Η Πατησίων ο δρόμος που σήμερα συνωστίζονται αυτοκίνητα, ψηλά κτίρια και έντονη εμπορική δραστηριότητα ανοίχτηκε το 1841, επί δημαρχίας Δημητρίου Καλλιφρονά, με σκοπό να συνδέσει την πλατεία Ομονοίας με το χωριό… Πατήσια.
Ο δρόμος αυτός για δεκαετίες ήταν ο εξοχικός περίπατος των Αθηναίων με θέα την Πάρνηθα και την Ακρόπολη στην επιστροφή.
Η επέκταση της οδού Πατησίων έγινε σταδιακά και το 1882 η Πατησίων ενώθηκε συγκοινωνιακά με την πλατεία Συντάγματος με το ιπποκίνητο τραμ που είχε τέρμα στο ρέμα Λεβίδη και αργότερα στην «Αλυσίδα», και το 1908 αντικαταστάθηκε από το γνωστό «Θηρίο».
Εκεί στα Πατήσια και στη Νέα Ιωνία γράφτηκαν στις σελίδες της ιστορίας της χώρας πολλά επεισόδια της βιομηχανικής δραστηριότητας.
Εκεί στήθηκε από το μηδέν η «Ελληνική Εριουργία Α.Ε.» του γνωστού βιομηχάνου Νικολάου Κυρκίνη. Η βιομηχανία που έφτιαχνε κουβέρτες και ρούχα λειτουργούσε από το 1909 με μεγάλα εργοστάσια στα σημερινά Άνω Πατήσια και υποδέχτηκε κύματα προσφύγων του 1922. Οι πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στην περιοχή και συνέβαλαν στην ανάπτυξη των εργοστασίων αλλά και συνολικά στη διάχυση της βιομηχανίας, ενώ ο Κυρκίνης έβαλε σε εφαρμογή το δικό του μεγαλεπήβολο σχέδιο.
Τα μεγάλα εργοστάσια και οι μικρότερες βιοτεχνίες σε Ν. Φιλαδέλφεια, Νέα Χαλκηδόνα και Νέο Ηράκλειο, δημιούργησαν μια τεράστια βιομηχανική πόλη σε έναν χώρο που μέχρι τότε ήταν ένα χωριό.
Χαρακτηριστικά είναι όσα ανέφερε σε εκδήλωση αφιερωμένη σε έναν από τους «πυλώνες» της σύγχρονης ιστορίας μας, τη βιομηχανική κληρονομιά, που διοργάνωσε ο «Άλλος Τόπος Επικοινωνίας και Πολιτισμού» η αρχαιολόγος Όλγα Δακουρά – Βογιατζόγλου. Η ίδια αναφερόμενη στη Νέα Ιωνία και την ευρύτερη περιοχή της (Νέα Χαλκηδόνα, Νέα Φιλαδέλφεια, Νέο Ηράκλειο) είχε σημειώσει: «Εμφαίνεται στον ιστορικό βιομηχανικό χάρτη της χώρας να κρατά τα σκήπτρα της Κλωστοϋφαντουργίας για πάνω από πενήντα χρόνια. Το “τέλος των γιγάντων” για την περιοχή μας είναι γεγονός αμετάκλητο. Η ανάδειξη όμως αυτής της βιομηχανικής κληρονομιάς που γιγαντώθηκε με την προσφορά των προσφύγων και κράτησε τα σκήπτρα της Κλωστοϋφαντουργίας στον Ελλαδικό χώρο για μισό αιώνα, έχει αποδειχτεί από πλείστα παραδείγματα ότι είναι καθήκον των τοπικών αρχόντων και απαίτηση της κοινωνίας για ιστορική αυτογνωσία».
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1920 λοιπόν στη Νέα Ιωνία, τον Περισσό και τα Άνω Πατήσια δημιουργείται σταδιακά ένα «μικρό Μάντσεστερ», μια μικρή βιομηχανική πόλη. Στο επίκεντρο βρίσκεται η κλωστοϋφαντουργία που καλπάζει και η οποία απογειώνεται χάρη στα φθηνά εργατικά χέρια των προσφύγων από τη Μικρά Ασία.
Το εργοστάσιο της Ελληνικής Εριουργίας στα Άνω Πατήσια ήταν ένα από τα πρώτα που κτίστηκαν στην περιοχή, όπως αναφέρθηκε είχε φτιαχτεί από το 1909. Πίσω από το εργοστάσιο που έμελλε να εξελιχθεί σε έναν κολοσσό της εποχής ήταν ο επιχειρηματίας Νικόλαος Κυρκίνης.
Αμέσως μετά τη δημιουργία του πλυντηρίου της Ελληνικής Εριουργίας στην οδό Ηρακλείου, ο Κυρκίνης ιδρύει το εργοστάσιο της μεταξουργίας (1919), που με τον ερχομό των προσφύγων μετατρέπεται σε ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ελληνική Μεταξουργία Α.Ε.».
Μαζί με το εργοστάσιο της «Μεταξουργίας» στον Περισσό αποτελούσε ένα επιχειρηματικό σύνολο, για τη λειτουργία του οποίου μάλιστα χτίστηκε, ένα εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος. Πρόκειται για την «Ηλεκτροβιομηχανική Α.Ε.». Μαζί φτιάχτηκε και ένας ολόκληρος εργατικός συνοικισμός, που στέγασε τους πρόσφυγες εργάτες.
Έτσι το 1919 η εταιρία μετατράπηκε σε ανώνυμη «Ελληνική Εριουργία Α.Ε.» με κεφάλαιο 2.000.000 δραχμών.
Επρόκειτο για μία μικρή πόλη με δικό της εργοστάσιο ρεύματος και βεβαίως έντονη οικονομική ζωή.
Οι εγκαταστάσεις του εργοστασίου καταλάμβαναν 28.000 τ.μ., ενώ παρήγαγε παντός είδους μάλλινα είδη, υφάσματα ανδρικά και γυναικεία, κουβέρτες κοινές και πολυτελείας και βεβαίως στρατιωτικά είδη που ήταν απαραίτητα εκείνη την εποχή.
Από το 1926 οι τρεις έως τότε ανεξάρτητες επιχειρήσεις , «Ελληνική Μεταξουργία Α.Ε.», «Ηλεκτροβιομηχανική Α.Ε.» και η «Ελληνική Εριουργία Α.Ε.» συγχωνεύονται υπό την «Ελληνική Εριουργία Α.Ε.» δημιουργώντας έτσι έναν επιχειρηματικό κολοσσό της εποχής.
Λίγο αργότερα η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ελέγχει τη διαχείριση και γίνεται κύριος μέτοχος της εταιρίας και τελικά η εταιρεία και το εργοστάσιο στα Άνω Πατήσια πέρασε το 1935 στην ιδιοκτησία του Μποδοσάκη Αθανασιάδη.
Η σημαντική αυτή βιομηχανία που ιδρύθηκε το 1909 με εγκαταστάσεις στα Πατήσια άλλαξε χέρια.
Τα κυριότερα προϊόντα της αποτελούσαν τα κλινοσκεπάσματα και οι στρατιωτικές στολές. Ήταν η εποχή των Βαλκανικών Πολέμων και κάλυπτε το μεγαλύτερο μέρος των αναγκών του Ελληνικού Στρατού.
Στην κρίση των ετών 1929 – 1931 η εταιρία αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα.
Δεν μπόρεσε να εξυπηρετήσει δάνεια που είχε πάρει από την Εθνική Τράπεζα και υποχρεώθηκε να της μεταβιβάσει το πακέτο των μετοχών της. Λίγο αργότερα το 1935 η εταιρία ΠΥΡΚΑΛ, με εισήγηση του Μποδοσάκη, εξαγόρασε το 80% του πακέτου των μετοχών που κατείχε η Εθνική Τράπεζα. Μετά την εξαγορά της από τον Μποδοσάκη, η εταιρία λειτούργησε με ικανοποιητικές επιδόσεις και αναδεικνύεται σε μία από τις πιο σύγχρονες υφαντουργικές μονάδες της Βαλκανικής η οποία τερματίστηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1950 μετά από την τεράστια πυρκαγιά στο κλωστήριο της Εριουργίας.
Έκτοτε έγιναν ορισμένες προσπάθειες επαναλειτουργίας και τελικά κρατικοποιήθηκε.