Η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί έναν «δαπανηρό πονοκέφαλο» για την Apple. Μόλις την περασμένη εβδομάδα, όπως αναφέρει το Politico, η μεγαλύτερη εταιρεία τεχνολογίας στον κόσμο έχασε την έφεσή της για ένα φορολογικό νομοσχέδιο ύψους 13 δισ. ευρώ. Τον Μάρτιο της επιβλήθηκε πρόστιμο 1,8 δισ. ευρώ για τους κανόνες του app store. Και έχει εις βάρος της τρεις έρευνες ακόμα, που θα μπορούσαν να την οδηγήσουν σε πρόστιμο για μη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του νόμου της ΕΕ για τις ψηφιακές αγορές (DMA).
Η προσοχή της Apple την περασμένη εβδομάδα στράφηκε αποκλειστικά στο λανσάρισμα του εντυπωσιακού νέου iPhone σχεδιασμένο με την «Apple Intelligence», το οποίο θα χρησιμοποιεί τεχνητή νοημοσύνη για να γράφει μηνύματα, να δημιουργεί ταινίες και να κάνει κρατήσεις σε εστιατόρια παντού στον κόσμο… αλλά όχι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου οι «ρυθμιστικές αβεβαιότητες» σημαίνουν ότι η εταιρεία δεν θα αναπτύξει τη συγκεκριμένη λειτουργία.
Η Επίτροπος Ανταγωνισμού Margrethe Vestager, που χρησιμοποιεί iPhone, δεν απογοητεύτηκε με αυτή την εξέλιξη δηλώνοντας τον περασμένο Ιούνιο «αρκετά ανακουφισμένη που δεν θα έχει μια υπηρεσία τεχνητής νοημοσύνης στο τηλέφωνό της».
Οι οπαδοί της Apple, όμως, το βλέπουν διαφορετικά: «Θα πρέπει να αγοράσουμε τη συσκευή εκτός της ΕΕ;» ρώτησε ένας χρήστης στο X. Αυτό όμως δεν θα λειτουργήσει, καθώς η Apple δήλωσε ότι τα χαρακτηριστικά AI δεν θα λειτουργούν στην ΕΕ ή αν το τηλέφωνό σας είναι ρυθμισμένο σε χώρα της ΕΕ.
Οι παραχωρήσεις
Η Apple, όπως επισημαίνει το Politico, παλαιότερα κατάφερνε να χειρίζεται τις σχέσεις της με τις Βρυξέλλες αποτελεσματικά, αποφεύγοντας τα αντιμονοπωλιακά και ρυθμιστικά προβλήματα που ταλαιπωρούσαν άλλες μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας. Έκανε παραχωρήσεις και συμβιβασμούς σε θέματα όπως με τις λήψεις μουσικής και τα ηλεκτρονικά βιβλία. Και παρόλο που η Apple διευθέτησε μια αντιμονοπωλιακή έρευνα σχετικά με τις πληρωμές μέσω των τηλεφώνων φέτος και πέρυσι άλλαξε τη θύρα φόρτισης με εντολή της ΕΕ, στην οποία είχε προηγουμένως αντιταχθεί, η Vestager εξακολουθεί να «κρατά μικρό καλάθι». Πρόσφατα, είχε επικρίνει την εταιρεία ότι άφησε μια «θλιβερή επίγευση παράνομης συμπεριφοράς».
Υπό πίεση
Το μεγαλύτερο πρόβλημα της Apple στην Ευρώπη αφορά το App Store. Η εταιρεία, που έχει εξελιχθεί από κατασκευαστής συσκευών σε πλατφόρμα εφαρμογών, είχε έσοδα ύψους 383 δισεκατομμυρίων δολαρίων για το οικονομικό έτος που έληξε τον Σεπτέμβριο του 2023, με περίπου το ένα τέταρτο των εσόδων της να προέρχεται από την Ευρώπη. Πλέον, η Apple προσφέρει υπηρεσίες και λαμβάνει προμήθεια από τους προγραμματιστές που πωλούν εφαρμογές μέσω του καταστήματός της, κάτι που ορισμένοι προγραμματιστές χαρακτηρίζουν ως άδικο «φόρο της Apple».
Η Apple προχώρησε σε συμμόρφωση με τους νέους κανόνες της ΕΕ. Συνέταξε ένα σχέδιο συμμόρφωσης, απαντώντας στις επικρίσεις που δέχτηκε τον Μάρτιο. Η αμείλικτη κριτική από τους προγραμματιστές ότι η Apple δεν έχει διευθετήσει το θέμα, ώθησε έκτοτε την εταιρεία να κάνει αρκετές βελτιώσεις στους όρους και τις προϋποθέσεις της τους τελευταίους μήνες. «Σίγουρα βρίσκονται υπό πίεση, αλλιώς δεν θα έκαναν αυτές τις αλλαγές», δήλωσε ο Francisco Jeronimo, αντιπρόεδρος συσκευών στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Αφρική στον όμιλο ερευνών αγοράς IDC.
Ο Julien Trosdorf, εκπρόσωπος της Apple, δήλωσε ότι η εταιρεία θα συνεχίσει να «συνεργάζεται εποικοδομητικά με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή», προσθέτοντας ότι «τους τελευταίους μήνες έχουμε δείξει ευελιξία και ανταποκριθήκαμε στις παρατηρήσεις τόσο της Επιτροπής όσο και των προγραμματιστών».
Η Vestager, η οποία την περασμένη εβδομάδα πέτυχε μια απρόσμενη νίκη κατά της Apple για φορολογικές υποθέσεις, δήλωσε ότι η συνεργασία είναι ζωτικής σημασίας για να επιτευχθεί συμμόρφωση και ότι στόχος της Επιτροπής δεν είναι να λειτουργεί «εναντίον των εταιρειών».
Ωστόσο, παραμένει ανοιχτό το ενδεχόμενο νέων διαμαχών, καθώς η Apple προσπαθεί να βρει ισορροπία ανάμεσα στις απαιτήσεις της ΕΕ και τις δικές της εκτιμήσεις για την καλύτερη και ασφαλέστερη εμπειρία χρήσης. Όπως δήλωσε ο Francisco Jeronimo, αντιπρόεδρος της IDC, «μένει να φανεί αν η Apple θα φτάσει στο σημείο να πει ότι δεν θα λανσάρει προϊόντα στην ΕΕ λόγω των απαιτήσεων της Επιτροπής».