Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Βενιαμίν Νετανιάχου διεμήνυσε την Τρίτη ότι δεν πρόκειται να διεξαγάγει ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις με μια παλαιστινιακή κυβέρνηση η οποία θα εξαρτάται από τη στήριξη του ισλαμιστικού κινήματος Χαμάς, αντιδρώντας στη συμφωνία συμφιλίωσης των δύο ισχυρότερων παλαιστινιακών παρατάξεων.
Η Χαμάς, η οποία κυριαρχεί στη Γάζα, και η Φάταχ του παλαιστίνιου προέδρου Μαχμούντ Αμπάς, η οποία εδρεύει στη Δυτική Όχθη, επισφράγισαν την περασμένη εβδομάδα στο Κάιρο μια συμφωνία βάσει της οποίας η Χαμάς θα παραδώσει στη Φάταχ τον έλεγχο της Γάζας, συμπεριλαμβανομένης της στρατηγικής σημασίας συνοριακής διέλευσης στη Ράφα.
Βάσει της συμφωνίας αυτής, η οποία συνήφθη με τη μεσολάβηση της Αιγύπτου, ο έλεγχος της Γάζας και της Δυτικής Όχθης θα περιέλθει στην κυβέρνηση της Φάταχ υπό τον πρωθυπουργό Ράμι αλ Χαμντάλα, ενώ δεν προβλέπεται να αναλάβουν υπουργεία στελέχη της Χαμάς.
Ο πιο πρόσφατος γύρος των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων μεταξύ του Ισραήλ και των Παλαιστινίων είχε τερματιστεί το 2014, εν μέρει εξαιτίας της αντίθεσης της ισραηλινής κυβέρνησης σε μια προηγούμενη απόπειρα αποκατάστασης της ενότητας των παλαιστινιακών παρατάξεων και της συνέχισης της εποικιστικής δραστηριότητας στα κατεχόμενα, μεταξύ άλλων.
Ο Νετανιάχου επανέλαβε έπειτα από μια συνεδρίαση του λεγόμενου συμβουλίου ασφαλείας της κυβέρνησής του χθες την απαίτηση του Ισραήλ η Χαμάς να ικανοποιήσει μια σειρά όρων που έχει θέσει, πριν ξαναρχίσουν διαπραγματεύσεις.
Κατ’ εφαρμογή «προηγούμενων αποφάσεων», το Ισραήλ «δεν θα διεξαγάγει διπλωματικές διαπραγματεύσεις με μια παλαιστινιακή κυβέρνηση που θα εξαρτάται από τη Χαμάς, μια τρομοκρατική οργάνωση η οποία καλεί να καταστραφεί το Ισραήλ, όσο δεν εκπληρώνει τους ακόλουθους όρους», σύμφωνα με την ανακοίνωση του Νετανιάχου.
Ο Νετανιάχου αναφέρθηκε κατόπιν σε επτά όρους, οι σημαντικότεροι εκ των οποίων προβλέπουν ότι: η Χαμάς θα προχωρήσει στην αναγνώριση του Ισραήλ· θα καταθέσει τα όπλα· θα διακόψει πλήρως τις σχέσεις της με το Ιράν· θα επιστρέψει τα πτώματα ισραηλινών στρατιωτών και θα απελευθερώσει ισραηλινούς στρατιώτες και πολίτες που οι ισραηλινές αρχές πιστεύουν πως κρατούνται στη Γάζα· ενώ η Παλαιστινιακή Αρχή του Αμπάς θα αναλάβει τον πλήρη έλεγχο της ασφάλειας στον παραθαλάσσιο παλαιστινιακό θύλακα.
Βάσει της συμφωνίας για τη συμφιλίωση, περίπου 3.000 στελέχη της Φάταχ θα ενταχθούν στη δύναμη αστυνόμευσης της Γάζας, αλλά η Χαμάς θα παραμείνει η ισχυρότερη ένοπλη παράταξη στον θύλακα, όπου υπολογίζεται πως διαθέτει 25.000 καλά εξοπλισμένα στελέχη.
Η Χαμάς απέσπασε τον έλεγχο της Γάζας από τη Φάταχ κατά τη διάρκεια μιας βραχυχρόνιας εμφύλιας σύγκρουσης το 2007. Προηγούμενες αιγυπτιακές μεσολαβητικές προσπάθειες για την επίλυση των διαφορών των δύο παρατάξεων απέτυχαν.
Αναλυτές θεωρούν ωστόσο ότι η νέα συμφωνία έχει πιθανότητες εφαρμογής, λόγω της απομόνωσης της Χαμάς από κράτη που υποστηρίζουν τους Παλαιστίνιους οικονομικά και λόγω της συνειδητοποίησης των δυσκολιών που θα συνεπαγόταν το να συνεχίσει να κυβερνά μόνη και να προσπαθήσει να ανοικοδομήσει τη Γάζα.
Εμπόδιο για τις μεσολαβητικές προσπάθειες των ΗΠΑ
Ο Νάμπιλ Αμπού Ρουντέινα, εκπρόσωπος του Αμπάς, τόνισε ότι η ανακοίνωση του Νετανιάχου «δεν μεταβάλει την επίσημη παλαιστινιακή θέση» ότι δηλαδή «θα προχωρήσουμε μπροστά στην προσπάθεια συμφιλίωσης» των δύο παρατάξεων.
Ο Ρουντέινα πρόσθεσε ότι η επιστροφή της Παλαιστινιακής Αρχής στη Γάζα χαιρετίστηκε από τις μεγάλες δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, ενώ έκρινε ότι η διαδικασία συμφιλίωσης θα οδηγήσει στην «πραγμάτωση των προσδοκιών του λαού μας», που είναι «ο τερματισμός της κατοχής και η εγκαθίδρυση ανεξάρτητου Παλαιστινιακού Κράτους».
Η ανακοίνωση του Νετανιάχου, σύμφωνα με δημοσίευμα του Reuters, που αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, θεωρείται βέβαιο ότι θα ικανοποιήσει τη δεξιά πτέρυγα του κόμματός του και του κυβερνητικού συνασπισμού του, καθώς και πολλούς εποίκους. Νωρίτερα την Τρίτη, η κυβέρνηση του Ισραήλ ανακοίνωσε νέα σχέδια για την ανέγερση οικισμών για χιλιάδες εποίκους στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη.
Όμως η ανακοίνωσή του ενδέχεται να αποτελέσει εμπόδιο για την επανέναρξη των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων, που επιδιώκει η Ουάσινγκτον. Ο διαπραγματευτής του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ο Τζέισον Γκρίνμπλατ, και ο γαμπρός του προέδρου, ο Τζάρεντ Κούσνερ, έχουν κάνει επαφές με στόχο να αρχίσει μια διαδικασία που ο Τραμπ διατείνεται ότι θα οδηγήσει στη «συμφωνία του αιώνα».