Το Μουντιάλ της Νοτίου Αφρικής είχε βάλει τον πήχη ψηλά. Η Ολλανδία του Μπερτ Φαν Μάρβαϊκ έφτασε στον τελικό απέναντι στην πανίσχυρη Ισπανία και κράτησε μέχρι την παράταση, όπου το γκολ του Ινιέστα ήταν αρκετό για να βάλει τέλος στην πορεία της. Ο Φαν Μαρβάικ, με δίδυμο στον άξονα τους Φαν Μπόμελ και Ντε Γιονγκ μπορεί να μην είχε την δημιουργία και το όμορφο παιχνίδι που οι Ολλανδοί θεωρούν κληρονομιά από την γενιά του Κρόιφ, είχε όμως σκληράδα, ρεαλισμό, αμυντική θωράκιση και ουσία. Ήταν λογικό και επόμενο οι απαιτήσεις για το Euro της Πολωνίας το 2012 να είναι υψηλές. Ίδιος προπονητής, κορμός με αρκετά κοινά, παρότι δεν υπήρχε πλέον Φαν Μπόμελ. Το αποτέλεσμα όμως ήταν εντελώς διαφορετικό. Τρεις ήττες από Δανία, Γερμανία, Πορτογαλία στον «όμιλο του θανάτου» και τελευταία θέση χωρίς ούτε βαθμό. Ήταν δεδομένο πως είχε φτάσει η ώρα της ανανέωσης. Ο Λουίς Φαν Χάαλ ανέλαβε τη μετάβαση και έδωσε το προσωπικό του στίγμα στην ομάδα. Το 5-3-2 με το οποίο συνέτριψε την Ισπανία στο Μουντιάλ της Βραζιλίας αμφισβητήθηκε από πολλούς, που έκαναν λόγο ακόμα και για προσβολή του DNA της Ολλανδίας, του πατροπαράδοτου 4-3-3 και του φύσει επιθετικογενούς ποδοσφαίρου. Ο έμπειρος τεχνικός όμως ήξερε καλύτερα. Βασισμένος σε παίκτες με προσαρμοστικότητα, από καλές χρονιές και με μια ομάδα που δούλευε πολύ χωρίς τη μπάλα για να δημιουργήσει χώρους για τους Ρόμπεν και Φαν Πέρσι, έκανε ένα πολύ ανταγωνιστικό Μουντιάλ, αλλά αποκλείστηκε από την Αργεντινή. Η τρίτη θέση στη διοργάνωση, μόνο αμελητέα δεν ήταν. Ξανά, οι απαιτήσεις ενόψει του επόμενου Euro ήταν πολλές. Μόνο που αυτή τη φορά, δεν υπήρχε Φαν Χάαλ. Οι «οράνιε» τελικά αποχωρούν με σκυμμένο το κεφάλι. Για πρώτη φορά μετά από 54 χρόνια έχασαν τρία σερί εντός έδρας ματς και όντες η μεγαλύτερη απογοήτευση των προκριματικών, αναζητούν τρόπο να θεραπεύσουν τα προβλήματά τους. Η αποτυχία της πρόκρισης στο Euro της Γαλλίας δεν είναι εύκολα διαχειρίσιμη. Αστάθεια στον πάγκο Ο πολύπειρος Χίντινκ ήταν εκείνος που ανέλαβε το δύσκολο έργο της νέας μετάβασης, με τα προκριματικά για το Euro σε έναν όμιλο με πολλές παγίδες να τρέχουν. Έμεινε στον πάγκο της Εθνικής για μόλις 10 μήνες, έχοντας συγκομιδή πέντε ηττών και τεσσάρων νικών σε 10 ματς. Ο Χίντινκ κράτησε αρκετούς παίκτες του προκατόχου του, αλλά δεν κατάφερε να συνεχίσει το στιλ και την αγωνιστική φιλοσοφία του. Δεν είναι δεδομένο ότι ένας καλός προπονητής και μια καλή φουρνιά παικτών θα ταιριάξουν. Ο Φαν Χάαλ είχε βρει τον τρόπο να εκμεταλλευτεί τα ατομικά χαρακτηριστικά των ποδοσφαιριστών του, να «κρύψει» τις αδυναμίες τους, να τους εμφυσήσει την νοοτροπία του που αρχικά σε πολλούς έμοιαζε εκτός λογικής και να τους κάνει να πιστέψουν σε αυτόν. Ο Γιόχαν Κρόιφ ανέπτυξε μια ενδιαφέρουσα θεωρία, υποστηρίζοντας ότι τα τακτικά τρικ του Φαν Χάαλ, κυρίως στο αμυντικό κομμάτι, ουσιαστικά κάλυψαν τα πολλά μειονεκτήματα του ρόστερ. «Ο κόσμος αναρωτιόταν πως φτάσαμε τόσο μακριά. Νόμιζαν ότι η Ολλανδία έγινε και πάλι κανονική. Τώρα αντιμετωπίζουμε τις συνέπειες». Η ομάδα ήταν ήδη πέντε πόντους πίσω από την Ισλανδία και τρεις από την Τσεχία στον πρώτο όμιλο όταν ο Χίντινκ αποχώρησε. Ο Φρανκ Ντε Μπουρ του καταλόγισε σημαντικό μερίδιο ευθύνης, τονίζοντας πως ήταν πολύ χαλαρός σε θέματα πειθαρχίας και βασιζόταν σε έναν μικρό αριθμό «δικών» του παικτών, δημιουργώντας ανισότητες στα αποδυτήρια. Ο καυγάς του Φαν Πέρσι με τον Ντεπάι παραμονές του αγώνα με την Τσεχία δίνει βάση στα λεγόμενά του. Το τιμ του Χίντινκ έμεινε ίδιο και ο Μπλιντ ανέλαβε να σώσει ό,τι μπορούσε. Βάδισε όμως στα βήματα του και η εικόνα δεν έφτιαξε. Προφανώς, για την ανώμαλη προσγείωση των Ολλανδών δεν παίζει ρόλο μόνο η αλλαγή στην τεχνική ηγεσία… Η φθορά στους ηγέτες Η «παλιά φρουρά» μεγαλώνει και βγάζει προβλήματα. Η τελευταία καλή δομή των «οράνιε» είχε δύο μεγάλους σολίστες στην επίθεση. Τον Ρόμπεν και τον Φαν Πέρσι. Αμφότεροι έχουν ταλαιπωρηθεί από τραυματισμούς και αστάθεια στις εμφανίσεις τους, με αποτέλεσμα να λείψουν στα κρίσιμα σημεία. Στο δεύτερο ματς με την Ισλανδία δεν έπαιξε ο Φαν Πέρσι, στο 3-0 από την Τουρκία έλειπε ο Ρόμπεν. Ο Σνάιντερ μοιάζει πολλές φορές απελπιστικά μόνος, ενώ δεν έχει πίσω του ποδοσφαιριστές για να τον καλύψουν, να τρέξουν γι’ αυτόν, να του επιτρέψουν να αφοσιωθεί στο χτίσιμο του παιχνιδιού. Ακόμα και ο Χούντελααρ, ο οποίος σε καμία περίπτωση δεν έχει την κλάση του Φαν Πέρσι, είναι πλέον 32 ετών. Όσον αφορά τον Ντε Γιονγκ; Θα ασχοληθούμε αναλυτικότερα με την περίπτωσή του. Γενικότερα η Ολλανδία δεν είχε τη λογική του one-man-show. Έχει όμως ποδοσφαιριστές κλάσης, οι οποίοι βαδίζουν προς τη δύση. Χάσμα γενεών Δεν είναι ότι της λείπουν οι νεαροί παίκτες. Σε ανάλυση της στατιστική υπηρεσίας Opta τον Σεπτέμβριο, η Ολλανδία αποτελείται κατά 30% από ποδοσφαιριστές γεννημένους το 1984 και πριν, κατά 45% από το 1990 και μετά και μόλις το 25% έχουν γεννηθεί από το 1985-1989. Υπάρχει δηλαδή ένα χάσμα στη μεταβατική ηλικία 27-30, όπου θεωρητικά θα έπρεπε να αποτελούν τον κορμό. Λείπουν οι «ψημένοι», που έχουν δουλέψει σε υψηλό επίπεδο, έχουν παραστάσεις από τις προηγούμενες εθνικές, αλλά δεν έχουν μπει ακόμα στην τρίτη δεκαετία της ζωής τους. Εκείνοι που βρίσκονται κατά κανόνα στην πιο μεστή ποδοσφαιρική τους ηλικία και αποτελούν τον συνδετικό κρίκο των «βετεράνων» με τους πιτσιρικάδες. Ουσιαστικά, το παραπάνω στατιστικό αποτελεί ένδειξη του ότι από την γενιά που έφτασε στον τελικό του Euro U21 το 2007, ελάχιστοι κατάφεραν να δικαιώσουν τις προσδοκίες. «Η χώρα πρέπει να αποδεχτεί ότι δεν είναι πια μια μεγάλη ευρωπαϊκή δύναμη», παραδέχθηκε με πικρία ο Χίντινκ πριν αποχωρήσει, αναφερόμενος ουσιαστικά σε αυτή τη φουρνιά παικτών. Των ταλέντων όπως ο Ντρέντε, ο Μπάμπελ, ο Μαντούρο, ο Μπακάλ, που ποτέ δεν έφτασαν εκεί που περίμεναν οι συμπατριώτες τους. Αρκεί το ταλέντο; Εκείνοι που ακολουθούν για να πάρουν τις θέσεις των πρωταγωνιστών της τελευταίας πενταετίας, ακόμα ψάχνονται. Με εξαίρεση ίσως τον Ντεπάι, ο οποίος βρίσκεται πλέον σε πρωτοκλασάτο κλαμπ μεγάλου πρωταθλήματος, οι υπόλοιποι δεν δείχνουν ότι σύντομα θα βρεθούν στο επίπεδο ενός Φαν Πέρσι, ενός Σνάιντερ, ενός Ντε Γιονγκ, ενός Ρόμπεν. Ο Βαϊνάλντουμ καλός, αλλά για τη Νιούκαστλ. Ο Κλάσι μόλις έκανε το βήμα για τη Σαουθάμπτον. Οι μικρότεροι Τέτε, Κλάασεν, Ελ Γκαζί, Μπαζόρ, Ράιντεβαλντ πιθανόν να εξελιχθούν σε εξαιρετικούς ποδοσφαιριστές, καθώς για κάποιους ηχούν σειρήνες από μεγάλες ομάδες, αλλά προς το παρόν συνεχίζουν στον Άγιαξ. Αυτό δεν σημαίνει ότι επειδή παίζουν στον «Αίαντα» δεν έχουν επίπεδο ή δεν δουλεύουν σωστά. Αλλά δεν έχουν δοκιμαστεί σε διαφορετικά πρωταθλήματα, σε πιο ανεπτυγμένες τακτικές, απέναντι σε world class αντίπαλους και ασφυκτικές άμυνες. Και επειδή καθρέφτης είναι το γήπεδο, το ταλέντο προς το παρόν δεν αρκεί. Η σταδιακή ενσωμάτωση στην 11άδα, στο πλευρό των υπολοίπων, δεν λειτουργεί. Χρειάζεται χρόνος ή διαφορετική προσέγγιση. Το κενό στον άξονα Όταν το δίδυμο των Φαν Μπόμελ-Ντε Γιονγκ χάλασε μετά το Μουντιάλ του 2010, ο Φαν Χάαλ στήριξε πολλά στην παρουσία το δεύτερου ως anchorman. Πόνταρε στην συνύπαρξή του με τον Στρούτμαν και ο τραυματισμός του οποίου αποτέλεσε σημαντικό πλήγμα. Πριν ακόμα ανακοινώσει την αποστολή για τη Βραζιλία, ο νυν τεχνικός της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ έλεγε ότι ο μέσος της Ρόμα είναι ο μοναδικός σίγουρος. Τεράστιο, πλήγμα αλλά βρήκε κάλυψη μέσα από το σύνολο. Παρότι ο Ντε Γιονγκ αντιμετωπίζει τραυματισμούς και ντεφορμαρίσματα τα τελευταία χρόνια, ήταν βασικός στο Μουντιάλ, αποτελώντας το «εξάρι» με τα στοιχεία που λείπουν από τους «οράνιε». Συχνά, κλήθηκε να παίξει άχαρους, αλλά αποτελεσματικούς ρόλους. Στο κάτι σαν 6-3-1 με την Αργεντινή, είχε περιορίσει πολύ τον Μέσι. Στην επόμενη μέρα, ο Ντε Γιονγκ δείχνει ξεχασμένος. Στο 4-3-3 ή το 4-2-3-1 του Μπλιντ, η απουσία του ίδιου ή κάποιου με τα αγωνιστικά του χαρακτηριστικά «χτυπάει» πολύ. Κλασικό παράδειγμα ήταν το παιχνίδι με την Τουρκία, όπου πίσω από τον Σνάιντερ έπαιξαν οι Ντάλεϊ Μπλιντ και Ντέιβι Κλάσεν, κανείς εκ των οποίων δεν έχει τα αμυντικά στοιχεία του αμυντικού μέσου που θα θωρακίσει την άμυνα, θα στηρίξει τον άξονα και θα απελευθερώσει τον Σνάιντερ. Τα κενά ήταν τεράστια, αποτελώντας βούτυρο στο ψωμί του Αρντά Τουράν. Απέναντι στο Καζακστάν δεν ήταν πρόβλημα (αν και πάλι η Ολλανδία δέχθηκε γκολ) ωστόσο είναι ξεκάθαρο το πρόβλημα στη συγκεκριμένη θέση. Ή μάλλον, στο συγκεκριμένο χώρο, όπου ο Φαν Χάαλ μερικές φορές φαινόταν υπερβολικά προστατευτικός, αλλά γνώριζε πολύ καλά τις αδυναμίες του ρόστερ του. Τι θα γίνει από εδώ και στο εξής: Η θέση της Ομοσπονδίας είναι ότι «δεν θα κάνουμε τίποτα τρελό» και ότι προς το παρόν ο Μπλιντ θα συνεχίσει. Ο 54χρονος έχει συμβόλαιο μέχρι το 2018, ωστόσο οι φήμες θέλουν τον Ρόναλντ Κούμαν να βρίσκεται προ των πυλών. Η Ολλανδία περνάει μια σχεδόν κλασική κρίση μετάβασης. Συμβαίνει συχνά στις εθνικές όταν η «χρυσή» γενιά αρχίζει την αντίστροφη μέτρηση. Προφανώς, μία χώρα με την ποδοσφαιρική παράδοση της Ολλανδίας και το know how στην ανάδειξη ταλέντων θα βρει, αργά ή γρήγορα, το δρόμο της. Ίσως όμως χρειαστεί αρκετός χρόνος μέχρι να την ξαναδούμε ψηλά σε μια μεγάλη διοργάνωση… Πηγή: gazzetta.gr