Δύο βαριά ελληνικά ονόματα αποτελούσαν τις δεκαετίες του ’60 και του ’70 τα δυνατά brand της αγοράς στον τομέα των λευκών οικιακών συσκευών.
Όπως οι παλαιότεροι γνωρίζουν δεν έλειπαν από κανένα ελληνικό σπίτι, ενώ τα διαφημιστικά σλόγκαν που έπαιζαν στις εφημερίδες έχουν μείνει στην ιστορία.
Ο λόγος για την ΕSKIMO, που μαζί με την IZOLA κατάφεραν να φτάσουν στην κορυφή και να αναγεννηθούν από τις στάχτες τους τα τελευταία χρόνια. Μάλιστα τις περασμένες δεκαετίες ήταν ο… φόβος και τρόμος, μπορούμε να πούμε, των πολυεθνικών, ενώ τραυματισμένες από την πετρελαϊκή κρίση τη δεκαετία του 1970 πήραν την κάτω βόλτα.
Μάρκες όπως οι Πίτσος, η IZOLA, η ΕSKIMO θεωρούνταν σημαντικές και με μεγάλη προοπτική τις περασμένες δεκαετίες. Ήταν στα βαριά χαρτιά της ελληνικής βιομηχανίας, είχαν εργοστάσια παραγωγής στη χώρα, έδιναν χιλιάδες θέσεις εργασίας και οι ιδιοκτήτες τους περνούσαν από τις καρέκλες του ΣΕΒ.
Από τα πλέον γνωστά διαφημιστικά σλόγκαν της δεκαετίας του ’70, ήταν το γνωστό «Σπίτι πλένει η ΕSKIMO» και το οποίο αναφέρονταν στην πασίγνωστη ελληνική βιομηχανία λευκών ηλεκτρικών συσκευών ΒΙΟΜΕΤΑΛ ΕSKIMO. Η εταιρεία, αφού πέρασε από την περίοδο της ακμής, στην περίοδο της κρίσης κατόρθωσε τελικά μέσω της εξαγοράς της από τον επιχειρηματία Γιώργο Φειδάκη, να εισέλθει σε μια νέα φάση ανάπτυξης και κερδοφορίας με την επωνυμία FG Εurope τα τελευταία χρόνια.
Η εταιρεία που μεσουράνησε στην ελληνική αγορά για πολλά χρόνια και έμαθες στους Έλληνες τα ψυγεία, τις θερμάστρες, τα video την εποχή της βιντεοκασέτας και τις έγχρωμες τηλεοράσεις, εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1955 με την επωνυμία «Ι. Σταυρόπουλος & Σία», με άμεση αναφορά στο όνομα του πρώτου της ιδιοκτήτη, Ιωάννη Σταυρόπουλου. Αρχικά κατασκεύαζε ψυγεία. Όχι όμως ηλεκτρικά, αλλά ξύλινα με πάγο που ήταν της εποχής.
Το 1958, τρία χρόνια μετά, ιδρύεται η εταιρεία ΒΙΟΜΕΤΑΛ Α.Ε. η οποία αποτελεί την μετεξέλιξη της «Ι. Σταυρόπουλος & Σία», ξεκινώντας την κατασκευή μεταλλικών ψυγείων πάγου και θερμαστρών πετρελαίου.
Η ΕSKIMO παρήγαγε τα πρώτα ηλεκτρικά ψυγεία της, λίγο αργότερα, το 1959, ενώ το 1968 πραγματοποιήθηκε η εισαγωγή των μετοχών της στο Χρηματιστήριο.
Ένα μόλις χρόνο αργότερα, το 1969 η εταιρεία διευρύνει τη δραστηριότητά της με την κατασκευή λευκών ηλεκτρικών συσκευών και την συναρμολόγηση ασπρόμαυρων και αργότερα έγχρωμων τηλεοράσεων.
Το 1973 η ΕSKIMO ονομάζεται πλέον Βιομετάλ ΕSKIMO και βρίσκεται στην 23η θέση των κορυφαίων ελληνικών βιομηχανιών και μερίδιο 27% στην ελληνική αγορά. Ξεκινά μάλιστα η λειτουργία του υπερσύγχρονου εργοστασίου της εταιρείας στα Μποφίλια Αττικής.
Άλλωστε πριν από 30-40 χρόνια η εταιρεία ήταν ένα από τα πιο ισχυρά βιομηχανικά ονόματα όταν η βαριά εξαγωγική βιομηχανία αντιπροσώπευε πάνω από το 25% του ελληνικού ΑΕΠ και ο έλεγχος του κράτους περιοριζόταν κάτω από το 35% της οικονομίας.
Στην ακμή της, το 1973, η ΕSKIMO απασχολούσε περισσότερους από 1.500 εργαζομένους και κατείχε το 27% της ελληνικής αγοράς στον κλάδο των ηλεκτρικών οικιακών συσκευών. Το μερίδιό της προφανώς ήταν ζηλευτό…
Ακολούθησαν όμως τα δύσκολα χρόνια μετά την πετρελαϊκή κρίση του’73 και το πρόβλημα για την ΕSKIMO ήταν ότι η κρίση συνέπεσε με τη μεγάλη επένδυση της εταιρείας για το εργοστάσιο στη Μεταμόρφωση.
Ταυτόχρονα οι καιροί άλλαξαν και οι πολυεθνικές που δεν είχαν μεγάλα μερίδια στην ελληνική αγορά σταδιακά έκαναν όλο και πιο δυναμική την εμφάνισή τους. Υπό την πίεση των αυξανόμενων εισαγωγών συγχωνεύεται το 1977 με την IZOLA με τη συμμετοχή της Εθνικής Τράπεζας στη νεοσύστατη εταιρεία, ΕΛΙΝΤΑ, ενώ οι εταιρείες μοιράζονται μετοχικά ποσοστά της τάξεως του 33,3%. Η ΕSKIMO διατηρεί την παραγωγή τηλεοράσεων και βίντεο, ενώ η ΙΖΟΛΑ συνεχίζει την παραγωγή λευκών ηλεκτρικών συσκευών.
Στη νέα εταιρεία, που άντεξε λιγότερο από 10 χρόνια προτού περάσει στην κατοχή του Οργανισμού Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων, είχαν παραχωρηθεί οι μονάδες παραγωγής και η εκμετάλλευση των σημάτων.
Η ΕSKIMO περιορίστηκε, έπειτα από ειδική άδεια, στη συναρμολόγηση εισαγόμενων εξαρτημάτων και την εμπορία τηλεοράσεων. Και αυτό όμως δεν κράτησε μεγάλο χρονικό διάστημα.
Το 1989 η ΕSKIMO παύει να παράγει τηλεοράσεις. Σε μία προσπάθεια να μεταβιβάσει την εταιρεία στις αρχές του ’90, η οικογένεια Σταυρόπουλου αποτυγχάνει. Η ΕSKIMO έχει βρεθεί ήδη στο περιθώριο της Σοφοκλέους, ενώ το 1996 τίθεται εκτός χρηματιστηριακού ταμπλό. Πολλοί είναι εκείνοι που εκφράζουν ζωηρό ενδιαφέρον για την εξαγορά της, με τον Βασίλη Ζούλοβιτς να επικρατεί το 1997.
Ωστόσο η εταιρεία παρακμάζει σταδιακά, παρουσιάζοντας δικαστικές και χρηματιστηριακές εμπλοκές. Οι προσπάθειες της νέας ιδιοκτησίας για συγχώνευση της ΕSKIMO με άλλο εταιρικό σχήμα, μεταξύ των οποίων και ο όμιλος Βασιλάκη, δεν αποδίδουν. Εν τέλει πωλείται στην F.G. Europe του Γιώργου Φειδάκη το 2001.
Σήμερα, αν και συνεχίζει να είναι ένα σημαντικό κομμάτι της ελληνικής βιομηχανικής ιστορίας, η παραγωγή των προϊόντων της γίνεται σε δύο μονάδες, στη Σλοβενία και στη Τουρκία.