Η φροντίδα παιδιών και συγγενών αφορά κυρίως στις γυναίκες, αν και συμβάλλουν και οι άνδρες, ενώ σημαντική είναι και η συμβολή από φίλους και συγγενείς (κυρίως παππούδες/γιαγιάδες).
Αυτό είναι ένα από τα βασικά συμπεράσματα της ειδικής έρευνας (ad hoc module 2018) της ΕΛΣΤΑΤ για τον Συνδυασμό Οικογενειακής Ζωής και Εργασίας, η οποία διεξήχθη παράλληλα με την έρευνα εργατικού δυναμικού το β’ τρίμηνο πέρυσι.
Σύμφωνα με την έρευνα, ευθύνες φροντίδας παιδιών ή εξαρτώμενων συγγενών αναφέρονται για περίπου έναν στους τρεις ερωτηθέντες, λίγο περισσότερο για τις γυναίκες και περισσότερο για τους αλλοδαπούς και τους απασχολουμένους. Η φροντίδα αφορά είτε σε παιδιά ηλικίας έως 14 ετών (26,5%) είτε σε εξαρτημένους συγγενείς ηλικίας 15 ετών και άνω (9,8%). Το 2% των ερωτηθέντων αναλαμβάνει ταυτόχρονα και τα δύο.
Όπως αναμενόταν, η φροντίδα των συγγενών αυξάνεται με την ηλικία των ερωτηθέντων, ενώ η φροντίδα των παιδιών είναι υψηλή μεταξύ των ατόμων ηλικίας 35- 44 ετών. Επίσης, η φροντίδα των παιδιών είναι υψηλότερη στους αλλοδαπούς, ενώ η φροντίδα των συγγενών είναι υψηλότερη στους Έλληνες πολίτες.
Η χρήση υπηρεσιών φροντίδας παιδιών ηλικίας έως 14 ετών ανέρχεται στο 31,9% των ατόμων που φροντίζουν μικρά παιδιά και το 24,6% χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες για όλα τα παιδιά, ενώ το 7,3% για κάποια από τα παιδιά. Η χρήση υπηρεσιών φροντίδας παιδιών είναι υψηλότερη για τους Έλληνες πολίτες και τους απασχολουμένους. Ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν χρησιμοποιούνται υπηρεσίες φροντίδας παιδιών (καθόλου ή σε μεγαλύτερο βαθμό) είναι ότι η φροντίδα των παιδιών γίνεται από τους ερωτηθέντες ή/και από τον/τη σύζυγο/σύντροφο (48,7%). Σε πολλές περιπτώσεις, η φροντίδα των παιδιών πραγματοποιείται από συγγενείς (κυρίως γιαγιάδες) ή φίλους (18,2%). Σε κάποιες περιπτώσεις δεν υπάρχει ανάγκη για υπηρεσίες φροντίδας παιδιών, καθώς τα παιδιά μπορούν να φροντίσουν τον εαυτό τους (15,6%). Η υποστήριξη από συγγενείς και φίλους είναι πιο κοινή στους Έλληνες, ενώ η φροντίδα από τους ίδιους τους ερωτηθέντες ή τους συντρόφους είναι πιο συχνή μεταξύ των αλλοδαπών.
Το 21,7% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι η φροντίδα μικρών παιδιών επηρεάζει την εργασία του, με το ποσοστό για τις γυναίκες να υπερβαίνει το διπλάσιο των ανδρών (32% έναντι 14,6%, αντίστοιχα). Για τους άνδρες, οι πιο συχνές συνέπειες αφορούν στην αλλαγή του ωραρίου εργασίας ή σε αλλαγές για την αύξηση του εισοδήματος (π.χ. αυξάνουν τις ώρες εργασίας ή κάνουν κάποια άλλη αλλαγή για να κερδίσουν περισσότερα χρήματα). Οι γυναίκες κυρίως αναφέρουν ότι εργάζονται με μειωμένο ωράριο.
Η διακοπή της καριέρας για τη φροντίδα των παιδιών αφορά κυρίως στις γυναίκες (49,7% έναντι 4% των ανδρών). Επίσης, το 10,9% των γυναικών δεν εργάστηκε για να φροντίσει τα παιδιά. Μεταξύ των ερωτηθέντων που διέκοψαν τη σταδιοδρομία τους για τη φροντίδα των παιδιών, το 29,7% σταμάτησε τη δουλειά του για διάστημα έως και 6 μηνών, ενώ, σωρευτικά, το ποσοστό που το έκανε έως 1 έτος είναι περίπου 60,0%. Το 21,2% ανέφερε ότι σταμάτησε να εργάζεται για περισσότερο από 2 έτη.
Ο συνδυασμός των αδειών μητρότητας / πατρότητας και γονικής άδειας είναι ο πιο διαδεδομένος τρόπος χρήσης των διαθέσιμων αδειών για τη φροντίδα και ανατροφή των παιδιών (35,3%). Το 19,3% χρησιμοποίησε μόνον άδεια μητρότητας ή πατρότητας, ενώ το 40,1% δεν χρησιμοποίησε κάποια άδεια.