Εκτός ελέγχου φαίνεται πως βρίσκεται ο νεοεκλεγείς και ισχυροποιημένος πλέον «σουλτάνος του Βοσπόρου», Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με τις πρώτες κινήσεις του να επιβεβαιώνουν τους διεθνείς φόβους για ρεβανσιστικό πογκρόμ εναντίον των επικριτών του κατά την προεκλογική περίοδο.
Δύο ημέρες μετά την μεγάλη νίκη στις βουλευτικές εκλογές του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του προέδρου Ερντογάν, το οποίο κέρδισε την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών στο κοινοβούλιο, σύμφωνα με τις καταγγελίες του φιλοκουρδικού HDP και του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη μέσα σε κλίμα βίας και νοθείας, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επιβεβαιώνει το απολυταρχικό του καθεστώτος του και εξαπολύει γενικευμένες πολιτικές διώξεις σε συνέχεια του κλίματος εκφοβισμού που καλλιεργήθηκε προεκλογικά.
Πριν ακόμα προχωρήσει στη συνταγματική αναθεώρηση, με την οποία θα μεταβάλει από κοινοβουλευτική σε προεδρική την τουρκική δημοκρατία, χρίζοντας και επίσημα εαυτόν «σουλτάνο» με απόλυτες υπερεξουσίες, ο Ερντογάν βάζει μπρος με εκκαθαριστικές επιχειρήσεις το σχέδιο για «ξεκαθάρισμα» όλων των ανοιχτών λογαριασμών του τελευταίου πενταμήνου που είχε χάσει την αυτοδυναμία του.
Τουλάχιστον 35 άνθρωποι συνελήφθησαν σήμερα στην Τουρκία στο πλαίσιο δικαστικής έρευνας που ξεκίνησε στη Σμύρνη, στην δυτική Τουρκία, κατά προσκείμενων στον ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν, του «υπ’αριθμόν ένα εχθρού του λαού» για τον ισλαμοσυντηρητικό πρόεδρο της χώρας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Η επιχείρηση αυτή, η οποία διεξήχθη στον απόηχο του «λουκέτου» σε τηλεοπτικούς σταθμούς και εφημερίδες φίλα προσκείμενων στον Γκιουλέν, έγινε σε 18 επαρχίες της χώρας και είχε ως αποτέλεσμα τη σύλληψη αστυνομικών και δημόσιων λειτουργών που ήταν ύποπτοι για «κατοχή στρατιωτικών εγγράφων και εμπιστευτικών εγγράφων», διευκρίνισε το πρακτορείο ειδήσεων Dogan.
Στα νοτιοανατολικά της Τουρκίας, στα εδάφη του Κουρδιστάν, ο Ερντογάν διέταξε κλιμάκωση των συντονισμένων επιθέσεων των δυνάμεων ασφαλείας ενάντια σε Κούρδους, με την ευρύτερη περιοχή του Ντιγιάρμπακίρ να αποτελεί καζάνι που βράζει, καθώς ήδη καταγράφηκε και ο πρώτος νεκρός από τουρκικά πυρά μετά τις εκλογές. Πρόκειται για έναν 22χρονο Κούρδο.
Στην κουρδική πόλη Σιλβάν, νεολαίοι του PKK και Κούρδοι πολίτες έσκαψαν χαρακώματα για να κρατήσουν μακριά την αστυνομία και τις στρατιωτικές δυνάμεις, με αποτέλεσμα το καθεστώς Ερντογάν να επιβάλει απαγόρευση κυκλοφορίας σε τρεις γειτονιές της πόλης, στην οποία είχε εισβάλει ο στρατός με άρματα μάχης από τις 2 Οκτωβρίου.
Την ίδια ώρα αυξάνονται οι φόβοι διεθνών παρατηρητών, ότι με νωπή λαϊκή εντολή ο Ερντογάν θα επιχειρήσει τη δημιουργία τετελεσμένου στα πρότυπα της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, με επιθέσεις κατά των Κούρδων της Συρίας εντός των συριακών εδαφών, κοντά στην ευρύτερη περιοχή του πολύπαθου Κομπάνι και με το πρόσχημα της μάχης κατά της «τρομοκρατίας», στην οποία το καθεστώς Ερντογάν επιχειρεί να εξισώσει το Ισλαμικό Κράτος με τους Κούρδους του PKK, του YPG και του PYD.
Υπενθυμίζεται ότι ο Ερντογάν, ο οποίος έχει συγκεντρώσει βαρύ πυροβολικό και άρματα μάχης στα νοτιοανατολικά σύνορα με τη Συρία εδώ και μήνες, χωρίς να έχει προβεί ωστόσο σε κάποια κίνηση, έχει ταχθεί ανοιχτά υπέρ της δημιουργίας μίας «ζώνης ασφαλείας» στην περιοχή που απέτυχαν να ελέγξουν οι τζιχαντιστές, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να αποκλείσει εκ προοιμίου το ενδεχόμενο δημιουργίας κουρδικού κράτους που θα οδηγήσει σε διάσπαση νομοτελειακά και την Τουρκία των 25 εκατ. Κούρδων. Τυχόν επέμβαση της Άγκυρας στα συριακά εδάφη εναντίον των Κούρδων ωστόσο θα εμπλέξει ακόμα περισσότερο την κατάσταση στη φλεγόμενη Συρία, καθώς πλέον YPG και PYD αποτελούν πλέον επίσημους συμμάχους των ΗΠΑ, οι οποίες τους εξοπλίζουν.
Την ίδια ώρα ο τουρκικός στρατός ανακοίνωσε ότι πραγματοποίησε αεροπορικά πλήγματα εναντίον βάσεων των μαχητών του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK) κατά μήκος των συνόρων με το βόρειο Ιράκ τη Δευτέρα, προαναγγέλλοντας μάλιστα περαιτέρω κλιμάκωση των επιδρομών.
Τα χθεσινά αεροπορικά πλήγματα στο βόρειο Ιράκ έθεσαν στο στόχαστρο κρησφύγετα και αποθήκες οπλισμού που χρησιμοποιούνται από το PKK, ανέφερε σήμερα το γενικό επιτελείο στρατού στην ιστοσελίδα του. Επλήγησαν επίσης στόχοι του PKK στην τουρκική επαρχία Χακάρι (νοτιοανατολικά) κοντά στη μεθόριο με το Ιράκ.
Στο μεταξύ, η τουρκική ισλαμο-συντηρητική κυβέρνηση απέρριψε σήμερα κατηγορηματικά τις διεθνείς επικρίσεις που διατυπώθηκαν για την καταστολή της ελευθερίας της έκφρασης στην Τουρκία κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας.
«Δεν ασκούνται πιέσεις στα μέσα ενημέρωσης. Κανείς δεν είναι υποχρεωμένος να σωπαίνει σε αυτή τη χώρα, δεν είναι αυτή η περίπτωση», δήλωσε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Γιαλτσίν Ακντογάν, σε μια συνέντευξη στο ενημερωτικό τηλεοπτικό δίκτυο NTV.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες εξέφρασαν χθες λύπη για τις «πιέσεις» και τους «εκφοβισμούς» με στόχο τα μέσα ενημέρωσης στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας.
Από την πλευρά τους, οι παρατηρητές του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) κατηγόρησαν τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για «παρεμβάσεις στη συντακτική αυτονομία των μέσων ενημέρωσης».
Χθες η τουρκική αστυνομία συνέλαβε δύο υψηλόβαθμα στελέχη ενός περιοδικού που παρουσίαζε στο εξώφυλλό του τη νίκη του AKP του Ερντογάν στις βουλευτικές εκλογές ως «την έναρξη του εμφυλίου πολέμου στην Τουρκία».
Αντίθετα ο Ακντογάν δικαιολόγησε σήμερα τις αποφάσεις της δικαιοσύνης εναντίον αυτoύ που χαρακτήρισε «παρεκκλίσεις» από τον νόμο. «Δεν μπορεί να υπάρχει μια ασπίδα που προστατεύει τα μέσα, δεν μπορείτε να εκφέρετε προσβολές», υποστήριξε.
Μια ημέρα πριν από τη διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών, περίπου πενήντα διεθνή μέσα, ανάμεσα στα οποία και το Γαλλικό Πρακτορείο (AFP), έστειλαν ανοικτή επιστολή στον τούρκο πρόεδρο για να του κοινοποιήσουν την ανησυχία τους όσον αφορά τις επιθέσεις εναντίον της ελευθερίας του Τύπου στην Τουρκία.
Στην επιστολή παρατίθενται σειρά περιστατικών των τελευταίων δύο μηνών, κυρίως οι δύο επιθέσεις εναντίον των γραφείων της εφημερίδας Hurriyet και η έφοδος της αστυνομίας στην έδρα του ομίλου μέσων ενημέρωσης της αντιπολίτευσης Koza Ipek Media, καθώς και άλλες διώξεις και συλλήψεις.
Το AKP κέρδισε τις εκλογές με ποσοστό 49,4% των ψήφων και κατέκτησε και πάλι την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών στο Κοινοβούλιο την οποία είχε χάσει στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου.