Τη φρίκη που έζησε μέσα στο λουτρό αίματος στο Μπατακλάν περιγράφει στη βρετανική Sun, ο 50χρονος Βρετανός Mark Backwell που κατάφερε να επιζήσει από το μακελειό.
Όπως περιγράφει ο ίδιος, πυροβολήθηκε από τους τρομοκράτες στον ώμο και στον καρπό και σύρθηκε με τα γόνατα και το ένα χέρι να κρυφτεί και να γλιτώσει. Γεμάτος αίματα, όπως αναφέρει στη συγκλονιστική μαρτυρία του, σερνόταν ανάμεσα στα πτώματα για να προσπαθήσει να φτάσει στην έξοδο την ώρα που οι τρομοκράτες άδειαζαν τα όπλα τους στο θέατρο Μπατακλάν. «Οι πυροβολισμοί ήταν σαν συνεχίζονταν για μια αιωνιότητα. Ήμουν τόσο τυχερός. Δόξα τω Θεώ ήμουν στο μπροστινό μέρος κοντά στην εξέδρα. Αν ήμουν πιο πίσω τώρα θα ήμουν νεκρός», λέει χαρακτηριστικά.
Ο 50χρονος Βρετανός είχε πάει στη συναυλία με Γάλλους φίλους του και είχαν θέση κοντά στη σκηνή πράγμα που όπως φάνηκε τον έσωσε από τα πυρά. Ο άνδρας από τη Βρετανία, εργαζόμενος σε νοσοκομείο κοντά στο Λονδίνο, περιγράφει λεπτό προς λεπτό το χρονικό: «Ήταν μια υπέροχη βραδιά, είχαμε πιει μια-δυο μπύρες. Έξι από εμάς σχεδιάζαμε μάλιστα να κάνουμε ένα ταξίδι στη Λιλ την επόμενη ημέρα για να δούμε την μπάντα ξανά πριν από την επιστροφή μου την Κυριακή. Τότε ξαφνικά άκουσα έναν ήχο σαν πυροτεχνήματα, σαν να επρόκειτο να μπαίνει το κινεζικό νέο έτος και ακολούθησαν γυναικεία ουρλιαχτά. Το συγκρότημα σταμάτησε να παίζει. Όλοι γύρω μου άρχισαν να πέφτουν κάτω για να κρυφτούν. Έπεσα και εγώ κάτω. Το κεφάλι μου ήταν σε σύγχυση, δεν μπορούσα πραγματικά να καταλάβω τι συνέβαινε. Ήταν ένα πολύ γρήγορο κρακ-κρακ-κρακ-κρακ. Φοβόμουν πολύ αλλά προσπαθούσα να είμαι ήρεμος. Υπήρχε μια έξοδος κοντά στη σκηνή. Περίπου 5 μέτρα αλλά ήταν δεκάδες που προσπαθούσαν να συρθούν ως εκεί και δεν φαινόταν να μπορούσαμε να κινηθούμε. Μπήκα και εγώ μαζί τους να φτάσω την έξοδο αλλά κάποια στιγμή κάποιος κόλλησε στα παπούτσια μου και δεν μπορούσα να συρθώ. Δεν του είπα τίποτα όμως για να μην ακουστώ και γίνω στόχος. Ήταν τόσοι πολλοί που προσπαθούσαν να φτάσουν την έξοδο που ήταν αδύνατον να κινηθούμε. Εντωμεταξύ οι πυροβολισμοί συνεχίζονταν. Ήταν μια κόλαση.»
Ο άνδρας κάποια στιγμή γύρισε πίσω και κοίταξε προσπαθώντας να καταλάβει τι συμβαίνει και τότε είδε τους τρομοκράτες. «Σκέφτηκα ότι δεν μπορεί να είναι απλά κάποιοι ένοπλοι. Τότε συνειδητοποίησα ότι ήταν ένοπλοι ντυμένοι στα μαύρα με αυτόματα όπλα. Ένας είχε μαύρα μαλλιά και μαύρα γένια, φαινόταν αρκετά μικρός και καλά ντυμένος. Αν για παράδειγμα τον έβλεπες σε ένα εστιατόριο θα έλεγες ότι είναι ένας επιτυχημένος επιχειρηματίας. Ταυτόχρονα είδα μια άλλη φιγούρα δίπλα του να πυροβολεί ανθρώπους στο μπαλκόνι. Τότε σκέφτηκα ότι ευτυχώς ήμουν μπροστά στη σκηνή και άρχισα να σέρνομαι ανάμεσα σε πτώματα. Ένιωσα κάτι στον ώμο μου και κατάλαβα ότι είναι σφαίρα. Τι άλλο θα μπορούσε να ήταν… Τότε σκέφτηκα ότι τέλειωσαν όλα. Ευτυχώς η σφαίρα δεν με διαπέρασε και έτσι συνέχισα να σέρνομαι. Πίσω μου σε κάποια απόσταση συνέχιζαν να πυροβολούν. Συνέχισα να σέρνομαι όταν μια δεύτερη σφαίρα με χτύπησε στον καρπό αλλά τόσο ξυστά που μου προκάλεσε μόνο πληγή. Έτσι κατάφερα και συνέχισα να σέρνομαι παρά τον πόνο προς την έξοδο. Είδα ένα σώμα μπροστά μου με αίματα στο πρόσωπο. Δεν φαινόταν ζωντανός. Στη συνέχεια είδα κι άλλα. Δεν ξέρω πόσα. Το μόνο που σκεφτόμουν ήταν πώς θα ζήσω και θα βγω έξω. Ακούγεται εγωιστικό αλλά τι άλλο θα μπορούσα να κάνω; Δύο βήματα πριν την έξοδο σύρθηκα από κάτω τους ενώ οι πυροβολισμοί συνεχίζονταν. Δεν ξέρω πόση ώρα έκανα αυτά τα δύο βήματα. Μπορεί να ήταν ένα λεπτό μπορεί και πέντε. Μου φάνηκε σαν αιωνιότητα αλλά ποτέ δεν έχω νιώσει τόση ανακούφιση φτάνοντας κάπου».
Δύο από τους φίλους του Βρετανού κρατούσαν έναν τρίτο που είχε πυροβοληθεί όπως λέει. Βγαίνοντας έξω από το θέατρο άρχισε να τρέχει και είδε τον πρώτο αστυνομικό. Για δύο ώρες βρήκε καταφύγιο σε ένα γραφείο ενός καταστήματος ενώ αιμορραγούσε και μια γυναίκα που βρέθηκε εκεί και την οποία δεν ήξερε του κρατούσε σφιχτά τις πληγές όπως περιγράφει. Ο 50χρονος μιλώντας στην εφημερίδα εκφράζει τη θλίψη του για όσους δεν κατάφεραν να διαφύγουν και όπως λέει ακούει ακόμη στα αυτιά του τη φρίκη από τα όπλα και τα ουρλιαχτά.