Στις 3 τα ξημερώματα της Παρασκευής ήταν η τελευταία κατάθεση του 33χρονου πιλότου στους αστυνομικούς. Οι προσπάθειες των αστυνομικών να αποσπάσουν από τον νεαρό ομολογία για το αποτρόπαιο έγκλημα ξεκίνησε νωρίς το μεσημέρι της Πέμπτης για να φτάσει το απόγευμα της Παρασκευής στο γραφείο του ανακριτή όπου οδηγήθηκε κατηγορούμενος για τη δολοφονία της άτυχης συζύγου του.
«Δεν μπορείτε να φανταστείτε τον έρωτα μου για αυτήν την κοπέλα» είπε ομολογώντας το έγκλημα του ο 32χρονος πιλότος ζητώντας συγγνώμη. Στην προανακριτική του απολογία ο κατηγορούμενος ο οποίος καλείται να δώσει εξηγήσεις ενώπιον της δικαιοσύνης την ερχόμενη Τρίτη αναφέρθηκε στο γάμο του με την Καρολάιν και τα προβλήματα υγείας της νεογέννητης Λυδίας.
«Για μένα η Λυδία μετά κι από αυτές τις περιπέτειες της υγείας της, είναι κάτι που δεν μπορώ να περιγράψω με λόγια. Το να σας πω ότι είναι τα πάντα για μένα, νομίζω είναι πολύ λίγο. Όταν χάσαμε το πρώτο παιδάκι, η συμπεριφορά της Καρολάιν άρχισε να αλλάζει. Εκεί που ήταν όλα καλά μεταξύ μας, μπορεί για την οποιαδήποτε σημαντική ή ασήμαντη αφορμή να γινόταν επιθετική απέναντι μου» είπε στους αστυνομικούς περιγράφοντας λίγο αργότερα τις έντονες αλλαγές στη διάθεση της 20χρονης κοπέλας.
«Η Καρολάιν είχε το εξής χαρακτηριστικό. Μπορεί να ήμασταν όλη την εβδομάδα μια χαρά και από τη μία στιγμή στην άλλη μπορεί να γύρναγε ένας διακόπτης και να γινόταν επιθετική απέναντι μου η απέναντι σε οποιοδήποτε την είχε πειράξει εκείνη τη στιγμή μετά από 1 ώρα που θα της περνούσαν τα νεύρα, ήταν όλα μια χαρά εγώ προσπαθούσα να διαχειριστώ αυτές τις εξετάσεις της. Της πρότεινα να πάμε σε μία ψυχολόγο, εκείνη συμφώνησε και έτσι ξεκινήσαμε να πηγαίνουμε» ανέφερε.
Γλυκά Νερά: Πώς περιέγραψε τη στιγμή της δολοφονίας
Ο καθ’ ομολογίαν δολοφόνος έδωσε τη δική του εκδοχή για όλα όσα συνέβησαν το μοιραίο βράδυ λέγοντας: «Ενώ ήμουν με τη Λυδία και έπαιζα μαζί της στον καναπέ, πήγε να πέσει από τον καναπέ και τότε έκανα μία κίνηση να την αρπάξω για να μην πέσει. Η αλήθεια είναι ότι η κίνηση μου αυτή ήταν λίγο άγαρμπη και η Λυδία φοβήθηκε και άρχισε να κλαίει. Η Καρολάιν ήρθε προς το μέρος μας και ξεκίνησε να μου φωνάζει. Δεν θυμάμαι τι ακριβώς μου είπε εκείνη τη στιγμή, φεύγοντας όμως από το καθιστικό για να ανέβει στην κρεβατοκάμαρα θυμάμαι ότι μου είπε: «δεν πάτε να ψοφήσετε και οι δύο». Φυσικά και δεν έδωσα καμία σημασία, γιατί ήξερα ότι δεν ήταν ο εαυτός της και ότι το είπε πάνω στα νεύρα της. Την τελευταία φορά που ανέβηκα με τη μικρή στην αγκαλιά μου η Καρολάιν προσπαθούσε να κοιμηθεί» ανέφερε.
Στη συνέχεια ισχυρίστηκε ότι προσπάθησε να βάλει το μωρό δίπλα στη μητέρα του, με την Καρολάιν να αντιδρά επειδή το παιδί δεν την άφηνε να κοιμηθεί.
«Η μικρή ξύπνησε. Τότε η Καρολάιν πάνω στα νεύρα της έπιασε το μωρό με τα δυο της χέρια και το πέταξε με δύναμη μέσα στο λίκνο. Λέγοντας κάτι του στυλ σου είπα ότι δεν την θέλω εδώ. Πήρα αγκαλιά το μωρό και είπα στην Καρολάιν είσαι με τα καλά σου; Χτυπάς τη μικρή και αυτή μου απάντησε κάτι του στυλ «ότι γουστάρω θα κάνω, ότι θέλω θα κάνω». Πήρε την μικρή κάτω και κοιμήθηκε στον καναπέ. Το σκεφτόμουν και έλεγα από μέσα μου αν το έκανε αυτό τώρα που είμαι και εγώ μπροστά, αν λείπω, τι θα της κάνει, θα την σκοτώσει; Αυτό δεν μπορούσε να μου φύγει από το μυαλό».
«Συνέχισα να την κρατάω σφιχτά στην αγκαλιά μου μέχρι που κατάλαβα ότι σταμάτησε να κουνιέται»
Την τελευταία φορά που αποφάσισε να ανεβεί στη σοφίτα της μεζονέτας γράφτηκε και ο επίλογος. «Ανέβηκα ακόμη μία φορά στην κρεβατοκάμαρα για να κάνω μία τελευταία προσπάθεια. Ξάπλωσα δίπλα της και την πήρα αγκαλιά. Της είπα να πάρω τη μικρή και να ανέβουμε πάνω και αυτή μου απάντησε όχι μην φέρεις την μικρή δεν σας θέλω. Και ξεκίνησε να τινάζει το σώμα της για να φύγει από την αγκαλιά μου. Εγώ συνέχιζα να την κρατάω σφιχτά και της έλεγα ότι πρέπει η μικρή να ανέβει επάνω για να κοιμηθεί. Κάποια στιγμή όπως τιναζόταν το πρόσωπο της ήταν στο μαξιλάρι εννοώ δηλαδή ότι το στόμα της και η μύτη της ακουμπούσαν στο μαξιλάρι εγώ συνέχισα να την κρατάω σφιχτά στην αγκαλιά μου μέχρι που κατάλαβα ότι η Καρολάιν σταμάτησε να κουνιέται. Όλο αυτό πρέπει να κράτησε γύρω στα 5 λεπτά από την ώρα δηλαδή που την αγκάλιασα μέχρι την ώρα που σταμάτησε να κουνιέται. Τα έχασα. Προσπάθησα να την ξυπνήσω, την κούναγα, αλλά κατάλαβα ότι όλο αυτό που έκανα ήταν μάταιο. Κατέβηκα αμέσως στο σαλόνι να δω αν η μικρή ήταν καλά, είδα ότι κοιμόταν και ανέβηκα πάλι στην κρεβατοκάμαρα. Τότε συνειδητοποίησα τι είχε συμβεί. Έβαλα τα κλάματα και αμέσως σκέφτηκα την Λυδία που θα μεγαλώσει χωρίς τους γονείς της».
«Σκέφτηκα να εξαφανίσω το σώμα της»
Όπως περιέγραψε ο κατηγορούμενος εκείνη ήταν η στιγμή αποφάσισε να επιχειρήσει να «στήσει» το σκηνικό ληστείας γιατί δεν ήθελε να μεγαλώσει μόνο του το παιδί τους. «Σκέφτηκα να εξαφανίσω το σώμα της, αλλά κάτι τέτοιο μου ήταν αδύνατον να κάνω. Μόνο που την κοίταζα, έκλαιγα. Το επόμενο πράγμα που σκέφτηκα ήταν να πω ότι κάποιος άλλος το έκανε. Θα έλεγα στην αστυνομία ότι μπήκαν ληστές μέσα στο σπίτι. Βρισκόμουν σε πανικό. Δεν ήξερα τι να κάνω. Σκέφτηκα ότι για να φανεί πιο αληθοφανές και να πιστέψουν ότι μπήκαν αδίστακτοι ληστές, θα έπρεπε να κάνω κακό στο σκύλο. Κανένας δεν θα πίστευε ότι εγώ θα μπορούσα να κάνω κακό στο σκυλί. Με πόνο καρδιάς κρέμασα το λουρί του σκύλου στα κάγκελα της σκάλας. Δεν θυμάμαι την χρονολογική σειρά».
Η τελευταία κατάθεση του πιλότου
Στις 03.00 τα ξημερώματα, ο 32χρονος πιλότος περιέγραψε για ακόμα μια φορά στις Αρχές το πως σκότωσε την γυναίκα του.
«Η Καρολάιν κοιμόταν μπρούμυτα και η δεξιά πλευρά του προσώπου της ακουμπούσε στο μαξιλάρι. Ξάπλωσα δίπλα της προσπαθώντας να της πω ότι αυτό που έκανε με τη Λυδία ήταν παρά πολύ άσχημο. Αυτή δεν ήθελε ούτε να με ακούσει. Μου είπε να φύγω και εγώ και η Λυδία. Τότε όπως ήταν μπρούμυτα, πήγα από πάνω της, προσπαθώντας να την κάνω να με ακούσει. Αυτή τιναζόταν για να με πετάξει από πάνω της, αλλά όσο τιναζόταν, τόσο εγώ την πίεζα γιατί ήθελα να την κάνω να με ακούσει. Ενώ ήμασταν σε αυτή την κατάσταση, εγώ από πάνω της να την πιέζω και αυτή να τινάζεται, Το μπροστά μέρος του προσωπική δηλαδή το στόμα η μύτη και τα μάτια της κόλλησαν στο μαξιλάρι. Δεν θυμάμαι αν εκείνη τη στιγμή της πίεζα με τα χέρια μου το κεφάλι, νομίζω ότι με το βάρος του σώματος μου της πίεζα το κεφάλι. Όσο την πίεζε της είπα 2-3 φορές: “Τη μικρή δεν θα την ξαναχτυπήσει”. Αυτό όλο πρέπει να κράτησε κάνα πεντάλεπτο, μέχρι που κατάλαβα ότι η Καρολάιν είχε σταματήσει να κουνιέται» περιέγραψε στους αστυνομικούς ο κατηγορούμενος ο οποίος ισχυρίστηκε πως επιχείρησε να συνεφέρει την Καρολάιν αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Στη συνέχεια αποκάλυψε ότι χρησιμοποίησε τη φόρμα της 20χρονης που βρήκε στο κρεβάτι προκειμένου να τη δέσει, ενώ σχετικά με το δικό του «δέσιμο» περιέγραψε: «Θυμάμαι ότι έδεσα τα χέρια μου πίσω από τα πόδια μου. Έδεσα τα πόδια μου μεταξύ τους. Στη συνέχεια έδεσα τα πόδια μου στις τάβλες του κρεβατιού και τελευταία έδεσα τα χέρια μου πίσω από τα πόδια μου».