Ο Συνήγορος του Πολίτη σε ειδική έκθεσή του προτείνει να τεθούν κριτήρια για την αποδοχή της αναγγελίας οικιοθελούς αποχώρησης των εργαζομένων από τις υπηρεσίες του ΟΑΕ∆, «δεδομένου ότι σε πολλές περιπτώσεις ο εργοδότης καταθέτει τη δήλωση εν αγνοία του εργαζομένου, κατά τη διάρκεια αναρρωτικών αδειών ή ανάλογων περιπτώσεων, δημιουργώντας τεκμήρια σε βάρος του».
Από το 2011, ο Συνήγορος του Πολίτη έχει χειριστεί σημαντικό αριθμό καταγγελιών για επιβολή µε µονοµερή απόφαση του εργοδότη εκ περιτροπής απασχόλησης, σε γυναίκες εργαζόμενες στον ιδιωτικό τοµέα, οι οποίες επιστρέφουν στην εργασία τους µετά από άδεια µητρότητας.
Στην συνοπτική ειδική έκθεση του ο Συνήγορος του Πολίτη διαπιστώνει ότι με την επίκληση αόριστων οικονοµικών λόγων, ολοένα αυξανόµενος αριθµός επιχειρήσεων θέτει σε εκ περιτροπής εργασία, χωρίς την τήρηση των προϋποθέσεων του νόµου, άρα παράνοµα και καταχρηστικά, εργαζόµενες που επιστρέφουν από άδεια µητρότητας και τελούν σε ειδικό καθεστώς προστασίας από απόλυση.
Η Επιθεώρηση Εργασίας ασκεί τυπικό έλεγχο, θεωρώντας το πρακτικό διαβούλευσης και το πρόγραµµα εργασίας του προσωπικού που τίθεται σε εκ περιτροπής απασχόληση, χωρίς να δύναται να εξετάσει αν συντρέχει πράγµατι «περιορισµός» της δραστηριότητας της επιχείρησης, αφού η έννοια αυτή είναι αόριστη και δεν εξειδικεύεται στο νόµο. Η αοριστία αυτή επιτρέπει στους εργοδότες να επικαλούνται γενικώς οικονοµικές δυσχέρειες, χωρίς να προσκοµίζουν συγκεκριµένα στοιχεία από τα οποία να προκύπτει π.χ. η µείωση του κύκλου εργασιών τους.
Για τους λόγους αυτούς, ο Συνήγορος του Πολίτη προτείνει να τεθούν συγκεκριμένα κριτήρια ελέγχου της οικονομικής κατάστασης της επιχείρησης, ώστε να μπορεί να ελεγχθεί κατά πόσον το μέτρο της εκ περιτροπής εργασίας είναι νόµιµο και εύλογο. Επίσης να γίνονται επαναλαµβανόµενοι έλεγχοι από το ΣΕΠΕ µετά τη θέση των εργαζομένων σε εκ περιτροπής απασχόληση, για να διαπιστώνεται αν εφαρµόζεται το πρόγραµµα εργασίας που δηλώθηκε ή αν υφίσταται καταστρατήγηση. Να τεθούν εκ του νόµου κριτήρια ελέγχου της µείωσης του χρόνου εργασίας ώστε η µείωση των αποδοχών που αυτή συνεπάγεται να µη θέτει σε διακινδύνευση την αξιοπρεπή διαβίωση του/της εργαζόµενου/ης (όπως π.χ. συµβαίνει όταν επιβάλλεται εργασία µίας ηµέρας την εβδοµάδα). Να ελέγχεται αυστηρά κατά πόσον ο εργοδότης προέβη σε αναλογική κατανοµή της µείωσης των ηµερών εργασίας σε όλους ή τους εργαζόµενους ή σε επιλεκτική µείωση του ωραρίου εργασίας εργαζόµενων που είναι έγκυες ή τελούν σε περίοδο προστασίας λόγω µητρότητας.