Ο χρόνος μετράει αντίστροφα για τις βουλευτικές εκλογές στη Γαλλία και εξετάζεται το σενάριο της «συγκατοίκησης», πράγμα που σημαίνει κυβέρνηση της Μαρίν Λεπέν με πρόεδρο τον Εμανουέλ Μακρόν.

Η ιστοσελίδα Politico, αναλύοντας αυτή την πιθανότητα, έγραψε πως αυτή η κατάσταση -κατά την οποία η διακυβέρνηση του έθνους βρίσκεται στα χέρια ενός προέδρου που εκπροσωπεί ένα κόμμα και ενός πρωθυπουργού και μιας κυβέρνησης που εκπροσωπεί ένα άλλο- έχει συμβεί τρεις φορές από την ίδρυση της Πέμπτης Δημοκρατίας το 1958.

Οι προηγούμενες περιπτώσεις «συγκατοίκησης» αφορούσαν πάντα τα κυρίαρχα κόμματα της Δεξιάς και της Αριστεράς. Ο σοσιαλιστής πρόεδρος, Φρανσουά Μιτεράν, βρέθηκε δύο φορές να μοιράζεται την εξουσία με συντηρητικούς πρωθυπουργούς: πρώτα με τον Εντουάρντ Μπαλαντούρ από το 1986 έως το 1988 και στη συνέχεια με τον Ζακ Σιράκ από το 1993 έως το 1995. Στη συνέχεια, όταν ο τελευταίος εξελέγη πρόεδρος, ήταν ομοίως δέσμιος μιας κυβέρνησης της αντιπολίτευσης υπό τον σοσιαλιστή πρωθυπουργό, Λιονέλ Ζοσπέν, έπειτα από μια παράτολμη απόφαση να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση.

Δεδομένων των διαφορών στις πολιτικές αλλά και τις προσωπικότητες που εμπλέκονται, οι συνυπάρξεις αυτές δεν ήταν ποτέ ήπιες. Τόσο ο Μιτεράν όσο και ο Σιράκ χρησιμοποίησαν τις εξουσίες και το κύρος της προεδρίας, για να εκφράσουν την αντίθεσή τους στις αποφάσεις των πρωθυπουργών τους. Ωστόσο, παρότι παζάρευαν και πίεζαν ο ένας τον άλλον, οι ηγέτες της Γαλλίας εξακολουθούσαν να διατηρούν τη χώρα σε σταθερή τροχιά. Όπως παρατήρησε ο πολιτικός επιστήμονας, Αλέν Γκαριγκού: «Ο μεγάλος φόβος της παράλυσης δεν υλοποιήθηκε ποτέ».

Ωστόσο, επισημαίνεται ότι η επόμενη συγκατοίκηση θα είναι με ένα κόμμα που δεν είναι σαν τα άλλα. Η αριστερή πολιτικός, Κλεμεντίν Οτέν, αποτύπωσε εύστοχα τι διακυβεύεται σε πρόσφατη τηλεοπτική συνέντευξη, λέγοντας: «Η χώρα μας μπορεί να διολισθήσει σε μια κατάσταση που δεν έχει γνωρίσει από το 1940: μια ακροδεξιά κυβέρνηση».

Η έμμεση σύγκριση με την κυβέρνηση του Βισύ, που συνεργάστηκε ενεργά με τη ναζιστική Γερμανία, ψήφισε αντισημιτικούς νόμους, κυνήγησε αντιστασιακούς και Εβραίους πρόσφυγες και συμμετείχε στην Τελική Λύση, είναι υπερβολική, αλλά όχι εκτός πραγματικότητας. Παρά την «αποδαιμονοποίηση» της Εθνικής Συσπείρωσης, εξακολουθεί να μοιράζεται μεγάλο μέρος του DNA του πρότερου Εθνικού Μετώπου.

Έτσι, θέλει να καταργήσει το συνταγματικό δικαίωμα στο άσυλο και το συνταγματικό δικαίωμα στην ιθαγένεια για όσους γεννήθηκαν σε γαλλικό έδαφος από παράτυπους μετανάστες. Αυτά και άλλα μέτρα -συμπεριλαμβανομένης της άρνησης ιατρικής περίθαλψης στους παράτυπους μετανάστες- θα καταστήσουν τη ζωή εκατομμυρίων ανδρών, γυναικών και παιδιών στη Γαλλία ακόμη πιο ευάλωτη και δυστυχισμένη.