Οι New York Times δημοσίευσαν σήμερα ένα κύριο άρθρο στην πρώτη σελίδα τους, κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά από το 1920, με το οποίο ζητούν να επιβληθεί αυστηρότερος έλεγχος στα πυροβόλα όπλα μετά το φονικό στην Καλιφόρνια, το πιο πολύνεκρο που έχει σημειωθεί τα τρία τελευταία χρόνια στις ΗΠΑ.
Με τίτλο «Να βάλουμε τέλος στην επιδημία των πυροβόλων όπλων στην Αμερική», το κύριο άρθρο της εφημερίδας επικρίνει τους αιρετούς αξιωματούχους για την ευθύνη τους στο ζήτημα αυτό και ζητεί την απαγόρευση ορισμένων τύπων όπλων για τους απλούς πολίτες.
“Αποτελεί ηθικό έγκλημα και εθνική ντροπή το γεγονός ότι πολίτες μπορούν να αγοράζουν νομίμως όπλα που προορίζονται ειδικά για να σκοτώνουν ανθρώπους με κτηνώδη ταχύτητα και αποτελεσματικότητα”, αναφέρεται στο κύριο άρθρο.
Το κείμενο αυτό, το οποίο ανέβηκε στο Ίντερνετ χθες το βράδυ και περιλαμβάνεται στην έντυπη έκδοση του σημερινού φύλλου της εφημερίδας, δημοσιεύεται μετά το φονικό που διαπράχθηκε την Τετάρτη από ένα ζευγάρι στο Σαν Μπερναρντίνο της Καλιφόρνιας και είχε αποτέλεσμα το θάνατο 14 ανθρώπων και τον τραυματισμό 21.
Η επίθεση αυτή είναι η φονικότερη που έχει πραγματοποιηθεί στις ΗΠΑ από το 2012, όταν σε ένα Δημοτικό σχολείο του Νιούτον, στο Κονέτικατ (βορειοανατολικές ΗΠΑ) είχαν σκοτωθεί 27 άνθρωποι, οι 20 από τους οποίους ήταν παιδιά.
Οι αμερικανοί ερευνητές προκρίνουν την υπόθεση μιας τρομοκρατικής ενέργειας για το φονικό αυτό, το οποίο διαπράχθηκε από ένα ζευγάρι πακιστανικής καταγωγής.
Το ισχυρό λόμπι των όπλων
Είναι «δίκαιο και πρέπον» για τις αρχές να ερευνήσουν τους ενόχους και να μάθουν αν η πράξη αυτή συνδέεται με την τρομοκρατία, γράφει η έγκυρη νεοϋορκέζικη εφημερίδα.
Όμως «η προσοχή και ο θυμός των Αμερικανών θα πρέπει επίσης να κατευθυνθεί προς τους αιρετούς αξιωματούχους, η δουλειά τον οποίων είναι να διασφαλίζουν την ασφάλειά μας, όμως εκείνοι στρέφονται προς το χρήμα και την πολιτική εξουσία της βιομηχανίας αυτής» που ευημερεί χάρη στη διάδοση «όλο και πιο ισχυρών πυροβόλων όπλων».
Οι New York Times κατηγορούν τις ΗΠΑ ότι δεν επιχείρησαν να διορθώσουν την κατάσταση, αντίθετα από άλλες χώρες που πληττονται επίσης από την ένοπλη βία. «Ακόμη χειρότερα, οι (αμερικανοί) αιρετοί αξιωματούχοι, δημιουργώντας μια αγορά πυροβόλων όπλων, ενθαρρύνουν τους εν δυνάμει φονιάδες και οι ψηφοφόροι επιτρέπουν σ’ αυτούς τους πολιτικούς να παραμένουν στη θέση τους».
Οι περισσότεροι από τους ρεπουμπλικανούς, οι οποίοι ελέγχουν το Κογκρέσο, υποστηρίζονται οικονομικά από την NRA (Εθνική Ένωση Όπλων), το ισχυρό λόμπι των όπλων, και μπλοκάρουν οποιαδήποτε αμφισβήτηση της σημερινής νομοθεσίας για την ελεύθερη κυκλοφορία των πυροβόλων όπλων, παρά τον πολλαπλασιασμό των φονικών που διαπράττονται με τα όπλα αυτά.
«Είναι πια καιρός να σταματήσουμε να μιλάμε για περιορισμό της διάδοσης των πυροβόλων όπλων και αντ’ αυτού να μειώσουμε με δραστικό τρόπο τον αριθμό τους», γράφει η μεγάλη εφημερίδα. Η απόκτηση ορισμένων τύπων όπλων και πυρομαχικών, ιδιαίτερα επιθετικών τουφεκιών ελαφρά τροποποιημένων (ώστε να παρακάμπτεται ο νόμος) που χρησιμοποιήθηκαν στο φονικό στην Καλιφόρνια «πρέπει να απαγορευτεί για τους πολίτες», τονίζει ο αρθρογράφος.
Ο Άρθουρ Σουλτσμπέργκερ Τζούνιορ, ο διευθυντής έκδοσης της εφημερίδας, εξήγησε με ανακοίνωσή του ότι επέλεξε να δημοσιεύσει αυτό το κύριο άρθρο στην πρώτη σελίδα των New York Times «για να περάσει ένα ισχυρό και ορατό μήνυμα γεμάτο απογοήτευση και αγωνία για την ανικανότητα της χώρας μας να ρυθμίσει τη μάστιγα των πυροβόλων όπλων.
Η προηγούμενη φορά που οι New York Times είχαν δημοσιεύσει κύριο άρθρο στην πρώτη σελίδα ήταν στις 13 Ιουνίου 1920 για να επικρίνουν την ανάδειξη του ρεπουμπλικανού Ουόρεν Χάρντινγκ στην κούρσα για την προεδρία των ΗΠΑ.