Οι Ολυμπιακοί Αγώνες ανέκαθεν είχαν ως προαπαιτούμενο για τη διεξαγωγή τους την Ολυμπιακή Εκεχειρία, η οποία στις μέρες μας παραβιάζεται ασύστολα, με πρόσφατα παραδείγματα τους πολέμους σε Ουκρανία και Γάζα. Στην αρχαία Ελλάδα, όμως, όλες οι πλευρές την τηρούσαν και καμία δεν διανοούνταν να «σπάσει» την ειρήνη.

Για πρώτη φορά θεσπίστηκε τον 9ο αιώνα π.Χ., όταν και καθιερώθηκαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, με την υπογραφή μιας συνθήκης μεταξύ του Ίφιτου της Ήλιδας, του Κλεοσθένη της Πίζας και του Λυκούργου της Σπάρτης. Η ιστοσελίδα της Ολυμπιακής Επιτροπής ανέφερε ότι στόχος ήταν να μπει τέλος στους πολέμους που έκαναν την Πελοπόννησο να δεινοπαθεί. Τότε στην περιοχή ήταν σε εξέλιξη η κάθοδος των Δωριέων, η κατάρρευση του μυκηναϊκού πολιτισμού και, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, κατέφθαναν μετανάστες από καταρρέουσες αυτοκρατορίες της Ανατολής, κυρίως των Αιγυπτίων και έπειτα των Ασσυρίων.

Το μαντείο των Δελφών κατείχε ιδιαίτερο κύρος και πολιτικό ρόλο στην αρχαιότητα, οπότε διασφάλιζε την υπογραφή και τήρηση της εκεχειρίας από όλες τις πόλεις-κράτη. Με βάση την ιστορία, πριν από την έναρξη των Αγώνων το μαντείο έστελνε τρεις κήρυκες να αναγγείλουν την ανακωχή που χαρακτηριζόταν ιερή, αδιαφορώντας για τις διαφορές που μπορεί να είχαν οι εκάστοτε πόλεις-κράτη.

Η Ολυμπιακή Εκεχειρία έμπαινε σε ισχύ επτά μέρες πριν από την έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων και έληγε επτά μέρες μετά την τέλεσή τους, ώστε θεατές και αθλητές να ταξιδέψουν με ασφάλεια στην αρχαία Ολυμπία. Παράλληλα, όλοι οι αγώνες ήταν αφιερωμένοι στον Δία και δινόταν έμφαση στο θρησκευτικό μέρος, οπότε όσοι ξεκινούσαν εχθροπραξίες θα προκαλούσαν την οργή των Ολύμπιων Θεών.

Σύμφωνα με το BBC, ακόμη ένας παράγοντας που διασφάλιζε την ειρήνη ήταν ότι οι Αγώνες διεξάγονταν πάντα καλοκαίρι. Οι καλές καιρικές συνθήκες δεν διευκόλυναν μόνο τη μετακίνηση, αλλά συνέπιπταν και με την εποχή που ξεκινούσαν οι εκστρατείες, αφού τότε οι αγρότες μάζευαν τη συγκομιδή, δηλαδή τα υλικά αγαθά του τότε κόσμου, για τα οποία γινόντουσαν οι πόλεμοι. Ωστόσο, η εκεχειρία των Ολυμπιακών Αγώνων ερχόταν σε αυτή τη φάση να αποτρέψει την έναρξη των πολέμων.

Η αντίληψη του πολέμου στην αρχαία Ελλάδα

Ο πόλεμος εκφράζει την πιο βάρβαρη και ζωώδη πλευρά του ανθρώπου, με τα εγκλήματα να αποτελούν τον κανόνα κι όχι την εξαίρεση. Εντούτοις, στην αρχαία Ελλάδα τον αντιλαμβάνονταν ως αθλητικό δρώμενο. Για αυτό τον λόγο οι πολεμικοί κώδικες τους έμοιαζαν περισσότερο με αθλητικούς κανόνες, με τους αρχαίους να προτιμούν κυρίως όπλα που ήταν άρρηκτα συνδεδεμένα με αγωνίσματα (π.χ. το δόρυ).

Ενδεικτικά, μύθος του 6ου αιώνα π.Χ. ανέφερε πως μια φορά οι Σπαρτιάτες συμφώνησαν με τους Μεσσήνιους να στείλουν σώμα με τους 30 καλύτερους στρατιώτες τους (έκαστη πόλη), προκειμένου να αναμετρηθούν σε έναν λόφο. Νικήτρια πόλη θα ήταν εκείνη με τους περισσότερους πολεμιστές που θα στέκονταν όρθιοι μέχρι τη δύση του ηλίου.

Στη μάχη επέζησε ένας Σπαρτιάτης και δύο Μεσσήνιοι, με τους τελευταίους να επιστρέφουν στην πατρίδα τους, θεωρώντας ότι κέρδισαν και πως χάρισαν τη ζωή του αντιπάλου. Το βράδυ κατέφθασαν συμβούλια και από τις δύο πλευρές, ανακηρύσσοντας νικήτρια τη Σπάρτη, αφού ο Σπαρτιάτης πολεμιστής στέκονταν όρθιος με τον οπλισμό του, περιμένοντας να δύσει ο ήλιος, ενώ οι Μεσσήνιοι τιμωρήθηκαν ως λιποτάκτες.

Η παραπάνω νοοτροπία διευκόλυνε την τήρηση της Ολυμπιακής Εκεχειρίας και άλλαξε μόνο μετά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, καθιστώντας την ειρήνη ακόμη περισσότερο αναγκαία, καθώς έγινε αντιληπτό το μέγεθος των κακών που επιφέρουν οι εχθροπραξίες. «Σε καιρό ειρήνης οι γιοι θάβουν τους πατεράδες τους, αλλά στον πόλεμο οι πατεράδες θάβουν τους γιους τους», έγραψε ο Θουκυδίδης, ενώ στα γραπτά του Πλάτωνα βρίσκουμε τη φράση πως «όλοι οι πόλεμοι διεξάγονται για την απόκτηση χρημάτων» και ότι «οποιαδήποτε ειρήνη είναι καλύτερη από οποιονδήποτε πόλεμο».