Αθωώθηκαν τα μέλη της ζάπλουτης οικογένειας Χιντούτζα, μίας από τις ισχυρότερες της Ινδίας και της Βρετανίας από ελβετικό δικαστήριο όπου κατηγορούνται για εμπορία ανθρώπων.
Καταδικάστηκαν ωστόσο σε βαριές ποινές φυλάκισης γιατί εκμεταλλεύονταν τους Ινδούς οικιακούς βοηθούς που είχαν στην υπηρεσία τους στην έπαυλή τους στα περίχωρα της Γενεύης.
Οι συνήγοροι υπεράσπισης ανακοίνωσαν σε δελτίο Τύπου ότι θα ασκήσουν έφεση δηλώνοντας: «Η οικογένεια έχει απόλυτη εμπιστοσύνη στη νομική διαδικασία και παραμένει πεπεισμένη ότι θα θριαμβεύσει η αλήθεια».
«Είμαι σε σοκ… Έχω την αίσθηση ότι η συμπεριφορά κρίθηκε σε ηθικό επίπεδο και όχι σε νομικό», δήλωσε ένας από τους δικηγόρους, ο Ρομπέρ Ασαέλ.
Παρά τη συμφωνία διακανονισμού και μυστική που επιτεύχθηκε κατά τη διάρκεια της δίκης με τους τρεις υπαλλήλους που μήνυσαν τους Χιντούτζα, η δικαιοσύνη της Γενεύης αποφάσισε να ασκήσει δίωξη κατά των τεσσάρων μελών αυτής της οικογένειας, που έχουν ελβετική υπηκοότητα.
Ο πατέρας, Πρακάς Χιντούτζα (78 ετών) και η σύζυγός του Κάμαλ (75 ετών) καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης 4 ετών και 6 μηνών, ενώ ο γιος τους Ατζάι (56 ετών) και η νύφη τους Ναμράτα (50 ετών) καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης 4 ετών.
Σύμφωνα με την καταδικαστική απόφαση, οι Χιντούτζα καλούνται επίσης να πληρώσουν 850.000 ελβετικά φράγκα (889.000 ευρώ) στο καντόνι της Γενεύης.
Η πρόεδρος του δικαστηρίου δεν μάσησε τα λόγια της ως προς αυτούς: «Τα κίνητρα των κατηγορουμένων είναι εγωιστικά» και υποκινήθηκαν «από το δέλεαρ του κέρδους». Πρόσθεσε ότι η συνεργασία τους κατά τη διάρκεια της δίκης ήταν «κακή».
Ο πατέρας και η μητέρα ήταν απόντες από την έναρξη της δίκης για λόγους υγείας.
Οι ποινές είναι παρόμοιες με αυτές που ζήτησε ο πρώτος εισαγγελέας Ιβ Μπερτοσά, ο οποίος ζήτησε την προφυλάκιση του γιου και της νύφης, επικαλούμενος τον κίνδυνο φυγής τους.
Η πρόεδρος του δικαστηρίου προέβαλε αντιρρήσεις τονίζοντας τους δεσμούς τους με την Ελβετία. Η πρόεδρος υποστήριξε επίσης ότι η υπεράσπιση είχε εξηγήσει ότι είχαν συνοδεύσει την Κάμαλ Χιντούτζα, σε μονάδα «εντατικής θεραπείας» σε νοσοκομείο στο Μονακό.
Κατά τη διάρκεια της δίκης, ήρθαν στο φως δύο αντικρουόμενες απόψεις όσον αφορά τις ενέργειες της οικογένειας, η οποία κατατάσσεται ως η πλουσιότερη στη Βρετανία από την εφημερίδα The Sunday Times φέτος, με 37 δισεκατομμύρια στερλίνες (48 δισεκατομμύρια ευρώ). Το Forbes υπολογίζει την περιουσία τους στα 20 δισ. δολάρια. Ο όμιλος Χιντούτζα δραστηριοποιείται σε 38 χώρες και απασχολεί περίπου 200.000 εργαζόμενους.
340 ευρώ μισθός κατά μέσο όρο
Στο κατηγορητήριό του, ο Ιβ Μπερτοσά κατηγόρησε την οικογένεια ότι ξόδευε «περισσότερα για τον σκύλο παρά για τους οικιακούς βοηθούς».
Κοιμόντουσαν σε ένα δωμάτιο στο υπόγειο της έπαυλης των Χιντούτζα, τα διαβατήριά τους είχαν κατασχεθεί και ο μισθός τους, ο οποίος ήταν κατά μέσο όρο 325 ελβετικά φράγκα (340 ευρώ) τον μήνα, ήταν πολύ χαμηλότερος από αυτό που μπορεί να ελπίζει ότι θα κερδίζει κάποιος που εργάζεται ως οικιακός βοηθός στην Ελβετία, δήλωσε η πρόεδρος του δικαστηρίου.
Σύμφωνα με το δικαστήριο, ο μισθός τους ήταν κατά 80 με 90% χαμηλότερος από αυτόν που θα έπρεπε να λαμβάνουν.
Το δικαστήριο, ωστόσο, απέκλεισε την εμπορία ανθρώπων, υποστηρίζοντας ότι ορισμένα μέλη του προσωπικού πήγαν να εργαστούν στη Γενεύη μετά την επιστροφή τους στην Ινδία.
Όμως «η απειρία των εργαζομένων έγινε αντικείμενο εκμετάλλευσης, είχαν ελάχιστη μόρφωση, μπορεί και καθόλου, και δεν γνώριζαν τα δικαιώματά τους», τόνισε η πρόεδρος του δικαστηρίου.
Πηγή: ΑΠΕ