Το πρόβλημα της οπλοκατοχής στις ΗΠΑ είναι μεγάλο και έντονο. Πιο μεγάλο, ωστόσο, είναι το λόμπι που υποστηρίζει την εύκολη απόκτηση όπλου από τον οποιονδήποτε. Και αν τα πολλαπλά αιματηρά περιστατικά έχουν κάνει την αγορά ενός όπλου λίγο πιο δύσκολη στις ημέρες μας, αυτό δεν συνέβαινε και πριν μερικές δεκαετίες όπου οι διαφορές από το να πας σε ένα σούπερ μάρκετ για να ψωνίσεις ή σε ένα οπλοπωλείο, ήταν ελάχιστες. Οι ΗΠΑ έχουν πληρώσει βαρύ τίμημα για την οπλοκατοχή. Πολλά περιστατικά, μάλιστα, έχουν συμβεί σε σχολεία και δράστες είναι ανήλικοι μαθητές. Η αιματοβαμμένη ιστορία της 16χρονης Μπρέντα Σπένσερ είναι η πρώτη στην ιστορία της χώρας και το παρασκήνιό της εξακολουθεί ακόμα και σήμερα, 38 χρόνια μετά, να προκαλεί πολλές συζητήσεις και να χρησιμοποιείται ως σημείο αναφοράς. Ο λόγος είναι πως πίσω από την… παιδική δικαιολογία της 16χρονης πως πυροβόλησε κατά μαθητών επειδή «μισούσε τις Δευτέρες», κρύβονται δυο μεγάλα και θεμελιώδη προβλήματα της αμερικάνικης κοινωνίας.
Το δώρο του… Άη Βασίλη και το μακελειό στο δημοτικό σχολείο
Η 16χρονη Μπρέντα Σπένσερ ζούσε στο Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνια. Τα παιδικά της χρόνια είχαν σημαδευτεί από διάφορα γεγονότα, από αυτά που αφήνουν σημάδια στις ψυχούλες των μικρών παιδιών. Μέσα σε όλα οι γονείς της είχαν χωρίσει ήδη από το 1972 και η μικρή ζούσε σε ένα μικρό σπίτι μαζί με τον πατέρα της. Απέναντι από το σπίτι υπήρχε ένα δημοτικό σχολείο (το Grover Cleveland Elementary School) που, λίγα χρόνια μετά, θα γίνει η σκηνή ενός αδιανόητου μακελειού. Τα Χριστούγεννα του 1978 η Μπρέντα είχε ζητήσει από τον… Άη Βασίλη να της φέρει δώρο ένα ραδιόφωνο. Ο «Άγιος», ωστόσο, προτίμησε να πάει στην 16χρονη ένα 22αρι ημιαυτόματο σκοπευτικό τυφέκιο, ειδικά σχεδιασμένο για μικρόσωμους ανθρώπους. Η Μπρέντα είχε μάθει σκοποβολή με τη βοήθεια του πατέρα της και εξασκούνταν με τα δικά του όπλα. Τη Δευτέρα 29 Ιανουαρίου 1979 η Μπρέντα ζήτησε από τον πατέρα της να μην πάει στο σχολείο διότι δεν αισθανόταν καλά. Εκείνος δέχθηκε και η μικρή κατευθύνθηκε στο παράθυρο του δωματίου της από το οποίο είχε άμεση οπτική επαφή με την είσοδο του δημοτικού σχολείου. Η απόσταση που χώριζε την Μπρέντα από τα κάγκελα του σχολείου δεν ξεπερνούσε τα 50 μέτρα. Περίπου στις 8:30 το πρωί, η 16χρονη πήρε το ντουφέκι της και στόχευσε. Μερικές στιγμές αργότερα άνοιξε πυρ κατά των ανυποψίαστων μαθητών που εκείνη την ώρα προσέρχονταν στο σχολείο. Η πρώτη που έπεσε τραυματισμένη από τα πυρά της Μπρέντα ήταν η 10χρονη Monika Selvig. Ακολούθησαν άλλοι επτά μαθητές και ο αστυνομικός Robert Robb! Εν μέσω των πυρών ο αστυνομικός, αφού πρώτα ζήτησε ενισχύσεις, έσπευσε να βοηθήσει τους τραυματίες. Το ίδιο έκαναν ο διευθυντής του σχολείου Burton Wragg και ο σχολικός φύλακας Mike Suchar. Και οι δυο έπεσαν νεκροί από τους πυροβολισμούς. Συνολικά μέσα σε περίπου 20 λεπτά οι Μπρέντα πυροβόλησε 36 φορές. Οι 11 από αυτές τις σφαίρες βρήκαν στόχο σκοτώνοντας δυο άτομα και τραυματίζοντας εννέα ακόμα! Στο μεταξύ οι ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις που είχαν φτάσει στο σημείο, εντόπισαν σχεδόν αμέσως το σημείο απ’ όπου έρχονταν τα πυρά και προκειμένου να σταματήσει το μακελειό τοποθέτησαν ένα μεγάλο απορριμματοφόρο κοντά στην είσοδο του σχολείου με σκοπό να «κόψουν» το οπτικό πεδίο του –άγνωστου μέχρι και εκείνη την ώρα- ελεύθερου σκοπευτή! Οι αστυνομικοί περικύκλωσαν το σπίτι της 16χρονης, ωστόσο, η ίδια αρνιόταν πεισματικά να παραδοθεί. Τελικά περίπου στις 3:30 το απόγευμα πήγε στην έξοδο τους σπιτιού, άφησε το ντουφέκι στην άσφαλτο και συνελήφθη από τους εμβρόντητους αστυνομικούς οι οποίοι δεν πίστευαν στα μάτια τους όταν είδαν το 16χρονο, γλυκό και μικροκαμωμένο κοριτσάκι να στέκεται ατάραχο μπροστά τους!
«Το έκανα για πλάκα, επειδή μισώ τις Δευτέρες»
Όταν η 16χρονη Μπρέντα Σπένσερ ρωτήθηκε από αστυνομικούς αλλά και ρεπόρτερ για ποιόν λόγο το έκανε και ποιος ήταν ο πραγματικός της στόχος η απάντηση άφησε τους πάντες άφωνους… «Το έκανα για πλάκα. Δεν μου αρέσουν οι Δευτέρες. Αυτό μου ζωντάνεψε τη μέρα. Πρέπει να πηγαίνω τώρα» είπε αρχικά ενώ όταν ρωτήθηκε για τα θύματά της συμπλήρωσε: «Πυροβόλησα ένα γουρούνι (εννοώντας τον αστυνομικό), νομίζω ότι θέλω κι άλλο. Το διασκεδάζω. Δεν είχα κάποιο λόγο για αυτό, και είχε πλάκα. Ήταν σαν να πυροβολείς πάπιες στη λίμνη, (εννοώντας προφανώς τους μικρούς μαθητές) μοιάζανε σαν ένα κοπάδι από αγελάδες που στέκεται ακίνητο: ήταν πραγματικά εύκολος στόχος»! Η Μπρέντα δικάστηκε ως ενήλικος και καταδικάστηκε σε ισόβια αφού ομολόγησε τις πράξεις της. Από τότε έκανε πολλές αιτήσεις προκειμένου να αποφυλακιστεί υπό όρους. Όλες απορρίφθηκαν. Η επόμενη φορά που θα έχει δικαίωμα να καταθέσει αίτημα αποφυλάκισης θα είναι το 2019. Στη φυλακή η Μπρέντα εξετάστηκε από ειδικούς και διαπιστώθηκε πως έπασχε από κατάθλιψη ενώ ήταν και επιληπτική. Εκεί άρχισε να βγαίνει στην επιφάνεια η σκοτεινή πλευρά της. Οι γείτονες έκαναν λόγο για ένα κορίτσι με προβληματική συμπεριφορά που είχε βίαιες εξάρσεις. Όταν μια από τις συγκρατούμενές της αποφυλακίστηκε είπε πως αυτοτραυματιζόταν γράφοντας με αιχμηρά αντικείμενα στο σώμα της, τις λέξεις «θάρρος» και «υπερηφάνεια». Αυτό έκανε έναν εισαγγελέα να πει πως η Σπένσερ αντιμετωπίζει και ψυχωτικά επεισόδια. Κατά τη διάρκεια των ακροάσεων για την αναστολή της, η Μπρέντα αποκάλυπτε διάφορες νέες εκδοχές. Το 2001 είχε πει πως μετανιώνει για ότι έκανε και κάθε φορά που γίνεται ένα ανάλογο αιματηρό περιστατικό στις ΗΠΑ νιώθει υπεύθυνη, ενώ για την περιβόητη δήλωση πως το έκανε επειδή μισούσε τις Δευτέρες είχε πει πως δεν θυμάται να κάνει αυτή τη δήλωση όντας υπό την επήρεια ναρκωτικών και αντικαταθλιπτικών. Ο ισχυρισμός αυτός, ωστόσο, καταρρίπτεται καθώς όταν είχε συλληφθεί, την είχαν υποβάλει σε τοξικολογικές εξετάσεις και ήταν «καθαρή». Τότε ήταν και η πρώτη φορά που είχε πει πως ο πατέρας της την κακοποιούσε σεξουαλικά κάθε νύχτα από όταν εκείνη ήταν μόλις 9 χρονών και την έβαζε να κοιμάται μαζί του. Ο Wallace Spencer αρνήθηκε ότι κακοποιούσε σεξουαλικά την κόρη του, ωστόσο, η προσπάθειά του να πείσει γι’ αυτά που έλεγε δέχθηκε πλήγμα όταν παντρεύτηκε μια 17χρονη πρώην συγκρατούμενη της κόρη τους, με την οποία μάλιστα απέκτησαν και ένα μικρό κοριτσάκι που, όπως λένε οι γείτονες, μοιάζει εκπληκτικά στην Μπρέντα! Το 2009 ήταν η τελευταία, μέχρι σήμερα, ακροαματική διαδικασία για την αίτηση αναστολής. Εκεί η Μπρέντα Σπένσερ είπε για πρώτη φορά πως πραγματοποίησε την επίθεση με την ελπίδα πως κάποιος αστυνομικός θα την πυροβολούσε και θα την σκότωνε. «Ήθελα να αυτοκτονήσω, αλλά δεν είχα τη δύναμη να το κάνω μόνη μου. Όσες φορές είχα προσπαθήσει είχα αποτύχει», είπε στους δικαστές!
Η αιματοβαμμένη ιστορία που έγινε ποπ τραγούδι και ντοκιμαντέρ
Το μεσημέρι της 29ης Ιανουαρίου 1979 ο τραγουδιστής του συγκροτήματος Boomtown Rats, Bob Geldof, έδινε συνέντευξη σε μουσικό ραδιοφωνικό σταθμό. Κατά τη διάρκεια της εκπομπής ο παρουσιαστής διέκοψε για να μεταδώσει την έκτακτη είδηση της παράδοσης της 16χρονης στην αστυνομία. Ο Geldof συγκλονίστηκε από το συμβάν, η φράση «I don’t like Mondays» του καρφώθηκε στο μυαλό και αποφάσισε να το κάνει τραγούδι. Σε λίγες ημέρες το είχε έτοιμο και τελικά το κυκλοφόρησε ως σινγκλ στις 21 Ιουλίου 1979, ενώ το συμπεριέλαβε και στο τρίτο άλμπουμ του συγκροτήματος «The Fine Art of Surfacing», που κυκλοφόρησε στις 9 Οκτωβρίου του ίδιου χρόνου.
Το τραγούδι ανέβηκε σχεδόν αμέσως για τέσσερις εβδομάδες στο Νο1 του βρετανικού πίνακα επιτυχιών αλλά δεν γνώρισε ιδιαίτερη επιτυχία στις ΗΠΑ. Η οικογένεια της 16χρονης προσπάθησε να το απαγορέψει, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Η ίδια η Μπρέντα, ωστόσο, έστειλε μέσα από τη φυλακή γράμμα στον Γκέλντοφ με το οποίο τον ευχαριστούσε που την έκανε διάσημη. Το 2006 ο σκηνοθέτης John Dower δημιούργησε ένα ντοκιμαντέρ διάρκειας περίπου 50 λεπτών το οποίο εξιστορεί την υπόθεση που συγκλόνισε τις ΗΠΑ.
Η ιστορία της 16χρονης, σήμερα αποτελεί σημείο αναφοράς. Για πολλούς είναι η υπόθεση που αποκαλύπτει δυο πυορροούσες πληγές της αμερικάνικης κοινωνίας. Η πρώτη έχει να κάνει με την οπλοκατοχή και η δεύτερη με τα οικογενειακά προβλήματα τα οποία -ειδικά στο Νότο- μένουν καλά κλειδωμένα πίσω από ερμητικά κλειστές πόρτες και έρχονται στην επιφάνεια μόνο μέσα από αιματοβαμμένα ξεσπάσματα όπως εκείνο της 29ης Ιανουαρίου 1979. Δείτε όλα τα θέματα του Weekend