Η οικονομική ανεξαρτησία μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο όχι μόνο στην εξάλειψη της βίας εναντίον των γυναικών, αλλά και στην ενίσχυση της ευρύτερης θέσης των γυναικών. Αυτό είναι το μήνυμα από την πρόεδρο του Συνδέσμου Επιχειρηματιών Γυναικών Ελλάδος (ΣΕΓΕ), Λίνα Τσαλταμπάση με αφορμή τη σημερινή Παγκόσμια Ημέρα για την εξάλειψη του φαινομένου.
Η ίδια στάθηκε στην επιτακτική ανάγκη να «τρέξουν» εξειδικευμένα προγράμματα οικονομικής ενδυνάμωσης, ώστε οι γυναίκες να ανακτήσουν την οικονομική τους ανεξαρτησία και να «δραπετεύσουν» από καταστάσεις βίας και κακοποίησης που βιώνουν -τις περισσότερες φορές μέσα στο ίδιο τους το σπίτι.
Όπως αναφέρει ο ΣΕΓΕ στο μήνυμά του για τη σημερινή μέρα, η βία κατά των γυναικών δεν είναι νέο φαινόμενο. Η μάχη για την καταπολέμησή της έχει ήδη ξεκινήσει από τον προηγούμενο αιώνα, με τη σύμβαση για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων κατά των γυναικών (CEDAW) το 1979 και βασίζεται σε μια σειρά νομοθετικών προσπαθειών σε εθνικό, αλλά και διεθνές επίπεδο. Από τότε δεν έχουν γίνει βέβαια άλματα, όπως κανείς θα περίμενε να έχει συμβεί αναφορικά με ένα τόσο σημαντικό ζήτημα, υπάρχει όμως σαφής πρόοδος.
Εκτοξεύτηκε η κακοποίηση εν μέσω lockdown
Στην Ελλάδα, σημειώνει η πρόεδρος του ΣΕΓΕ και όπως μεταφέρει το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, η κατάσταση είναι παρόμοια με όσα ισχύουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ειδικά κατά την περίοδο του καθολικού lockdown, η κακοποίηση και τα φαινόμενα άσκησης βίας σε βάρος γυναικών εκτοξεύτηκαν.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τα τηλεφωνήματα στη γραμμή βοήθειας για τις κακοποιημένες γυναίκες αυξήθηκαν κατακόρυφα, ενώ δεν έλειψαν και περιστατικά ακραίας βίας, όπως η πρόσφατη δολοφονία της γυναίκας στη Μάνη από τον σύζυγο της, μπροστά μάλιστα στην ίδια τους την κόρη.
Η κ. Τσαλταπάση στο ερώτημα, τι μπορεί να σπάσει τον κύκλο βίας και να οδηγήσει στην ενδυνάμωση των γυναικών τοποθετείται ως εξής: «Στην πράξη αποδεικνύεται ότι οι γυναίκες που πέφτουν θύματα βίας είναι συνήθως οικονομικά εξαρτημένες από τον θύτη και ευάλωτες απέναντι στη φτώχεια.
Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, είναι γυναίκες χωρίς οικονομικά μέσα και η πρόσβασή τους στην αγορά εργασίας είναι ιδιαίτερα δύσκολη εξαιτίας και της μακροχρόνιας αποχής τους.
Η κατάσταση αυτή είναι σαφώς ακόμα πιο επισφαλής για τις μετανάστριες, όπου το νομικό καθεστώς συνδέεται συχνά με τον δράστη και συνεπώς μπορεί να αποτραπεί η πρόσβαση τους σε δημόσιες παροχές ή και να κινδυνέψουν με απέλαση.
Λόγω της οικονομικής τους εξάρτησης ακόμα και αν απομακρυνθούν για ένα διάστημα, συνήθως καταλήγουν πάλι πίσω στη βία με συχνά καταστροφικά για τις ίδιες αποτελέσματα. Τα ζητήματα, λοιπόν, που συνδέονται με την οικονομική ανεξαρτησία ως διέξοδος από τις βίαιες συνθήκες είναι κρίσιμα για την καταπολέμηση της βίας σε κάθε μορφή της, αν και συχνά παραγκωνίζονται.
Υπάρχει, λοιπόν, επιτακτική ανάγκη για εξειδικευμένα προγράμματα οικονομικής ενδυνάμωσης ώστε οι γυναίκες να ανακτήσουν την οικονομική τους ανεξαρτησία και να οδηγηθούν μακριά από τις βίαιες σχέσεις στις οποίες ζούσαν μέχρι πρότινος. Άλλωστε, η οικονομική ανεξαρτησία μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο όχι μόνο στην εξάλειψη της βίας, αλλά και στην ενίσχυση της ευρύτερης θέσης των γυναικών στην κοινωνία».