Αλλαγή στο τοπίο για τις κατώτατες αποδοχές που καταβάλλονται από την 1η Ιανουαρίου 2022 φέρνει η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας με την οποία «ξεπαγώνουν» οι τριετίες που παρέμεναν στον… πάγο από το 2012.
Το Δ Τμήμα του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου απέρριψε ως απαράδεκτες τις προσφυγές που κατέθεσαν ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) και άλλων περιφερειακών εργοδοτικών Ενώσεων με τις οποίες ζητούσαν την ακύρωση εγκυκλίου του 2019 του υπουργείου Εργασίας με την οποία προβλεπόταν αύξηση 11% στις κατώτατες αποδοχές των δικαιούχων επιδομάτων προϋπηρεσίας (σ.σ. τριετίες).
Οι σύμβουλοι Επικρατείας έκριναν πως η επίμαχη εγκύκλιος «δεν είναι εκτελεστή διότι έχει χαρακτήρα ερμηνευτικής εγκυκλίου» σημειώνοντας, παράλληλα , ότι με την επίμαχη εγκύκλιο του υπουργείου Εργασίας παρέχει υποδείξεις για την ορθή εφαρμογή και συμμόρφωση του ισχύοντος νομικού πλαισίου, που όμως «δεν είναι καθ΄ ευατές δεσμευτικές για τους αποδέκτες και δεν αποτελούν νομική δέσμευση γι΄ αυτούς».
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την απόφαση του ΣτΕ, «δεν παράγονται δεσμευτικές έννομες συνέπειες από τις υποδείξεις σχετικά με το ύψος των καταβλητέων αποδοχών, η δε προσβαλλόμενη πράξη (σ.σ. εγκύκλιος) δεν αποτελεί κατόπιν τούτων εκτελεστή διοικητική πράξη». Μάλιστα, οι σύμβουλοι Επικρατείας υπογραμμίζουν, αναφερόμενοι στην εγκύκλιο, πως οι εργοδότες «μπορούν να μη συμμορφωθούν αναλαμβάνοντας την ευθύνη για τις προβλεπόμενες τυχόν από το νόμο κυρώσεις, στην περίπτωση που οι ενέργειες τους δεν θα είναι πράγματι νόμιμες».
Οι τριετίες στον κατώτατο μισθό και το ημερομίσθιο αποτελούν αυξήσεις αμοιβών που έχουν σχέση με την προϋπηρεσία των εργαζομένων σε οποιονδήποτε εργοδότη. Το επίδομα προϋπηρεσίας, («τριετίες»), ισούται με 10% επί του κατώτατου μισθού και μπορεί να καταβληθεί έως τρεις τριετίες κατ’ ανώτατο όριο.