Τα ιμπεριαλιστικά σχέδια του Ντόναλντ Τραμπ για τη Γροιλανδία, τον Καναδά και τον Παναμά συχνά ακούγονται σαν τις φλυαρίες ενός «καρχαρία» ακινήτων που εξισώνει την εξωτερική πολιτική και την πολιτική εμπορίου με ένα κυνήγι νέων συμφωνιών, αναφέρει σε ανάλυσή του το CNN.

Ωστόσο, υπάρχει μέθοδος στη νοοτροπία του επεκτατισμού. Ο Τραμπ, με τον μοναδικό του τρόπο, αντιμετωπίζει ζητήματα εθνικής ασφάλειας που οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να αντιμετωπίσουν σε έναν νέο κόσμο, που διαμορφώνεται από την άνοδο της Κίνας, τις ανισότητες της παγκοσμιοποίησης, την τήξη των πολικών πάγων και την αστάθεια των μεγάλων δυνάμεων.

Η στάση του ενσωματώνει, επίσης, την αρχή του «Πρώτα η Αμερική», η οποία χρησιμοποιεί την ισχύ των ΗΠΑ, επιδιώκοντας αδιάκοπα την εξυπηρέτηση στενών εθνικών συμφερόντων, ακόμη και με εξαναγκασμό μικρότερων, συμμαχικών δυνάμεων.

Οι σκέψεις του Τραμπ για τερματισμό της Συνθήκης της Διώρυγας του Παναμά δείχνουν ξεκάθαρα την εμμονή της νέας διοίκησης με την εισβολή ξένων δυνάμεων στο δυτικό ημισφαίριο. Αυτή δεν είναι μια νέα ανησυχία, είναι μια διαρκής πτυχή της αμερικανικής ιστορίας, που ξεκινά από το Δόγμα Μονρόε τη δεκαετία του 1820, όταν οι ευρωπαίοι αποικιοκράτες αποτελούσαν απειλή. Το ζήτημα παρέμεινε επίκαιρο κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου με τις κομμουνιστικές φοβίες. Οι σημερινοί σφετεριστές είναι η Κίνα, η Ρωσία και το Ιράν.

Η πεποίθηση του Τραμπ, παράλληλα, ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να κυριαρχούν απόλυτα στη δική τους σφαίρα επιρροής αποτελεί επίσης μια σημαντική ένδειξη για το πώς μπορεί να διαχειριστεί καίρια παγκόσμια σημεία ανάφλεξης, συμπεριλαμβανομένου του πολέμου στην Ουκρανία και ενδεχομένως, ακόμη και της Ταϊβάν.

Ωστόσο, ο νεο-αποικιοκρατισμός του 21ου αιώνα αποτελεί τεράστιο κίνδυνο και φαίνεται βέβαιο ότι θα συγκρουστεί με το Διεθνές Δίκαιο. Και ο Τραμπ θα μπορούσε να υπονομεύσει την ισχύ της Αμερικής καταστρέφοντας συμμαχίες που χτίστηκαν επί γενεές και αποξενώνοντας τους φίλους της.

Ο Τραμπ διατηρεί τη στρατιωτική ισχύ ως επιλογή

Ο Τραμπ έριξε λάδι στη φωτιά ενός κόσμου γεμάτου ανησυχία για τη δεύτερη θητεία του την περασμένη Τρίτη (07/01), όταν ένας δημοσιογράφος τον ρώτησε αν μπορεί να αποκλείσει τη χρήση στρατιωτικής δύναμης για να ανακτήσει τη Διώρυγα του Παναμά ή να πάρει τον έλεγχο της στρατηγικά σημαντικής Γροιλανδίας.

«Δεν πρόκειται να δεσμευτώ για αυτό, όχι» είπε ο Τραμπ στο Mar-a-Lago. «Ίσως χρειαστεί να κάνουμε κάτι».

Οι Καναδοί ανακουφίστηκαν όταν έμαθαν ότι ο εκλεγμένος πρόεδρος δεν πρόκειται να στείλει την 82η Αερομεταφερόμενη Μονάδα πέρα από τον 49ο Παράλληλο. Είπε ότι θα χρησιμοποιούσε μόνο οικονομική δύναμη για να προσαρτήσει τη βόρεια κυρίαρχη δημοκρατία ως την 51η Πολιτεία.

Όπως συμβαίνει συχνά με τον Τραμπ, οι απειλές του συνδυάζονταν με κακεντρέχεια και πονηριά. Και υπήρχε ένα χαρακτηριστικό στοιχείο φάρσας, καθώς ο γιος του, Ντόναλντ Τζούνιορ, πέταξε με το Boeing της οικογένειας στη Γροιλανδία, με μια φιγούρα του πατέρα του να είναι τοποθετημένη στο ταμπλό του πιλοτηρίου. «Make Greenland Great Again!» έγραψε ο εκλεγμένος πρόεδρος στο δίκτυό του Truth Social λίγο προτού προσγειωθεί ο γιος του.

Είναι απίθανο ο Τραμπ να πάρει αυτό που θέλει με τον Καναδά, τον Παναμά ή τη Γροιλανδία. Έτσι, η στρατηγική του μπορεί να στοχεύει στο να επιτύχει καλύτερες συμφωνίες για τις ΗΠΑ – ίσως μια έκπτωση για αμερικανικά πλοία που διασχίζουν τη βασική πλωτή οδό μεταξύ του Ατλαντικού και του Ειρηνικού Ωκεανού, μεγαλύτερη πρόσβαση των ΗΠΑ σε σπάνιες γαίες στη Γροιλανδία και στις θαλάσσιες διαδρομές που αποκαλύπτονται από την τήξη των πολικών πάγων, καθώς και μια νέα εμπορική συμφωνία με τον Καναδά που μπορεί να ωφελήσει τους αμερικανούς κατασκευαστές. Ο Τραμπ θα φρόντιζε να παρουσιάσει οποιαδήποτε από αυτές τις συμφωνίες ως τεράστια νίκη που μόνο εκείνος θα μπορούσε να επιτύχει, ακόμη και αν τελικά είναι μάλλον επιφανειακές, όπως το US – Mexico – Canada Pact της πρώτης του θητείας.

Οι απειλές του Τραμπ αναδεικνύουν μία από τις λογικές πίσω από την εξωτερική πολιτική του: ότι κάθε χώρα θα πρέπει να επιδιώκει επιθετικά τους στόχους της μονομερώς, με τρόπο που αναπόφευκτα θα ωφελεί ισχυρά, πλούσια έθνη, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες.

«Ως πρόεδρος, έχω απορρίψει τις αποτυχημένες προσεγγίσεις του παρελθόντος και βάζω περήφανα την Αμερική πρώτη, όπως πρέπει να βάζετε τις χώρες σας πρώτες. Αυτό είναι εντάξει, αυτό πρέπει να κάνετε» είπε ο Τραμπ στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών το 2020.

Αυτή είναι μια ιδεολογία που αποστάζεται από μια ζωή στην οποία ο Τραμπ προσπάθησε πάντα να είναι το πιο επιθετικό άτομο σε κάθε δωμάτιο, στην προσπάθεια να επιτύχει «νίκες» έναντι ασθενέστερων αντιπάλων. Αυτό εξηγεί τη δήλωσή του ότι η Δανία πρέπει να παραδώσει τη Γροιλανδία, μια αυτοδιοικούμενη οντότητα μέσα στο βασίλειό της, επειδή είναι σημαντική για την ασφάλεια των ΗΠΑ. Αν όχι, είπε ο Τραμπ, «θα επιβάλω στη Δανία δασμούς σε πολύ υψηλό επίπεδο».

Γροιλανδία

Η αντίληψη του εκλεγμένου προέδρου ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα έπρεπε να έχουν τον πλήρη έλεγχο της Διώρυγας του Παναμά χαρακτηρίζει την απόφαση να παραδοθεί το κανάλι το 1999, βάσει μιας συνθήκης που υπεγράφη από τον Τζίμι Κάρτερ, ως «βλακεία» που σπατάλησε τα πλεονεκτήματα της αμερικανικής ισχύος. Υποστήριξε ψευδώς ότι τα αμερικανικά πλοία υφίστανται διακρίσεις όσον αφορά στα τέλη διέλευσης και ότι η Κίνα, και όχι ο Παναμάς, διαχειρίζεται τη θαλάσσια οδό. (Εταιρείες που ανήκουν στο Πεκίνο διαχειρίζονται ορισμένα λιμάνια στον Παναμά.)

«Δώσαμε τη Διώρυγα του Παναμά στον Παναμά. Δεν τη δώσαμε στην Κίνα, και την έχουν καταχραστεί» δήλωσε ο Τραμπ λίγο προτού φτάσει η σορός του Κάρτερ στην Ουάσιγκτον για την κηδεία του.

Η σκληρή προσέγγιση του Τραμπ εξηγεί, επίσης, γιατί βλέπει μικρή διάκριση μεταξύ συμμάχων και αντιπάλων των Ηνωμένων Πολιτειών. Για παράδειγμα, παραπονέθηκε την Τρίτη ότι ο Καναδάς, ο πιο στενός γεωγραφικός φίλος της Αμερικής, επωφελείται δωρεάν από την αμερικανική αμυντική ομπρέλα και επομένως θα έπρεπε να είναι Πολιτεία και όχι έθνος. Μια τέτοια άποψη απορρίπτει τη φιλελεύθερη τάξη που έχουν οικοδομήσει οι Ηνωμένες Πολιτείες και η οποία βλέπει τις συμμαχίες ως επενδύσεις που πολλαπλασιάζουν την αμερικανική ισχύ και προστατεύουν τη δημοκρατία και την ελευθερία.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να αποσύρονται από τον κόσμο, αλλά ενισχύουν την επιρροή τους στη γειτονιά τους

Η αποστολή στρατευμάτων για την κατάληψη της Διώρυγας του Παναμά ή της Γροιλανδίας μπορεί να έρχεται σε αντίθεση με τις προεκλογικές προειδοποιήσεις του Τραμπ ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να αποφεύγουν νέες ξένες εμπλοκές. Αλλά ενσαρκώνει την ιδεολογία του «Πρώτα η Αμερική». Μια αποχώρηση από τον παλιό κόσμο σε μια δεύτερη θητεία του Τραμπ θα μπορούσε να αντικατασταθεί από έναν «ηπειρωτισμό» που ίσως «εκτοπίσει την παγκοσμιοποίηση», υποστήριξε ο Χαλ Μπραντς, καθηγητής παγκόσμιων υποθέσεων στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins, στο Foreign Affairs τον περασμένο Μάιο.

Αυτό θα ανανέωνε το δόγμα που παρουσίασε ο πρόεδρος Τζέιμς Μονρό το 1823, στο οποίο ο πρόεδρος Θίοντορ Ρούσβελτ πρόσθεσε αργότερα ένα παρακλάδι, ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να προστατεύουν τη ζωή και την ιδιοκτησία στις χώρες της Λατινικής Αμερικής.

Παρ’ όλο που ο Τραμπ έχει προκαλέσει παγκόσμια αναστάτωση με τη νέα ρητορική του για τη Διώρυγα του Παναμά, είχε ήδη προσεγγίσει μια σκληρότερη στάση στην αμερικανική γειτονιά κατά την πρώτη του θητεία. «Εδώ, στο δυτικό ημισφαίριο, δεσμευόμαστε να διατηρήσουμε την ανεξαρτησία μας από την εισβολή επεκτατικών ξένων δυνάμεων» είχε πει στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών το 2018. «Αυτή ήταν η επίσημη πολιτική της χώρας μας από την εποχή του προέδρου Μονρό, ότι απορρίπτουμε την παρέμβαση ξένων εθνών σε αυτό το ημισφαίριο και στις δικές μας υποθέσεις».

Η πολιτική του εκπροσωπούσε μια ρήξη με την κυβέρνηση Ομπάμα που συνάδει με την αντιδραστική πολιτική του Τραμπ. Το 2013, ο τότε υπουργός Εξωτερικών Τζον Κέρι είχε δηλώσει στον Οργανισμό Αμερικανικών Κρατών: «Η εποχή του Δόγματος Μονρό έχει τελειώσει».

Η αναβίωση του Δόγματος Μονρό τον 21ο αιώνα στοχεύει την Κίνα, τη Ρωσία, το Ιράν και τις επιχειρηματικές, στρατιωτικές και κατασκοπευτικές συνεργασίες τους σε χώρες όπως η Βενεζουέλα, η Βολιβία, η Νικαράγουα και η Κούβα.

Πώς μπορεί να αποτύχει η σκληρή ρητορική του Τραμπ

Το επεκτατικό όραμα του Τραμπ αντανακλά την απόλυτη αυτοπεποίθηση με την οποία μπαίνει στη δεύτερη θητεία του, την οποία είναι αποφασισμένος να χρησιμοποιήσει για να αφήσει ένα εποχιακό αποτύπωμα στον παγκόσμιο ρόλο της Αμερικής.

Η προσωποποίηση της αρχής ότι οι ισχυροί θριαμβεύουν έναντι των αδυνάμων μπορεί επίσης να επηρεάσει την προσέγγισή του σε άλλα παγκόσμια ζητήματα, όπως στον πόλεμο στην Ουκρανία. Σε μια εντυπωσιακή στιγμή την Τρίτη, ο Τραμπ δήλωσε ότι κατανοεί τον φόβο του ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν ότι το έθνος στο οποίο εισέβαλε θα μπορούσε να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ. «Η Ρωσία έχει κάποιον ακριβώς στην πόρτα της και μπορώ να καταλάβω το συναίσθημά τους για αυτό» είπε ο εκλεγμένος πρόεδρος.

Η δυνατότητα να αποδεχτεί ο Τραμπ τους όρους της Ρωσίας ήταν ήδη ανησυχία. Ο πρώην σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Τραμπ, Χ.Ρ. ΜακΜάστερ, κατέγραψε μια στιγμή όπου ο Πούτιν έκανε μια σύγκριση μεταξύ των παράνομων αξιώσεών του στην Ουκρανία και των ιστορικών ανησυχιών των Ηνωμένων Πολιτειών για το ημισφαίριό τους. «Ο Πούτιν χρησιμοποίησε τον χρόνο του με τον Τραμπ για να ξεκινήσει μια προηγμένη και διαρκή εκστρατεία να τον χειραγωγήσει» έγραψε ο ΜακΜάστερ στο βιβλίο του «At War with Ourselves». Πρόσθεσε: «Για να υπονοήσει ηθική ισότητα μεταξύ των παρεμβάσεων των Ηνωμένων Πολιτειών στη Λατινική Αμερική και της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, ο Πούτιν επικαλέστηκε το Παράρτημα του Ρούσβελτ” στο Δόγμα Μονρό».

Η φανφαροσύνη του Τραμπ μπορεί να ενθουσιάσει τους υποστηρικτές του, αλλά πολλοί ξένοι τη θεωρούν αλαζονική. Μια απόπειρα κατάληψης της Διώρυγας του Παναμά θα θεωρείτο γεωπολιτική πειρατεία. Η εισβολή στη Γροιλανδία θα έκανε το Διεθνές Δίκαιο να μοιάζει με φάρσα.

Ο καναδός πρωθυπουργός Τζάστιν Τριντό, του οποίου η καριέρα -ήδη καταδικασμένη- υπέστη το τελειωτικό πλήγμα λόγω των απειλών του Τραμπ για δασμούς, γελοιοποίησε τα σχέδια του Τραμπ για τον «Μεγάλο Λευκό Βορρά», την Τρίτη. «Δεν υπάρχει καμία απολύτως πιθανότητα η Γροιλανδία να γίνει μέρος των Ηνωμένων Πολιτειών» έγραψε στο X.

Αυτή η αντίδραση δείχνει το μειονέκτημα της προσέγγισης του Τραμπ. Ο εκφοβισμός των φίλων της Αμερικής μπορεί να αποξενώσει ολόκληρους πληθυσμούς. Μερικοί ειδικοί της εξωτερικής πολιτικής φοβούνται ότι οι αμερικανικές απειλές και πιέσεις στη Λατινική Αμερική μπορεί να σπρώξουν τις χώρες πιο κοντά στην Κίνα.

Οι προσβολές για το ότι ο Καναδάς θα ήταν καλύτερα αν γινόταν η 51η Πολιτεία των ΗΠΑ αναμένεται να σκληρύνουν τη δημόσια γνώμη εκεί, κατά του επερχόμενου προέδρου και να κάνουν πιο δύσκολη για τον επόμενο πρωθυπουργό την επίτευξη συμφωνιών μαζί του.

Η αδιαφορία του Τραμπ για τον πατριωτισμό των άλλων λαών μπορεί, επίσης, να δηλητηριάσει τις μακροχρόνιες φιλίες της Αμερικής. Αξιοσημείωτο είναι ότι τρομάζει ολόκληρους πληθυσμούς. «Η πλειοψηφία στη Γροιλανδία βρίσκει αρκετά τρομακτικό και αρκετά άβολο ότι οι ΗΠΑ, με έναν ανυπόφορο τρόπο, δείχνουν ότι θέλουν να αγοράσουν τη Γροιλανδία ή να την ελέγχουν» είπε η Άατζα Χέμνιτς, μέλος του Κοινοβουλίου της Δανίας και κάτοικος της Γροιλανδίας, στην εκπομπή «Erin Burnett» του CNN.