Στην προσέλκυση τουριστών έχουν επιδοθεί οι Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν, οι οποίοι έχουν ιδρύσει μέχρι και κρατική σχολή τουρισμού, ελπίζοντας ότι θα βοηθήσει στην ενίσχυση της οικονομίας.
Όπως σημειώνει το Associated Press, «οι τουρίστες φαίνεται να επιλέγουν το Αφγανιστάν, ενθαρρυνόμενοι από τη μείωση των περιστατικών βίας στη χώρα, τον αυξημένο αριθμό απευθείας πτήσεων προς περιοχές όπως το Ντουμπάι αλλά και για να έχουν να λένε ότι ταξίδεψαν σε έναν ασυνήθιστο προορισμό. Οι αριθμοί δεν είναι μεγάλοι – ποτέ δεν ήταν – αλλά έχουν ανοίξει μια συζήτηση για τον τουρισμό στο Αφγανιστάν. Το 2021 τη χώρα επισκέφθηκαν 691 ταξιδιώτες από το εξωτερικό, το 2022 το ίδιο έκαναν 2.300, ενώ το 2023 ο αριθμός έφτασε τους 7.000».
Η μεγαλύτερη τουριστική αγορά για το Αφγανιστάν είναι η Κίνα λόγω της γεωγραφικής εγγύτητας αλλά και του μεγάλου πληθυσμού της, σύμφωνα με τον επικεφαλής της διεύθυνσης Τουρισμού στην Καμπούλ, Μοχάμεντ Σαχίντ. Όπως σημειώνει, η χώρα του έχει πλεονεκτήματα σε σχέση με γειτονικές χώρες: «Μου έχουν πει ότι δεν θέλουν να πάνε στο Πακιστάν, γιατί είναι επικίνδυνο και εκεί δέχονται επιθέσεις. Το ίδιο μου έχουν πει και οι Ιάπωνες. Αυτό είναι καλό για εμάς».
Αναμφίβολα, όμως, υπάρχουν και προβλήματα στο Αφγανιστάν, με πρώτο τη δυσκολία έκδοσης καθώς και το υψηλό κόστος της βίζας, καθώς αρκετές χώρες έχουν κόψει δεσμούς με το Αφγανιστάν μετά την επιστροφή στην εξουσία των Ταλιμπάν, που δεν αναγνωρίζονται ως νόμιμοι ηγέτες. Παράλληλα, οι πρεσβείες του Αφγανιστάν είτε έχουν κλείσει είτε έχουν αναστείλει τη λειτουργία τους, καθώς είναι σε εξέλιξη ένας «κρυφός πόλεμος» ανάμεσα σε πρεσβείες με στελέχη από το προηγούμενο και υποστηριζόμενο από τη Δύση καθεστώς και σε πρεσβείες που ελέγχονται από τους Ταλιμπάν.
Το δεύτερο εμπόδιο είναι το οδικό δίκτυο, το οποίο σε αρκετά σημεία της χώρας είναι είτε μισοτελειωμένο είτε και ανύπαρκτο. Επιπλέον, αρκετές αεροπορικές εταιρείες αποφεύγουν τον αφγανικό εναέριο χώρο. Έτσι, μπορεί η Καμπούλ να έχει τις περισσότερες διεθνείς πτήσεις, αλλά κανένα αφγανικό αεροδρόμιο δεν έχει απευθείας πτήσεις με μεγάλες τουριστικές αγορές όπως η Κίνα, η Ευρώπη ή η Ινδία.
Τις ίδιες φιλοδοξίες με τον επικεφαλής της διεύθυνσης Τουρισμού στην Καμπούλ έχουν και οι φοιτητές της σχολής Τουρισμού. Μάλιστα, ένας από τους σπουδαστές, ο Αχμέντ Μασούντ Ταλάς, ο οποίος είναι μοντέλο, λέει ότι θέλει να μάθει περισσότερα για τα αξιοθέατα του Αφγανιστάν και την ιστορία τους, ώστε να κάνει αναρτήσεις στο Instagram αλλά και για να ξέρει περισσότερα όταν θα εμφανίζεται σε μέσα ενημέρωσης. Από την πλευρά του, ο απόφοιτος εμπορικής σχολής, Σαμίρ Αχμαντζάι, λέει ότι θέλει να ανοίξει ξενοδοχείο, αλλά πιστεύει ότι πρέπει πρώτα να μάθει περισσότερα για τον τουρισμό και την φιλοξενία.
«Αυτοί ακούνε ότι το Αφγανιστάν είναι οπισθοδρομικό, φτωχό και έχει μόνο πόλεμο. Έχουμε 5.000 χρόνια ιστορίας. Θα πρέπει να υπάρξει νέα σελίδα για τη χώρα», δηλώνει ο Αχμαντζάι.
Στην τουριστική σχολή, οι σπουδαστές μαθαίνουν, μεταξύ άλλων, να αλληλεπιδρούν με ξένες γυναίκες και πώς οι συμπεριφορές ή οι συνήθειές τους μπορεί να έρχονται σε αντίθεση με τοπικά έθιμα και κανόνες. Μαθαίνουν, δηλαδή, πώς να διαχειρίζονται γυναίκες που καπνίζουν ή τρώνε δημοσίως ή που μπορεί να συναναστρέφονται με άνδρες, με τους οποίους δεν έχουν σχέση αίματος ή γάμου.
Υπενθυμίζεται ότι οι Ταλιμπάν έχουν επιβάλει αυστηρούς ενδυματολογικούς κανόνες και περιορισμούς για τις γυναίκες που ταξιδεύουν, ωστόσο δείγμα του ότι εκσυγχρονίζεται και αναβαθμίζεται η εικόνα του Αφγανιστάν, σύμφωνα με το ρεπορτάζ του «Associated Press», αποτελεί η επαναλειτουργία του spa για γυναίκες και του ινστιτούτου ομορφιάς στο μοναδικό πεντάστερο ξενοδοχείο της χώρας, το «Serena». Γυναίκες από χώρες του εξωτερικού πρέπει να επιδείξουν το διαβατήριό τους, για να απολαύσουν αυτές τις υπηρεσίες, αλλά γυναίκες από το Αφγανιστάν δεν επιτρέπεται να τις πλησιάσουν.
Πάντως, παρά τις αλλαγές, στη σχολή Τουρισμού και Hotel Management δεν υπάρχει καμία γυναίκα σπουδάστρια, ενώ οι σπουδαστές δεν κάνουν καμία νύξη για την απουσία αυτή. Μόνο ένας αξιωματούχος δηλώνει υπό καθεστώς ανωνυμίας ότι αυτό είναι στενάχωρο. «Μας ρωτούν γυναίκες αν μπορούν να σπουδάσουν εδώ, αλλά υπήρξε αλλαγή πολιτικής μετά την αλλαγή στην κυβέρνηση. Οι γυναίκες που σπούδαζαν πριν δεν εμφανίστηκαν ποτέ ξανά εδώ. Δεν αποφοίτησαν ποτέ».