Το τι είναι δίκαιο και τι άδικο, είναι μια μεγάλη κουβέντα, η οποία μπορεί να γίνει ακόμη μεγαλύτερη αν αυτή αφορά το ποδόσφαιρο. Είτε λόγω των οπαδικών προτιμήσεων του καθενός, είτε λόγω του αποτελέσματος που… πρέπει να κρίνει τα πάντα, είτε λόγω του αστάθμητου παράγοντα που μπορεί να επηρεάσει την τελική έκβαση και πάει λέγοντας. Συνήθως μάλιστα, για κάποιο λόγο, πουλάει περισσότερο το “άδικο”, αλλά στο φετινό Coppa Italia υπήρξε δικαιοσύνη. Για όλους. Αυτοί που άξιζαν να αποκλειστούν αποκλείστηκαν και αυτοί που άξιζαν να φτάσουν ως τον τελικό, έφτασαν. Και όσο άδικο κι αν είναι, για να παραμείνουμε στο κλίμα, το να μην ανταμείβεται αυτή η Αταλάντα με ένα τρόπαιο, άλλο τόσο δίκαιο είναι το να πανηγυρίζει για αυτή την κούπα η Λάτσιο…
Για τους οπαδούς της, μάλιστα, αυτό το κύπελλο δεν μπορούσε να έρθει σε καλύτερο timing. Μπορεί να μην ήταν με αντίπαλο την Ρόμα, όπως το “μαγικό” 2013, αλλά ήταν σε μια μέρα στην οποία οι τιφόζι των Τζαλορόσι ήταν οργισμένοι έξω από την Trigoria και τα έχωναν στη διοίκηση για το θέμα του Ντανιέλε Ντε Ρόσι. Συναισθήματα ή εικόνες που δεν είναι άγνωστες στον κόσμο των Λατσιάλι, αφού κι αυτοί είχαν στο παρελθόν ή έχουν ακόμη λόγους για να φορτώνουν με τον Κλαούντιο Λοτίτο, αλλά ανάμεσα στα δύο κλαμπ υπάρχει μια διαφορά. Σημαντική. Το ένα έχει δυνατή διοίκηση, το άλλο όχι. Το ένα έχει μια διοίκηση που ξέρει όχι μόνο ότι η διοίκηση πρέπει να είναι πάνω από όλους αλλά και πώς να το κάνει πράξη, το άλλο έχει μια διοίκηση που ψάχνει ακόμη, οκτώ χρόνια μετά την εμφάνιση της, ένα πλάνο και τον τρόπο με τον οποίο θα το υπηρετήσει.
Αυτές, για να είμαστε δίκαιοι (κόλλημα…), δεν είναι διαφορές ανάμεσα στη Λάτσιο και τη Ρόμα μόνο, αλλά ανάμεσα στη Λάτσιο και τις περισσότερες από τις ομάδες της Serie A. Σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει αλλού, ο Λοτίτο ποτέ δεν ξόδεψε περισσότερα από όσο μπορούσε. Κόντρα σε όσα γίνονται σε άλλες ομάδες, στη Λάτσιο η διοίκηση ποτέ δεν μπήκε στη διαδικασία να πάρει αποφάσεις εν θερμώ, αλλάζοντας τα πρόσωπα σε θέσεις-κλειδιά, με συνέπεια -κατ’ επέκταση- να αλλάζουν συνεχώς και οι λογικές, οι στρατηγικές κλπ. Σε αντιδιαστολή με τους πολλούς που επιτρέπουν στον κόσμο τους να τους επηρεάζουν ή στους εαυτούς τους να επηρεάζονται από το κοινό αίσθημα, οι Λατσιάλι όλα αυτά τα χρόνια κάνουν αυτό που θεωρούν -που θεωρεί η διοίκηση δηλαδή- σωστό για το κλαμπ και τα οικονομικά του, αδιαφορώντας για το αν αρέσει ή όχι στον κόσμο. Και επειδή λειτουργούν έτσι, καταφέρνουν τελικά να επηρεάζεται (και αυτό είναι θετικό) ο κόσμος από τα αποτελέσματα της ομάδας και όχι η ομάδα από τις απόψεις ή τα πιστεύω του κόσμου.
Εφαρμόζοντας μια σκληρή πολιτική, την οποία δεν άλλαξε ποτέ παρά την γκρίνια ή τις αντιδράσεις των τιφόζι, ο Λοτίτο τελικά κατάφερε τα εξής: Να βάλει σε σειρά τα οικονομικά που ήταν μια τραγωδία μετά την κατάρρευση του Σέρτζιο Κρανιότι, να μην έχει ποτέ προβλήματα με το Financial Fair Play της UEFA, να κατακτήσει πέντε τίτλους (τρία κύπελλα και δύο Σούπερ Καπ) και να είναι ο δεύτερος πιο επιτυχημένος πρόεδρος του κλαμπ, να δει την ομάδα του σε άλλους πέντε τελικούς (κι ας τους έχασε), να πείθει τον Τύπο -κι αυτό είναι δυστυχώς σημαντικό- ότι και αυτό το καλοκαίρι, ακόμη κι αν πουλήσει τον Σεργκέι Μιλίνκοβιτς-Σάβιτς ή οποιονδήποτε άλλο, η Λάτσιο θα είναι στο τέλος κερδισμένη, οικονομικά ή και αγωνιστικά. Για το πρώτο εγγυάται ο Λοτίτο, για το δεύτερο ο Ιγκλι Τάρε, ο οποίος έχει κάνει θαύματα όλα αυτά τα χρόνια, χωρίς ποτέ να έχει στη διάθεση του τα λεφτά που έχουν οι τεχνικοί διευθυντές των ανταγωνιστών.
Η επιλογή του Τάρε είναι ακόμη μία επιλογή του presidente που τον δικαίωσε, όπως και αυτή του προπονητή. Ο Σιμόνε Ιντσάγκι ανέλαβε μέσα σε μία νύχτα την Λάτσιο επειδή ο Μαρσέλο Μπιέλσα -το καλοκαίρι του 2016- δεν ήξερε αν εννοούσε το “ναι” ή το “όχι” που έλεγε στον Λοτίτο και απέδειξε ότι μπορεί να σταθεί. Το 2016-17 οδήγησε τους Μπιανκοσελέστι στην 5η θέση και στον τελικό του κυπέλλου όπου ηττήθηκαν από τη Γιουβέντους, το 2017-18 έχασαν το Champions League στα τελευταία λεπτά της σεζόν που είχε αρχίσει με την κατάκτηση του Σούπερ Καπ κόντρα στη Γιούβε, φέτος τους οδήγησε τελικά στην κατάκτηση του κυπέλλου και ενώ παράλληλα πάλεψαν όσο μπορούσαν για την έξοδο στο Champions League. Και όλα αυτά, ο Ιντσάγκι τα κατάφερε χωρίς ποτέ -σε αντίθεση με άλλες ιταλικές ομάδες- η Λάτσιο να αδιαφορήσει για το Europa League.
Λογικό είναι, επομένως, ο προπονητής να είναι στη λίστα άλλων -μεγαλύτερων κλαμπ- είτε για τώρα είτε για το μέλλον, λογικό είναι ο Λουίς Αλμπέρτο να καμαρώνει ότι «είμαστε η μόνη ομάδα που “αφαιρεί” τίτλους από τη Γιουβέντους», λογικό είναι ο Λοτίτο να αποθεώνεται σήμερα (16/5) από τα μεγαλύτερα ιταλικά Μέσα ως ο πρόεδρος της ομάδας που είναι 2η σε τίτλους σε αυτή την οκταετία ποδοσφαιρικής τυραννίας στην Ιταλία, λογικό είναι στα social media οι τιφόζι της Λάτσιο να στήνουν πάρτι εις βάρος αυτών της συμπολίτισσας, λογικό είναι ο Μιλίνκοβιτς-Σάβιτς να υπενθυμίζει ότι στην πορεία προς τον τελικό οι Λατσιάλι πήραν δύο προκρίσεις στο Μιλάνο. Και επειδή όλα αυτά είναι λογικά, μάλλον καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι αυτή η κούπα είναι όντως μια δικαίωση για την γαλάζια πλευρά της Αιώνιας Πόλης.
Ακόμη κι αν αντίπαλος ήταν η Αταλάντα που έχει κερδίσει τον σεβασμό ή τη συμπάθεια όλων. Για τους Μπεργκαμάσκι, άλλωστε, η σεζόν δεν τελείωσε το βράδυ της Τετάρτης, γιατί την Κυριακή έχουν ένα 90λεπτο που μπορεί να σημάνει τη δική τους δικαίωση…
Πηγή: gazzetta.gr