Στην 64η θέση, μεταξύ 144 χωρών, βρίσκεται η Ελλάδα στην κατάταξη της ετήσιας μελέτης «The Global Information Technology Report 2013» του World Economic Forum, που αναφέρεται στη χρήση των νέων τεχνολογιών στην οικονομία της κάθε χώρας. Η βαθμολογία, που απέσπασε η χώρα μας, σύμφωνα με την εν λόγω μελέτη, ήταν 3,9 και η πτώση στις ετήσιες επιδόσεις της στην ψηφιακή οικονομία αντιστοιχεί σε 5 θέσεις, μιας και το 2012 κατείχε την 59η θέση μεταξύ 142 χωρών.
Διαχρονικά, από το 2006- 2007, οπότε η Ελλάδα είχε βρεθεί στην 48η θέση μεταξύ 122 χωρών, η πορεία τής ελληνικής ψηφιακής οικονομίας είναι πτωτική. Το 2010- 2011, η Ελλάδα βρέθηκε στην 64η θέση, ανέβηκε το 2012 στην 59η και για το 2013 κατατάσσεται ξανά στην 64η θέση, αδυνατώντας να διατηρήσει το πλεονέκτημα της ανόδου τής προηγούμενης χρονιάς.
Αυτές οι αυξομειώσεις της κατάταξης της Ελλάδας, όσον αφορά τις επιδόσεις της στην ψηφιακή οικονομία, δείχνουν αρρυθμία στην υιοθέτηση καινοτομιών και μεταρρυθμίσεων με τη βοήθεια των νέων τεχνολογιών. Ωστόσο, οι αναλυτές του World Economic Forum δεν κρύβουν την αισιοδοξία τους ότι οι συνθήκες είναι καλύτερες, σε σύγκριση με την προηγούμενη οικονομική χρήση, όπου το κύμα της κρίσης ήταν σφοδρό, σαρώνοντας στο πέρασμά του θέσεις εργασίας, χρηματοοικονομική σταθερότητα και προοπτική, ειδικά για τη νέα γενιά. Σε αυτό το πλαίσιο, οι χώρες κάνουν ό,τι μπορούν, για να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα, ενσωματώνοντας τις Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών στις δομές τους και τις οικονομίες τους.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, για το 2013, χώρες με υψηλές επιδόσεις στην ψηφιακή οικονομία μετρούν απώλειες, δείγμα της ύφεσης, που πλήττει μέρος των οικονομιών, διεθνώς. Η Κίνα έχασε 7 θέσεις, η Ρουμανία 8, η Σουηδία 2, η Δανία 4, ο Καναδάς 3, η Νέα Ζηλανδία 6 και η Αργεντινή 7. Από την άλλη πλευρά, το Μεξικό ανέβηκε κατά 13 θέσεις, η Γεωργία κατά 23 θέσεις, η Χιλή κατά 5 θέσεις, το Ισραήλ και το Λουξεμβούργο, ανέβηκαν επίσης κατά 5 θέσεις, το Καζακστάν κατά 12 θέσεις.
Οι αναλυτές του World Economic Forum επισημαίνουν πως πλέον η αναγνώριση των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ), ως μοχλού ανάπτυξης και δημιουργίας θέσεων εργασίας υψηλού επιπέδου, είναι διάχυτη παντού, διεθνώς. Το ρίσκο των επενδύσεων σε ΤΠΕ καθίσταται αναγκαίο όσο ποτέ άλλοτε και αναγνωρίζεται η αξία της επίδρασής τους στην παραγωγή και την αξιοποίηση των πόρων της κάθε χώρας.
«Οι Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών αποτελούν βασικό παράγοντα για ένα πιο οικονομικά, περιβαλλοντικά και κοινωνικά βιώσιμο κόσμο, στον απόηχο μιας από τις σοβαρότερες οικονομικές κρίσεις των τελευταίων δεκαετιών», αναφέρουν χαρακτηριστικά.
«Το Global Information Technology Report 2013» τονίζει τον βασικό ρόλο της τεχνολογίας ως καταλύτη για το μετασχηματισμό της κοινωνίας και της οικονομίας στην επόμενη δεκαετία, μέσω εκσυγχρονισμού και καινοτομίας.
Την πρώτη δεκάδα των πιο τεχνολογικά προηγμένων και ψηφιακά διασυνδεδεμένων χωρών συμπληρώνουν, κατά σειρά, οι εξής: Φινλανδία, Σιγκαπούρη, Σουηδία, Ολλανδία, Νορβηγία, Ελβετία, Ηνωμένο Βασίλειο, Δανία, ΗΠΑ, Ταϊβάν και Κίνα.
Στο Δείκτη Ψηφιακής Ετοιμότητας- Networked Readiness Index (NRI), πάνω από την Ελλάδα βρίσκονται χώρες, όπως το Καζακστάν (43η θέση), ο Μαυρίκιος (55η θέση), το Μαυροβούνιο (48η θέση), η Κροατία (51η θέση), η Μάλτα (28η θέση), η Τσεχία (42η θέση), η Λιθουανία (32η θέση), τα Μπαρμπάντος (39η θέση), η Χιλή (34η θέση) και η Λετονία (41η θέση).
Η κατάταξη των χωρών στον Δείκτη Ψηφιακής Ετοιμότητας γίνεται με βάση τέσσερις άξονες: Περιβάλλον (πολιτικό, κανονιστικό, επιχειρηματικό, καινοτομικό), Ετοιμότητα (υποδομές και ψηφιακό περιεχόμενο, οικονομική προσιτότητα, δεξιότητες), Χρήση (προσωπική, επαγγελματική, κυβερνητική) και Επιπτώσεις (οικονομικές, κοινωνικές).
Η Ελλάδα, για το 2013, αναφορικά με τον άξονα Περιβάλλον, κατατάσσεται στην 87η θέση και, ως προς τον άξονα Ετοιμότητα, στην 47η θέση, ως προς τη Χρήση, καταλαμβάνει την 68η θέση και, ως προς τις Επιπτώσεις, την 82η θέση.
Νομικό σύστημα, προβλήματα στην επιχειρηματικότητα και την έναρξη επιχειρήσεων, υψηλό κόστος των παρεχόμενων τεχνολογικών υπηρεσιών, η μη σύγχρονη ποιότητα του εκπαιδευτικού συστήματος, ο χαμηλός δείκτης καινοτομίας και η χαμηλή επίδραση των τεχνολογιών στην πραγματική οικονομία, την κοινωνία και την κυβέρνηση, είναι τα μειονεκτήματα της Ελλάδας, που ρίχνουν τις επιδόσεις της στην ψηφιακή οικονομία.