Πριν από έξι χρόνια, τον Μάρτιο του 2011, όταν ξεκινούσε ο πόλεμος στη Συρία, ο Μουαβίγια Σιασνέχ ήταν 14 ετών. Ένα μήνα νωρίτερα τον Φεβρουάριο εκείνης της χρονιάς αυτός μαζί με μερικούς φίλους του είχαν πάει στο σχολείο του στην πόλη Deraa στη νότια Συρία και είχαν γράψει με ένα μαύρο σπρέι στους τοίχους: «σειρά σου, γιατρέ»! Το μήνυμα είχε ως αποδέκτη τον πρόεδρο της χώρας Μπασαρ Αλ Άσαντ. Κανείς δεν περίμενε πως αυτές οι τρείς λέξεις θα αλλάξουν την ιστορία της Συρίας. Λίγες ώρες αργότερα η μυστική αστυνομία (Mukhabarat) θα εισβάλει στο σπίτι του νεαρού μαθητή και θα τον συλλάβει. Μαζί με τους φίλους του θα υποβληθεί σε βασανιστήρια και θα ξυλοκοπηθεί άγρια. Η εικόνα των παιδιών μέσα στα αίματα ξεσηκώνει ένα πρωτοφανές κύμα διαμαρτυριών στην χώρα. Η λεγόμενη και «αραβική άνοιξη» είχε φτάσει στη Συρία. Χιλιάδες άτομα διαμαρτύρονται καθημερινά επί 26 ημέρες μέχρι τα παιδιά να επιστρέψουν στους γονείς τους.
Όταν πλέον επιστρέφουν τίποτα δεν είναι το ίδιο. Ένα ισχυρό αντικυβερνητικό κίνημα είχε δημιουργηθεί και διοργάνωσε στις 15 Μαρτίου την «ημέρα της οργής». Η ημέρα αυτή οδήγησε στην έκρηξη μια γενικευμένης εξέγερσης η οποία με την σειρά της οδήγησε σε έναν αιματοβαμμένο εμφύλιο πόλεμο που κρατάει μέχρι σήμερα. Ο 20χρονος πλέον Μουαβίγια Σιασνέχ μίλησε τηλεφωνικά στην Telegraph τονίζοντας πως η όλη ιστορία με το σύνθημα ξεκίνησε περισσότερο σαν πλάκα. «Είδαμε τις εξεγέρσεις στην Τυνησία και την Αίγυπτο και μας ενθάρρυνε να εξαπλώσουμε το μήνυμα…αλλά ήταν περισσότερο μια πλάκα, ποτέ δεν φανταστήκαμε πως θα γινόταν εξέγερση στη Συρία».
Συγκλονιστικό είναι το σημείο που μιλάει για τα βασανιστήρια που υπέστη. «Με έδειραν με καλώδια, μου έριχναν παγωμένο νερό και μου έκαναν ηλεκτροσόκ. Με κρέμασαν από τους καρπούς στην οροφή του κελιού και με άφησαν εκεί για μία ημέρα μέχρι που ομολόγησα και τους έδωσα τα ονόματα των άλλων αγοριών. Ήταν πολύ σκληρό, ήμουν μόνο ένα παιδί. Δεν ήμουν σίγουρος αν θα έβγαινα από τη φυλακή ζωντανός». Μια ακόμα σημαδιακή ημέρα για τον Μουαβίγια Σιασνέχ ήταν όταν σε κάποια μάχη το καλοκαίρι του 2013 σκοτώθηκε ο πατέρας του. Θέλοντας να εκδικηθεί για τον θάνατο του πατέρα του, σε ηλικία μόλις 16 ετών, έπιασε για πρώτη φορά όπλο και αποφάσισε να ενταχθεί στον αντικαθεστωτικό «Ελεύθερο Συριακό Στρατό». Ένα χρόνο αργότερα, στα 17 του χρόνια, σκότωσε τον πρώτο κυβερνητικό στρατιώτη. «Δεν είχα σκεφτεί ποτέ ότι θα πυροβολούσα οποιονδήποτε, αλλά (ο πατέρας μου) ήταν όλη η ζωή μου και ήθελα να πολεμήσω για αυτόν. Δεν με ενδιέφερε αν γινόμουν μάρτυρας πολεμώντας το καθεστώς, επειδή τότε τουλάχιστον θα συναντούσα τον πατέρα μου». Λίγο καιρό μετά τραυματίστηκε στο πόδι από σφαίρα, τραύμα που του άφησε δυσκολία στο περπάτημα. Η Ντεράα σήμερα έχει χάσει σχεδόν τον μισό πληθυσμό της. «Οι περισσότεροι συμμαθητές μου έχουν φυλακιστεί ή σκοτωθεί από τους τραμπούκους του Άσαντ» λέει, προσθέτοντας πως απεχθάνεται αυτούς που επέλεξαν να φύγουν μια περίοδο που η χώρα τους τους χρειαζόταν περισσότερο. Από τους άλλους τέσσερις που έγραψαν στον τοίχο εκείνη την ημέρα, ένας σκοτώθηκε, δύο έφυγαν από τη Συρία και ένας επίσης έμεινε στην Deraa . «Αν ήξερα αυτά που ξέρω τώρα, δεν νομίζω ότι θα έγραφα εκείνο το σύνθημα. Δεν περίμενα ότι θα είχε πολύ μεγάλες επιπτώσεις. Ποτέ δεν περίμενα ότι θα σκοτωνόταν ο πατέρας μου, ή οι πατεράδες χιλιάδων άλλων αγοριών. Λυπάμαι που τόσοι πολλοί αθώοι έπρεπε να πεθάνουν» τονίζει απαντώντας στο ερώτημα αν ήξερα όλα αυτά που έγιναν αν θα επέλεγε να κάνει τα ίδια με τότε αλλά σε άλλες στιγμές της συνέντευξης φαίνεται να «σκληραίνει» και να έχει πιο σκληροπυρηνική άποψη: «Χωρίς επανάσταση δεν μπορεί να υπάρξει πρόοδος. Το μονοπάτι δεν είναι πάντα εύκολο, αλλά ινσαλάχ (με τη βοήθεια του Θεού) θα είναι καλύτερα για τα παιδιά μας».