Η Catherine- το όνομα δεν είναι το πραγματικό της- αφηγείται τη δική της τραγική ιστορία βιασμού, που είχε όμως ως κατάληξη την εγκυμοσύνη της και τον ερχομό στον κόσμο του τρίτου της παιδιού.
Όπως αφηγείται η γυναίκα στο BBC, ήταν μητέρα που μεγάλωνε μόνη τα δύο παιδιά της και γνώριζε τον άνδρα που έγινε ο βιαστής της, ήταν φίλοι για περίπου δύο χρόνια, έχοντας γνωριστεί από έναν κοινό γνωστό.
«Του είχα πει πως δεν ήθελα σχέση, ήθελα να μείνω μόνη μου» συνεχίζει, «ήμαστε απλώς φίλοι, όπως όλος ο κόσμος. Βρισκόμουν στο σπίτι του και ξαφνικά είναι σαν να πάτησε έναν διακόπτη. Με πλησίασε τόσο που δεν ένιωθα άνετα, απομακρύνθηκα, τον έσπρωξα, όλα έγιναν πολύ γρήγορα και βίαια. Ήταν πολύ πιο δυνατός από μένα, εγώ πάγωσα. Κάποια στιγμή σταμάτησα και να παλεύω. Δεν είπε τίποτα. Κυριολεκτικά έκανε ό,τι έκανε, σηκώθηκε και έφυγε από το ίδιο του το σπίτι. Δεν μου είπε ούτε μία λέξη» περιγράφει τη στιγμή του βιασμού της.
«Περπάτησα ως το σπίτι, είχα τραυματιστεί αλλά δεν είχα ακόμα συνειδητοποιήσει το πόσο. Νομίζω όμως πως μπαίνεις σε κάτι σαν αυτόματο πιλότο. Ήθελα απλώς να βρεθώ στο σπίτι μου. Ευτυχώς τα παιδιά τα φιλοξενούσε μια γειτόνισσα, αυτό ήταν πολύ ανακουφιστικό. Δεν ήθελα να μιλήσω με κανέναν, ένιωθα πως θα με έκριναν όλοι, πως θα έλεγαν πως εγώ είχα βάλει τον εαυτό μου σε εκείνη τη θέση, πως εγώ έφταιγα» συνεχίζει. «Ένιωθα πως επειδή γνώριζα εκείνον τον άνδρα δεν μετρούσε σαν βιασμός αυτό που είχε γίνει, σαν να μου είχε επιτεθεί κάποιος στον δρόμο. Για τον λόγο αυτό δεν πήγα στην αστυνομία».
Την επόμενη ημέρα πήγε να τον βρει και να τον ρωτήσει γιατί. Εκείνος υποστήριξε πως είχε πάθει μπλακάουτ, δεν αρνήθηκε πως συνέβη αλλά πως είχε πάθει μπλακάουτ και δεν το θυμόταν. Αλλά ποτέ δεν αρνήθηκε πως ο βιασμός συνέβη.
Όταν του είπε πως ήταν έγκυος και πως το παιδί ήταν δικό του, νόμιζε πως εκείνος θα το αρνηθεί. Παρότι όμως δεν είχε συνείδηση των συνθηκών υπό τις οποίες έγινε η σύλληψη, ποτέ δεν αρνήθηκε πως το μωρό είναι παιδί του.
Η Catherine δεν σκέφτηκε το ενδεχόμενο άμβλωσης. «Ήταν μια εγωιστική σκέψη, ομολογώ πως δεν σκέφτηκα το μωρό, σκέφτηκα μόνο πως αν τερμάτιζα την εγκυμοσύνη θα ήμουν ακόμα χειρότερα, θα μου ήταν πιο δύσκολο να ζήσω έχοντας κάνει άμβλωση. Σκέφτηκα απλώς πως θα μου είναι πιο εύκολο να φροντίσω ακόμα ένα παιδί, αφού έχω ήδη δύο. Πως μου είναι πιο δύσκολο να ζήσω με έναν βιασμό και μία άμβλωση παρά με έναν βιασμό κι ένα παιδί».
«Ο κόσμος ήταν επικριτικός βλέποντας την κοιλιά μου να μεγαλώνει και γνωρίζοντας πως είμαι single. Εγώ δεν έδινα καμία εξήγηση, δεν ασχολούμουν καθόλου. Δεν ήθελα να πω πως με είχαν βιάσει, ας σκέφτονταν πως ήταν σχέση της μιας βραδιάς ή κάτι τέτοιο. Ήταν καλύτερο σενάριο από αυτό του βιασμού. Δεν ήθελα κανείς να κρίνει και το παιδί, να του φορέσουν μια ταμπέλα» αφηγείται.
«Αυτή η προστασία προς τον γιο μου είναι αυτή που με έκανε να τα βγάλω πέρα. Αυτό το αγόρι είναι το μόνο πράγμα που σχετίζεται με όλη αυτή την υπόθεση και είναι θετικό».
«Όταν τον κράτησα για πρώτη φορά, αυτό που ήταν εντυπωσιακό κι αυτό που παραμένει το μεγαλύτερο θέμα για μένα είναι πως έχει πάρει ολόιδια τα μάτια του πατέρα του. Όταν πρωτοείδα τα μάτια του, αυτή ήταν η πρώτη στιγμή που ήταν κάπως ανατριχιαστική, σαν να με χτυπά η πραγματικότητα κατακέφαλα. Αυτό που θυμάμαι ολοκάθαρα από τον βιασμό- νομίζω αυτό είναι σύνηθες- είναι τα μάτια. Έχει πολύ ιδιαίτερα μάτια- και οι δύο έχουν. Όταν τον κοιτάζω μου έρχεται κάτι σαν φλας μπακ, σαν μια υπενθύμιση. Τον αγάπησα όμως από τη στιγμή που γεννήθηκε» λέει για τον γιο της.