Ήταν 16 Οκτωβρίου του 2004 στο «Μονζουΐκ» της Βαρκελώνης. Μια μέρα που θα μείνει χαραγμένη για πάντα στη μνήμη των θεατών που παρακολουθούσαν την αναμέτρηση της Εσπανιόλ με την Μπαρτσελόνα, όχι φυσικά για τη νίκη με σκορ 1-0 των «μπλαουγκράνα».

Στο 82ο λεπτό εκείνου του αγώνα ελάχιστοι ήταν εκείνοι που συνειδητοποιούσαν πως γίνονταν μάρτυρες μιας ιστορικής στιγμής την ώρα που ο Ντέκο άφηνε τη θέση του στον Λιονέλ Μέσι, ο οποίος θα έκανε τα πρώτα του βήματα και τις πρώτες του ενέργειες στην πρώτη ομάδα των Καταλανών.

Ο Μέσι ήταν μόλις 17 ετών και 114 ημερών, αλλά ήδη πολύ καλύτερος από την πλειοψηφία των συναθλητών του.

Ακολούθησαν 388 παιχνίδια και 324 γκολ. Πάρα πολλά… Ή καλύτερα, εξωφρενικά πολλά όπως παρατηρούσε ο Σεπ Γκουαρντιόλα, ο άνθρωπος που τον πίστεψε κι αποφάσισε να επενδύσει πάνω του, βάζοντας στην άκρη ξεπερασμένες πριμαντόνες, όπως ο Ντέκο και ο Ροναλντίνιο.

Ο Μέσι χρειάστηκε ελάχιστο χρόνο για να κερδίσει με το… σπαθί του και τις εμφανίσεις του μια θέση στις καρδιές των φίλων, όχι μόνο της Μπαρτσελόνα, αλλά και κάθε φιλάθλου που έχει έστω και μερικά ψήγματα αντικειμενικής κρίσης μέσα του.
Άλλωστε το γεγονός και μόνο πως είναι ένας από τους ελάχιστους –αν όχι ο μόνος μαζί με τον Κριστιάνο Ρονάλντο- μπορεί να συγκριθεί με μύθους του παρελθόντος, τα λέει όλα.

Πολλοί είναι εκείνοι που θεωρούν πως τα 3 Champions League, τα 2 Ευρωπαϊκά Σούπερ Καπ, τα ισάριθμα Παγκόσμια Κύπελλα Συλλόγων, τα 6 πρωταθλήματα, τα 2 Κύπελλα και τα 6 Σούπερ Καπ Ισπανίας, δεν είναι αρκετά για να το χαρίσουν τον τίτλο του κορυφαίου όλων των εποχών ή έστω να του εξασφαλίσουν μια θέση δίπλα στον Πελέ, τον Μαραντόνα ή τον Κρόιφ.

Για αυτούς ούτε αυτοί οι ομαδικοί τίτλοι ούτε οι αμέτρητες ατομικές διακρίσεις είναι αρκετές. Όμως εκείνο το παιδί που πάταγε μια μέρα σαν κι αυτή το χορτάρι του Ολυμπιακού Σταδίου της Βαρκελώνης και συστηνόταν στο κοινό με σουλούπι που δεν σου γέμιζε το μάτι, υπάρχει τρόπος.

Το καλοκαίρι του 2014 η Αργεντινή θα είναι στο Παγκόσμιο Κύπελλο που θα φιλοξενηθεί στη Βραζιλία. Εάν ο Μέσι τα καταφέρει και οδηγήσει την «αλμπισελέστε» στον τίτλο, θα είναι οι υπόλοιποι «ζωντανοί-θρύλοι» που αναφέραμε –όσο παράλογο κι αν φαίνεται αυτό- που θα χρειαστούν επιχειρήματα για να αποδείξουν πως υπήρξαν καλύτεροί του.


Πηγή: sport-fm.gr