Οι αρχές της Βρετανικής Κολομβίας, η οποία πλήττεται από αλλεπάλληλες δασικές πυρκαγιές από την αρχή του καλοκαιριού, παρέτειναν χθες Παρασκευή για τέταρτη φορά την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης την οποία έχουν κηρύξει, στο πλαίσιο των προσπαθειών να αντιμετωπιστούν οι 150 και πλέον φωτιές που συνεχίζουν να μετατρέπουν δασικές εκτάσεις σε αποκαΐδια σε αυτή την επαρχία του δυτικού Καναδά.
Σε ισχύ από την 7η Ιουλίου, η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης παρατάθηκε ως τη 15η Σεπτεμβρίου, γνωστοποίησε η τοπική κυβέρνηση.
Το μέτρο επιτρέπει την ταχύτερη κινητοποίηση πόρων για την αντιμετώπιση των πυρκαγιών και για να υπάρξουν εγγυήσεις για την ασφάλεια του πληθυσμού.
Η Βρετανική Κολομβία βιώνει τις χειρότερες δασικές πυρκαγιές της ιστορίας της και ταυτόχρονα ένα από τα πιο ζεστά και ξηρά καλοκαίρια της.
Στο σύνολο της επικράτειας της επαρχίας, συνεχίζουν να καίνε 160 πυρκαγιές και 3.600 άνθρωποι είναι αναγκασμένοι να παραμένουν μακριά από τα σπίτια τους.
Από τις αρχές του καλοκαιριού αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν προσωρινά τις εστίες τους περίπου 45.000 κάτοικοι της επαρχίας.
Οι αρχές χορηγούν στους πληγέντες ένα βοήθημα 600 καναδικών δολαρίων (400 ευρώ) ανά οικογένεια κάθε δύο εβδομάδες έως ότου οι πληγέντες να μπορέσουν να γυρίσουν στα σπίτια τους.
Από τον Απρίλιο, σύμφωνα με δημοσίευμα του Reuters που αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, έχουν καταστραφεί πάνω από 10.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα δασικών εκτάσεων, μια έκταση δίχως προηγούμενο στην επαρχία. Για να γίνει μια σύγκριση, η έκταση αυτή είναι ίση με το ένα τρίτο του Βελγίου.
Η μεγαλύτερη φωτιά στην επαρχία είχε ξεσπάσει πριν από δύο μήνες και μαινόταν χθες σε μια περιοχή έκτασης περίπου 4.930.000 στρεμμάτων σε μια ιδιαίτερα αραιοκατοικημένη, ορεινή περιοχή, δυτικά της πόλης Κενέλ.
Για την αντιμετώπιση μόνο αυτής της τεραστίων διαστάσεων πυρκαγιάς επιχειρούν σχεδόν 600 πυροσβέστες, 30 ελικόπτερα και 89 εκσκαφείς, σύμφωνα με την υπηρεσία η οποία είναι αρμόδια για την αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών.