Όταν ο έφηβος γιος της Σαλίχα Μπεν Αλί σκοτώθηκε καθώς έφυγε από το Βέλγιο για να ενταχθεί και να πολεμήσει πλάι στους τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία, η ίδια ήθελε να κάνει ό,τι μπορούσε ώστε άλλες μητέρες να μην βιώσουν έναν αντίστοιχο σπαραγμό.
«Το μήνυμα μου είναι: Προσπαθήστε να βρείτε βοήθεια, σας παρακαλώ μιλήστε για αυτό, μην είστε μόνες», είπε σε μια συζήτηση που πραγματοποιήθηκε χθες σχετικά με το ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν οι γυναίκες στη μάχη ενάντια στην ιδεολογία της εξτρεμιστικής οργάνωσης.
Περίπου 30.000 ξένοι έχουν ενταχθεί στο Ισλαμικό Κράτος και σε άλλες μαχητικές οργανώσεις για να πολεμήσουν στο Ιράκ και τη Συρία, σύμφωνα με έρευνα από το Αμερικανικό κογκρέσο, που δόθηκε στη δημοσιότητα την περασμένο μήνα, ενώ χιλιάδες από τους ξένους μαχητές προέρχονται από δυτικές χώρες.
Η οργάνωση που ίδρυσε η Μπεν Αλί, με τίτλο «Κοινωνία Ενάντια στην Εξτρεμιστική Βία (SAVE)» και έδρα το Βέλγιο, εργάζεται με οικογένειες που προσπαθούν να προστατέψουν νέους ανθρώπους από εκείνους που επιχειρούν να τους στρατολογήσουν σε εξτρεμιστικές οργανώσεις και να βοηθήσουν τις οικογένειες που τα παιδιά τους έχουν ήδη φύγει για την Μέση Ανατολή.
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αποτελούν ένα καίριο εργαλείο με το οποίο στρατολογούν οι εξτρεμιστές, καθώς τους επιτρέπει να παρακάμψουν τους γονείς μιλώντας απευθείας σε ευεπηρέαστα νεαρά παιδιά.
«Ο γιος μου ριζοσπαστικοποιήθηκε μέσα σε μόλις τρεις μήνες και όταν κατάλαβα τι συνέβη, ήταν ήδη πολύ αργά», δήλωσε η Μπεν Αλί στο παγκόσμιο συνέδριο «Γυναίκες στον Κόσμο» που πραγματοποιήθηκε στο Λονδίνο.
Οι μητέρες μπορούν να βοηθήσουν παρατηρώντας σημάδια ριζοσπαστικοποίησης και να ζητούν βοήθεια όταν είναι ανήσυχες, τόνισε.
Ενώ όλοι όσοι πολεμούν για το Ισλαμικό Κράτος είναι άνδρες, πολλές γυναίκες έχουν επίσης φύγει από δυτικές χώρες για το Ιράκ και τη Συρία διαδραματίζοντας έναν σημαντικό ρόλο στην επιβίωση της οργάνωσης, δήλωσε η Σάσα Χάντλιτζεκ, διευθύντρια του Ινστιτούτου Στρατηγικού Διαλόγου, μια ομάδα εργασίας με έδρα το Λονδίνο.
«Το σχέδιο του Ισλαμικού Κράτους δεν είναι απλά να προσελκύσει ξένους μαχητές, αλλά η εγκαθίδρυση ενός κράτους», δήλωσε σε συνέντευξή της στο Thomson Reuters Foundation.
Ενώ ιστορικά εξτρεμιστικές οργανώσεις έχουν στρατολογήσει γυναίκες, η μέθοδος με την οποία το Ισλαμικό Κράτος συστηματικά τις χρησιμοποιεί είναι πρωτοφανής, σύμφωνα με την Χάντζιτζεκ, κάνοντας αναφορά στην έρευνα της για τη δραστηριότητα των γυναικών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που έχουν ενταχθεί στην οργάνωση.
Ενώ παρατηρείται μια σταθεροποίηση στον αριθμό νέων ανδρών μαχητών, υπάρχει μια αύξηση στις γυναίκες και στις οικογένειες που καταφθάνουν, ανέφερε, με τις γυναίκες συχνά να παντρεύονται άλλους ξένους μαχητές.
«Οι γυναίκες δεν παίζουν δευτερεύοντα ρόλο, το Ισλαμικό Κράτος έχει μια ρητή και συντονισμένη στρατηγική στρατολόγησης γυναικών η οποία αποδεικνύεται ιδιαιτέρως πετυχημένη έχουν ένα τμήμα προώθησης και είναι υψηλής τεχνικής», σημείωσε η Χάντλιτζεκ.
Οι γυναίκες που εντάσσονται στο Ισλαμικό Κράτος «απορρίπτουν το μοντέλο χειραφέτησης του ‘Sex and the City’ και υποστηρίζουν πως δεν δουλεύει για αυτές», επισήμανε.
Οι κοινωνίες που δίνουν αξία στην εκπαίδευση των κοριτσιών είναι λιγότερο ευάλωτες στην ιδεολογία των τζιχαντιστών, ενώ ισλαμιστικές μαχητικές οργανώσεις επιδιώκουν να χαλιναγωγήσουν τα δικαιώματα των γυναικών, δήλωσε η Σάρα Καν, συνδιευθύντρια και ιδρύτρια της βρετανικής φιλανθρωπικής οργάνωσης «Inspire» ενάντια στον εξτρεμισμό .
«Κάθε φορά που βλέπουμε να έρχονται στην εξουσία θρησκευτικοί εξτρεμιστές, ένα από τα πρώτα πράγματα που παρατηρούμε – εγγυημένα – είναι ο περιορισμός των δικαιωμάτων των γυναικών… Για ποιο λόγο οι Ταλιμπάν προσπάθησαν να δολοφονήσουν την Μαλάλα; Για ποιο λόγο η Μπόκο Χαράμ έκλεισε τα σχολεία;»
Είναι ζωτικής σημασίας να αντιμετωπίσουμε την αξίωση του Ισλαμικού Κράτους για θρησκευτική ορθότητα, τιμώντας την ιστορία των Μουσουλμάνων που έχουν αποδεχτεί τα δικαιώματα των γυναικών και επισημαίνοντας το γεγονός πως η συντριπτική πλειοψηφία εκείνων που ενεργά εναντιώνονται στην οργάνωση είναι Μουσουλμάνοι, πρόσθεσε.