυτό θα ήταν εμπόδιο για τη μάχη της καγκελαρίας. Όσον αφορά το σύζυγο της, τον Σάουερ, προτιμάει την ασφάλεια του εργαστηρίου του και αποφεύγει όπως «ο διάολος το λιβάνι» τα φώτα της δημοσιότητας και τις δημόσιες εμφανίσεις. Του είναι τόσο αφόρητες και βαρετές οι δημόσιες εμφανίσεις με την καγκελάριο, που έφτασε καθυστερημένος ακόμη και σε ένα επίσημο γεύμα στο Λευκό Οίκο.
Η πολιτική δράση και ανέλιξη της Ανγκέλα Μέρκελ μοιάζει με θεατρική παράσταση ή παιδικό παραμύθι. Θα μπορούσε κάλλιστα κάποιος να πει ότι η πολιτικός Μέρκελ είναι «το ασχημόπαπο που έγινε Κύκνος». Το Δεκέμβριο του 1989, αμέσως μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, η Μέρκελ προσχώρησε στη Δημοκρατική Επαγρύπνηση (DA), το αδελφό ανατολικό κόμμα του δυτικογερμανικού CDU.
Ως αποστολή είχε την επανένωση των γερμανικών κρατών και την εγκατάσταση της ελεύθερης οικονομίας στην ανατολική Γερμανία. Η Μέρκελ γίνεται εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος και αναλαμβάνει δράση. Μετά την επανένωση το DA προσχωρεί στο CDU και η θέση της Μέρκελ χάνεται. Η ίδια σχεδιάζει τα επόμενα βήματα της. Το 1990 καταθέτει αίτηση για μία θέση στο γραφείο Τύπου της καγκελαρίας, αλλά αυτή απορρίφθηκε.
Ο λόγος της απόρριψης της ήταν ότι είχε υπέρταση και κρίθηκε ότι δεν θα μπορούσε να αντέξει στην πίεση, που έχει η συγκεκριμένη θέση. Που να ήξεραν, όμως, ότι το αγχωμένο κοριτσάκι από την ανατολική Γερμανία δεν το βάζει κάτω εύκολα και μετά από 15 χρόνια θα διέσχιζε την ίδια πόρτα, αλλά ως η πρώτη γυναίκα καγκελάριος αυτή τη φορά;
Αυτή την αποφασιστικότητα, το πείσμα της, και τους ελιγμούς της, είναι χαρακτηριστικά που τα γνώρισε καλά ο πολιτικός της μέντορας, ο μακροβιότερος Γερμανός καγκελάριος, Χέλμουτ Κολ. «Το κοριτσάκι μου» όπως συνήθιζε χαρακτηριστικά να την αποκαλεί ο Χέλμουτ Κολ, ο οποίος την ξεχώρισε από την πρώτη στιγμή και της ανέθεσε γρήγορα υψηλά καθήκοντα.
Οι σχέσεις των δύο ήταν κάτι περισσότερο από άριστες, μέχρι τη στιγμή που «το κοριτσάκι» του Κολ ζήτησε δημοσίως την απομάκρυνση του από το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα, λόγω του σκανδάλου με τις παράνομες χρηματοδοτήσεις του CDU.
Υπό την κυβέρνηση Κολ, η Μέρκελ το 1991 γίνεται υπουργός Γυναικείων Υποθέσεων και Νεολαίας. Από τη θέση αυτή φεύγει το 1994, όταν της ανατέθηκε το υπουργείο Περιβάλλοντος, θέση που διατήρησε μέχρι το 1998. Τον Απρίλιο του 1995, η τότε υπουργός Περιβάλλοντος ζήτησε τη συνδρομή ισχυρής αστυνομικής δύναμης, προκειμένου να γίνει η πρώτη μεταφορά φορτίου πυρηνικών αποβλήτων σε υπόγειες αποθήκες της πόλης Γκορλέμπεν. Το γεγονός προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις στη Γερμανία και ειδικά στο κρατίδιο της Κάτω Σαξωνίας, αλλά η Μέρκελ με τη συνδρομή 7.000 αστυνομικών προχώρησε άμεσα στην υλοποίηση του σχεδιασμού της.
Στις εκλογές του 1998 το CDU καταγράφει το χειρότερο αποτέλεσμα, ποσοστό μόλις 32,5%, στην κοινοβουλευτική ιστορία της χώρας και ο Γκέρχαρντ Σρέντερ, του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD), εκλέγεται καγκελάριος.
Οι χριστιανοδημοκράτες πέφτουν σε βαθιά κρίση, η οποία κλιμακώνεται με την αποκάλυψη του σκανδάλου των «μαύρων λογαριασμών» του CDU. Στην αποκάλυψη του σκανδάλου η Ανγκέλα Μέρκελ, που εν τω μεταξύ με απόφαση του τότε προέδρου Βόλφγκανγκ Σόιμπλε είχε γίνει γραμματέας του κόμματος (Νοέμβριος 1998), βγήκε μπροστά και ζήτησε την απομάκρυνση του πολιτικού της μέντορα, Χέλμουτ Κολ, από τη θέση του επίτιμου προέδρου της παράταξης.
Συγκεκριμένα, τον Δεκέμβριο του 1999 η Μέρκελ δημοσίευσε άρθρο στην εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ), χωρίς να ενημερώσει πρώτα τον πρόεδρο Σόιμπλε, όπου απαίτησε την απομάκρυνση του Κολ. Η δημόσια αυτή αποστασιοποίηση από «το κορίτσι του Κολ», ήταν το τελειωτικό χτύπημα για τον βετεράνο Γερμανό πολιτικό.
Ταυτόχρονα, στο ίδιο άρθρο η Μέρκελ παρουσιάζει τον εαυτό της ως μέλος του προεδρείου, που ήταν αποφασισμένη όσο κανείς άλλος να τελειώσει οριστικά και αμετάκλητα το «σύστημα Κολ». Μέσω αυτής της παρέμβασης δεν τελείωσε μόνο τον πολιτικό της μέντορα, αλλά ανέδειξε και την αδυναμία του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε να αναλάβει δράση με αποφασιστικότητα.
Στις 18 Ιανουαρίου του 2000 ο Χέλμουτ Κολ παραιτήθηκε από το αξίωμα του επίτιμου προέδρου, ενώ στις 16 Φεβρουαρίου του 2000 παραιτήθηκε και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε από την ηγεσία του κόμματος, παραδεχόμενος ότι και αυτός είχε λάβει παράνομη δωρεά για το κόμμα από έμπορο όπλων.
Το «κοριτσάκι» από την ανατολική Γερμανία είχε με μία κίνηση ρουά ματ καθαρίσει ταυτόχρονα και τους δύο ισχυρούς άντρες του CDU, ανοίγοντας παράλληλα το δρόμο για τη δική της ανέλιξη στην ηγεσία του κόμματος. Στις 10 Απριλίου του 2000 στο συνέδριο του Έσσεν, η Μέρκελ εκλέγεται πρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος και 5 χρόνια αργότερα γίνεται η πρώτη γυναίκα καγκελάριος στη Γερμανία.
Όταν δε κλήθηκε να σχολιάσει την αποστασιοποίηση της από τον Κολ, έδωσε μία λακωνική και αφοπλιστική απάντηση, ενδεικτική των προθέσεων της και της δίψας της για εξουσία. «Εμείς οι Ανατολικογερμανοί μάθαμε να συμβιβαζόμαστε με τους εξουσιαστές, δίχως όμως να δημιουργούμε απόλυτες δεσμεύσεις», τόνισε η κα Μέρκελ.
Λίγο έως πολύ, αυτή είναι η πορεία της σιδηράς κυρίας της Ευρώπης, που κάνει το Γάλλο πρόεδρο, Νικολά Σαρκοζί, να φαντάζει πολιτικός νάνος μπροστά της. Αποφασιστική, ανυποχώρητη, κρυψίνους, ριψοκίνδυνη, που δεν διστάζει να προχωρήσει σε οποιαδήποτε κίνηση, προκειμένου να επιτύχει το σκοπό της. Αυτή είναι η ιστορία μίας πρώην κομμουνίστριας που κέρδισε επάξια τον τίτλο της ισχυρότερης γυναίκας στον πλανήτη, υιοθετώντας την μακιαβελική προσέγγιση στην πολιτική της σκέψη.
Και επειδή όπως λέει ο Νικολό Μακιαβέλι «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», η σωτηρία της Ελλάδας και της Ευρωζώνης θα κριθεί από το κατά πόσο αυτή βολεύει τον σκοπό της Ανγκέλα Μέρκελ. Δηλαδή, να επανεκλεγεί για τρίτη συνεχόμενη φορά καγκελάριος και να ενισχύσει την υστεροφημία της.