«Η αναντιστοιχία αδικήματος και ποινής στην προκειμένη περίπτωση είναι προφανής», αναφέρει σε ανακοίνωσή της η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων σχετικά με την ποινή κάθειρξης 10 ετών που επιβλήθηκε στην καθαρίστρια του Βόλου, για το παραποιημένο απολυτήριο του δημοτικού.
Η Ένωση χαρακτηρίζει άδικες τις οι κατηγορίες περί αναλγησίας δικαστικών λειτουργών που εξέδωσαν τη συγκεκριμένη ή άλλες όμοιες αποφάσεις, επισημαίνοντας ότι «οι δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί εκδίδουν πάντα τις αποφάσεις τους μέσα στα πλαίσια της νομιμότητας». Ωστόσο, η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων σημειώνει την εκπεφρασμένη θέση της «περί ανάγκης εκλογίκευσης των δρακόντειων ποινών που προβλέπει ο ν. 1608/50 και ορθότερης διάκρισης των αδικημάτων».
«Η χρήση ενός νόμου που ψηφίστηκε σε εντελώς διαφορετικές ιστορικές συνθήκες ως εργαλείο αντιμετώπισης σύγχρονων ζητημάτων οδηγεί σε αμφιλεγόμενα αποτελέσματα», τονίζει χαρακτηριστικά.
Ολόκληρη η ανακοίνωση έχει ως εξής:
«Στη δημόσια συζήτηση που άνοιξε με αφορμή την ποινική καταδίκη εργαζόμενης στην καθαριότητα από Εφετείο Κακουργημάτων, σημειώνουμε αρχικά την εκπεφρασμένη θέση μας περί ανάγκης εκλογίκευσης των δρακόντειων ποινών που προβλέπει ο ν. 1608/50 και ορθότερης διάκρισης των αδικημάτων. Η χρήση ενός νόμου που ψηφίστηκε σε εντελώς διαφορετικές ιστορικές συνθήκες ως εργαλείο αντιμετώπισης σύγχρονων ζητημάτων οδηγεί σε αμφιλεγόμενα αποτελέσματα.
Η αναντιστοιχία αδικήματος και ποινής στην προκειμένη περίπτωση είναι προφανής. Η σύγχυση που δημιουργείται από δύο διαφορετικές τάσεις που διαμορφώθηκαν στην νομολογία και οδηγούν σε διαφορετική ποινική αντιμετώπιση όμοιων περιπτώσεων μπορεί να αρθεί είτε με νομοθετική παρέμβαση είτε με λύση του νομικού ζητήματος από σταθερή νομολογία του Αρείου Πάγου. Οι κατηγορίες περί αναλγησίας δικαστικών λειτουργών που εξέδωσαν τη συγκεκριμένη ή άλλες όμοιες αποφάσεις είναι τουλάχιστον άδικες και συγκαλύπτουν την πραγματική αιτία του προβλήματος. Οι δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί εκδίδουν πάντα τις αποφάσεις τους μέσα στα πλαίσια της νομιμότητας».