Αποζημίωση 15 δολαρίων θα μπορούν να διεκδικήσουν και να λάβουν όσοι είχαν αγοράσει υπολογιστή με επεξεργαστή Pentium 4, το μακρινό 2000 και 2001.
Η αποζημίωση αυτή έρχεται κατόπιν διακανονισμού της Intel και της HP μετά από αγωγές για χειραγώγηση των μετρήσεων απόδοσης της πρώτης γενιάς των συγκεκριμένων επεξεργαστών.
Συγκεκριμένα, η Intel φέρεται να χειραγώγησε τα αποτελέσματα μετρήσεων (benchmark) για την απόδοση του Pentium 4, ενώ η HP βοήθησε και υποκίνησε την πράξη αυτή. Αν και οι δύο εταιρείες αρνούνται τις κατηγορίες, επέλεξαν να προχωρήσουν σε διακανονισμό που περιλαμβάνει την καταβολή αποζημίωσης ύψους 15 δολαρίων, σε όσους αγόρασαν τους επίμαχους επεξεργαστές.
Συγκεκριμένα, έχει δημιουργηθεί ιστότοπος όπου μπορούν να υποβάλουν αίτηση όσοι Αμερικανοί αγόρασαν υπολογιστή με έναν Pentium 4 από 20 Νοεμβρίου 2000 μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2001. Την ίδια αποζημίωση θα μπορούν να διεκδικήσουν και όσοι αγόρασαν έναν πρώτης γενιάς «Willamette» Pentium 4 ή έναν Pentium 4 με ταχύτητα μικρότερη των 2.0 GHz, από την 1η Ιανουαρίου 2002 μέχρι και 30 Ιουνίου 2002.
Σύμφωνα με τους ενάγοντες, η Intel γνώριζε ότι οι επεξεργαστές Pentium 4 υστερούσαν σε δυνατότητες από τους προηγούμενους Pentium III αλλά και τα ανταγωνιστικά μοντέλα της AMD, Athlon.
«Η Intel χρησιμοποίησε την επιρροή της στη βιομηχανία υπολογιστών προκειμένου –σύμφωνα με τα λόγια της Intel- να “βελτιώσει ψευδώς” την απόδοση των Pentium 4 στις βαθμολογίες», σημειώνεται στην αγωγή. «Πραγματοποίησε κρυφές δοκιμές που θα έδιναν στους Pentium 4 υψηλές βαθμολογίες και κατόπιν κυκλοφόρησε και χρησιμοποίησε προωθητικά αυτές τις “νέες” μετρήσεις σαν ανεξάρτητες αξιολογήσεις. Πλήρωσε εταιρείες λογισμικού για να κάνουν συγκεκαλυμμένες αλλαγές ώστε να βελτιωθούν τα αποτελέσματα στις επιδόσεις του Pentium 4 και ακόμη και να απενεργοποιηθούν χαρακτηριστικά σε Pentium III ώστε τα σκορ του Pentium 4 να δείχνουν καλύτερα στη σύγκριση», σημειώνεται στην αγωγή.