Εκ πρώτης όψεως όλα φαίνονταν κανονικά. Η Frida Farrell, πανέμορφη ξανθιά στην αρχή της τρίτης δεκαετίας της ζωής της, είχε εργαστεί επαγγελματικά ως μοντέλο κι έτσι δεν της φάνηκε παράξενο όταν ένας καλοντυμένος Βρετανός της έδωσε την κάρτα του σε έναν πολυσύχναστο δρόμο στο κεντρικό Λονδίνο. Ούτως ή άλλως της είχε συμβεί αμέτρητες φορές στο παρελθόν. Είπε πως το όνομά του ήταν Peter και τη ρώτησε αν ήθελε να κάνει μια δοκιμαστική φωτογράφιση για ένα διαφημιστικό εταιρείας θρυλικών μοτοσικλετών. Η φωτογράφιση θα γινόταν σε υπεράνω υποψίας καλή περιοχή του West End, στη Harley Street. Από το μυαλό της Frida δεν πέρασε η παραμικρή υποψία. Πήγε στη δοκιμαστική φωτογράφιση και όλα ήταν όπως συνήθως: της προσφέρθηκαν φρούτα και σνακ, μια γυναίκα βοηθός του φωτογράφου έφτιαχνε τον φωτισμό και όλα έγιναν όπως στα αμέτρητα φωτογραφικά στούντιο στα οποία είχε βρεθεί στο παρελθόν. Οι φωτογραφίες της άρεσαν στον πελάτη του Peter κι έτσι κανονίστηκε η ημέρα της κανονικής φωτογράφισης. Η Frida θα αμειβόταν με 7.000 λίρες. Την επόμενη ημέρα έφτασε στη γνωστή διεύθυνση στις 12 το μεσημέρι, μπήκε στο ασανσέρ κι ανέβηκε στο ίδιο διαμέρισμα του 5ου ορόφου όπου ο Peter την καλωσόρισε χαμογελαστός. Λίγα δευτερόλεπτα μετά, μόλις εκείνη πέρασε στο χολ, τον άκουσε να κλειδώνει την πόρτα και να βάζει το κλειδί στην τσέπη του. Τότε έβγαλε μαχαίρι. Ο φόβος που την καταλάμβανε στιγμή τη στιγμή έκανε τη Frida να θέλει να κάνει εμετό. Όπως αποδείχθηκε, ο Peter δεν ήταν φωτογράφος αλλά ένας «κυνηγός του σεξ» χωρίς οίκτο που της είχε στήσει παγίδα, παρασύροντάς τη- με τη θέλησή της, αφού δεν γνώριζε- στο διαμέρισμα. Εκεί όπου επρόκειτο να κρατηθεί αιχμάλωτη για τρεις ημέρες κατά τις οποίες ναρκώθηκε και εξαναγκάστηκε να ανταποκριθεί στις σεξουαλικές απαιτήσεις του πριν τη βιάσουν ένα σωρό άγνωστοι. Η δοκιμασία της κράτησε τρεις ημέρες. Η Frida ήταν σκλάβα του σεξ την ώρα που στα κομψά σπίτια της αξιοσέβαστης περιοχής του Λονδίνου όπου βρισκόταν η ελίτ διαφόρων επαγγελματιών, κυρίως γιατρών, έκαναν τις καθημερινές δουλειές τους και οι ασθενείς κανόνιζαν τα ραντεβού τους. Θα σκεφτόταν κανείς πως η ιστορία της Frida εν έτει 2002, σε καλό δρόμο του κεντρικού Λονδίνου, είναι το σενάριο μιας σοκαριστικής και δραματικής ταινίας. Πράγματι η γεννημένη στη Σουηδία Frida, ηθοποιός σήμερα, επέλεξε ουσιαστικά να ξαναζήσει τη δοκιμασία της 14 χρόνια αφότου συνέβη, συνυπογράφοντας το σενάριο της ταινίας που βασίζεται στα γεγονότα του καλοκαιριού του 2002. Η ανατριχιαστική «πινελιά αλήθειας» στην ταινία μπαίνει από το γεγονός πως η ίδια η Frida υποδύεται τον εαυτό της. Το θέμα της ταινίας είναι φρικτό και το ίδιο το φιλμ «Selling Isobel» δεν κάνει καμία προσπάθεια να το «μαλακώσει». Σε μια σκηνή- που συμπεριλήφθηκε και στο trailer- η νεαρή γυναίκα είναι δεμένη με ένα δερμάτινο λουρί.
Μέχρι πρόσφατα πολύ λίγοι άνθρωποι από τον περίγυρο της Frida γνώριζαν για την απαγωγή της- ανάμεσά τους η μητέρα της και ο Βρετανός σύζυγός της Chris Farrell. Η ίδια έκρινε ωστόσο πως είχε έρθει η στιγμή να μιλήσει ανοιχτά και να αφηγηθεί την ιστορία της. Το βραβείο απέσπασε βραβείο Indie στο Raindance Festival. Μια σοκαριστική πτυχή της υπόθεσης- εκτός από την ίδια την απαγωγή φυσικά- είναι πως η Frida πήγε στην αστυνομία μετά την επίθεση αλλά η κατάθεσή της δεν λήφθηκε σοβαρά υπόψη και ο Peter δεν συνελήφθη ποτέ. Η Frida θυμάται πολλές «παράξενες» λεπτομέρειες της φρικτής περιπέτειάς της: το ποτήρι με το γάλα όπου φαίνεται πως της είχαν ρίξει κάποια ναρκωτική ουσία, ένα σάντουιτς που επίσης κάποιο ναρκωτικό είχε μέσα, την κουζίνα από την οποία είχαν αφαιρεθεί τα ντουλάπια. Την εποχή της απαγωγής της η Frida ήταν μοντέλο από το Μάλμο της Σουηδίας με τη φιλοδοξία να γίνει ηθοποιός. Είχε μετακομίσει στο Λονδίνο και είχε αρχίσει τις σπουδές της στο Central School of Speech and Drama. Ο Peter ήταν 50άρης, φιλικός και πολύ «τυπικός Βρετανός». Της έδωσε την κάρτα του κι εκείνη τσέκαρε αργότερα να τα στοιχεία που της είχε δώσει ήταν αληθινά. Ο Peter είχε μια κανονική ιστοσελίδα και όλα έδειχναν κανονικά. Την ίδια γνώμη είχε και ο τότε σύντροφός της, που μαζί έκαναν έλεγχο των στοιχείων του «φωτογράφου». Ήταν αδύνατο να φανταστεί πως λίγες ώρες αργότερα ο ίδιος άνδρας θα κλείδωνε πίσω της την πόρτα. «Γύρισα και όλα κινήθηκαν σε αργή κίνηση στο κεφάλι μου. Σκεφτόμουν ‘μισό λεπτό, έβγαλε το κλειδί και το έβαλε στην τσέπη του. Γιατί;’», αφηγείται η γυναίκα στη Daily Mail. Ο Peter πέρασε δίπλα της κι έβγαλε μαχαίρι. «Δεν μου επιτέθηκε, δεν έκανε τίποτα τρελό… απλώς θυμάμαι να στέκομαι στο χολ, να τον βλέπω να περπατάει και τα πόδια μου να μην κινούνται», περιγράφει. Άρχισε να νιώθει πως θα κάνει εμετό και ζήτησε να πάει στο μπάνιο. Αναγκάζοντάς τη να αφήσει έξω την τσάντα και το κινητό της, ο Peter της το επέτρεψε. Εκείνη προσπάθησε να περάσει από το μικροσκοπικό παράθυρο του μπάνιου αλλά το άλμα από τον 5ο όροφο της φάνηκε βέβαιος θάνατος. Έτσι γύρισε πίσω. Ο Peter της έδωσε μια τσάντα με εσώρουχα και της είπε να τα φορέσει. Μετά της έδωσε ένα ποτήρι γάλα που η ίδια πιστεύει πως περιείχε κάποια ναρκωτική ουσία. Την έβαλε να ποζάρει για φωτογραφίες πριν την εξαναγκάσει να ανταποκριθεί στις σεξουαλικές επιθυμίες του. Σε εκείνο το σημείο η γυναίκα φαίνεται να χάνει τις αισθήσεις της. Το επόμενο πράγμα που θυμάται είναι να ξυπνά σε ένα μονό κρεβάτι σε ένα άδειο δωμάτιο, φορώντας ακόμα το σουτιέν αλλά όχι το εσώρουχο. Ο Peter μπήκε στο δωμάτιο και της έδωσε ένα σάντουιτς που επίσης κάποια ουσία περιείχε καθώς από το σημείο αυτό η ιστορία γίνεται ακόμα πιο παράξενη και σκοτεινή. Η επόμενη ανάμνησή της είναι να ξυπνά το επόμενο πρωί σε άλλο διαμέρισμα στο υπόγειο του ίδιου κτιρίου. Μέσα από τα κάγκελα στο παράθυρο έβλεπε τα πόδια των περαστικών που πηγαινοέρχονταν στη Harley Street. Μόνη, η Frida επιχείρησε να βρει κάτι που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ως όπλο. Φαίνεται όμως πως ο Peter τα είχε σκεφτεί όλα και είχε αφαιρέσει τα πάντα: τις πόρτες των ντουλαπιών, τα ράφια, ακόμα και το κάθισμα της τουαλέτας.
«Αν θυμόμουν όλα όσα συνέβησαν…»
Η Frida πιστεύει πως παρέμεινε εκεί επί τρεις ημέρες. Στο διάστημα αυτό αρκετοί άνδρες μπήκαν στο διαμέρισμα για να κάνουν σεξ μαζί της. Θυμάται έναν αφροαμερικανό, έναν Κινέζο κι έναν Γερμανό. «Συνολικά ήταν τέσσερις ή πέντε», λέει. Πιστεύει πως τη νάρκωναν συνέχεια και θεωρεί πως αυτό ήταν μάλλον καλό. «Αν θυμόμουν όλα όσα συνέβησαν μάλλον θα χρειαζόμουν όλη τη ζωή μου για να αναρρώσω», εξομολογείται. Τότε ήρθε η στιγμή ο Peter να κάνει ένα λάθος. Λέγοντάς της πως ερχόταν «κάποιος σημαντικός» και πως έπρεπε να «βάλει τα δυνατά της», έφυγε βιαστικός ξεχνώντας να κλειδώσει την πόρτα. Αρπάζοντας την ευκαιρία η Frida το έβαλε στα πόδια. Στην κορυφή της σκάλας αναγνώρισε την είσοδο του κτιρίου στο οποίο είχε μπει τρεις μέρες νωρίτερα για την περίφημη φωτογράφιση που δεν έγινε ποτέ. «Έτρεξα όσο πιο γρήγορα μπορούσα, έτρεξα, βγήκε από την περιστρεφόμενη πόρτα έστριψα δεξιά και έτρεχα… έτρεχα…», αφηγείται. Μπήκε σε ένα ταξί και πήγε στο σπίτι μιας φίλης της που είχε τη διακριτικότητα να μην κάνει πολλές ερωτήσεις. Δεν ήθελε να γυρίσει σπίτι της, φοβόταν να μείνει μόνη. Δεν τηλεφώνησε ποτέ ξανά στον τότε σύντροφό της τον οποίο μετά την τραυματική εμπειρία της εξοστράκισε από τη ζωή της. Πεπεισμένη πως δεν θα μπορούσε να του εξηγήσει τι συνέβη, δεν του τηλεφώνησε ποτέ ξανά. Τέσσερις ημέρες μετά πήγε στην αστυνομία, η οποία όμως δεν αποδέχθηκε την ιστορία της, όπως λέει, επειδή είχε πάει με τη θέλησή της στο διαμέρισμα του Peters. Είχε προηγουμένως τηλεφωνήσει στη μητέρα της που πήρε το πρώτο αεροπλάνο και ταξίδεψε αμέσως από τη Σουηδία στη Βρετανία. «Δεν πίστεψαν όσα τους είπε», λέει εκείνη, «συνέχεια τη ρωτούσαν αν είχε πάει στο διαμέρισμα με τη θέλησή της και τι φορούσε. Έδειχναν να πιστεύουν πως κάτι τέτοιο είναι αδύνατο να συμβαίνει σε μια τόσο καλή γειτονιά». Η ιστορία είναι πράγματι τόσο αληθινή αλλά ταυτόχρονα και τόσο εξωπραγματική που πολλοί αμφισβήτησαν την αυθεντικότητά της. Δημοσιογράφος των Los Angeles Times τη ρώτησε αν ποτέ αναρωτιέται μήπως το μυαλό της της έκανε «παιχνίδια» και είχε επινοήσει κάποιες πτυχές της ιστορίας. «Όχι, έχω καθαρά την εικόνα του διαμερίσματος στο νου μου. Μπορώ να δω τα χερούλια στις πόρτες και το πάτωμα και τα έπιπλα και το μπάνιο. Μπορώ να σου το ζωγραφίσω» απάντησε εκείνη. Η Frida λέει πως αργότερα η αστυνομία της είπε πως τα διαμερίσματα στο κτίριο αυτό ενοικιάζονταν και με την εβδομάδα και πως ο Peter είχε πληρώσει μετρητά. Τα δακτυλικά του αποτυπώματα δεν ταίριαζαν με άλλα στη βάση δεδομένων των αρχών και ο τηλεφωνικός αριθμός του ήταν από καρτοκινητό που στη συνέχεια απενεργοποιήθηκε. Η ιστοσελίδα του βρέθηκε να οδηγεί στην… ανατολική Ευρώπη κι εκεί τα ηλεκτρονικά ίχνη χάνονταν. Με τα χρόνια η Frida προχώρησε με τη ζωή της και τα Χριστούγεννα του 2005 γνώρισε τον σύζυγό της Chris Farrell. Το 2010 η γυναίκα άρχισε να ασχολείται με την παραγωγή ιδρύοντας με τον Glynn Turner την εταιρεία Development Hell Pictures. Του είπε την ιστορία της και μαζί έγραψαν το σενάριο της ταινίας «Selling Isobel». Τα γυρίσματα άρχισαν το 2013. Η Frida λέει πως αποφάσισε να κάνει την ταινία και να μιλήσει ανοιχτά για να ενημερώσει και άλλες γυναίκες σχετικά με τους κινδύνους του sex-trafficking. Έτσι επέλεξε να αφηγηθεί η ίδια την παράξενη και φρικτή ιστορία της, μετατρέποντάς τη σε μια συναρπαστική ταινία. Δείτε όλα τα θέματα του Weekend