Η αναθέρμανση των διμερών σχέσεων ΗΠΑ- Κούβας και το αμερικανικό εμπάργκο που εξακολουθεί να βρίσκεται σε ισχύ βρέθηκαν στο επίκεντρο της συνάντησης που είχε στην Κούβα αντιπροσωπεία γερουσιαστών του Ρεπουμπλικανικού κόμματος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής με τον αντιπρόεδρο της Κούβας Μιγκέλ Ντίας-Κανέλ.
Ο δεύτερος τη τάξει της κυβέρνησης της Κούβας «έκανε δεκτούς το Σάββατο τους Ρεπουμπλικανούς Τζεφ Φλέικ, Σούζαν Κόλινς και Πάτρικ Ρόμπερτς, γερουσιαστές αντιστοίχως της Αριζόνας, του Μέιν και του Κάνσας, που πραγματοποιούν επίσκεψη»στη νήσο, ανέφερε κυβερνητική ανακοίνωση την οποία διάβασε παρουσιαστής ειδήσεων της δημόσιας τηλεόρασης.
Κατά τη διάρκεια της συνάντησης έγινε «συζήτηση για την πρόοδο της διαδικασίας εκσυγχρονισμού του οικονομικού και κοινωνικού μοντέλου της χώρας μας και για το τρέχον πλαίσιο των σχέσεων ανάμεσα στην Κούβα και τις ΗΠΑ, ειδικά την ανάγκη να τερματιστεί το εμπάργκο» που επιβάλλει η Ουάσινγκτον από το 1962, προστίθεται στην ανακοίνωση.
Η Χοσεφίνα Βιδάλ, η γενική διευθύντρια του τμήματος που είναι αρμόδιο για τις ΗΠΑ στο ΥΠΕΞ της Κούβας και επικεφαλής της αντιπροσωπείας της χώρας της στις συνομιλίες που βρίσκονται σε εξέλιξη, συμμετείχε στη συνάντηση.
Οι γερουσιαστές συναντήθηκαν επίσης με τον επικεφαλής της διπλωματίας της Κούβας Μπρούνο Ροντρίγκες.
Στην κυβερνητική ανακοίνωση σημειώθηκε πως ο Τζεφ Φλέικ, μέλος της Επιτροπής Διεθνών Σχέσεων της Γερουσίας, είναι ένας από τους βασικούς εισηγητές του «νόμου για την ελευθερία των ταξιδιών στην Κούβα», ο οποίος κατατέθηκε στα τέλη του Ιανουαρίου στο Κογκρέσο και προβλέπει την άρση των ταξιδιωτικών περιορισμών για τους Αμερικανούς πολίτες που θα ήθελαν να επισκεφθούν τη νήσο.
Η Κούβα και οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν τον περασμένο Δεκέμβριο την έναρξη διαδικασίας με στόχο την αποκατάσταση των διμερών τους σχέσεων, οι οποίες είχαν διακοπεί το 1961, εν μέσω του Ψυχρού Πολέμου. Έκτοτε έχουν μεταβεί αρκετές αντιπροσωπείες Αμερικανών κοινοβουλευτικών και έχουν συναντηθεί με κυβερνητικούς αξιωματούχους της Κούβας.
Η Αβάνα θεωρεί ότι η άρση του εμπάργκο—που μπορεί να γίνει μόνο από το Κογκρέσο, όπου πλειοψηφούν οι Ρεπουμπλικάνοι—είναι αναγκαία προϋπόθεση για την πλήρη εξομάλυνση των διμερών σχέσεων.