Βαριά ήταν η καμπάνα για του Τριμελές Εφετείου Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης για τους πέντε κατηγορούμενους που παραπέμφθηκαν σε δίκη για συμμετοχή σε ελληνοβουλγαρικό κύκλωμα το οποίο διέπραττε απάτες εις βάρος ηλικιωμένων με το πρόσχημα ότι συγγενικά τους πρόσωπα ενεπλάκησαν σε θανατηφόρα τροχαία.
Ύστερα από πολυήμερη ακροαματική διαδικασία το δικαστήριο, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, καταδίκασε δύο Βούλγαρους και δύο Έλληνες σε ποινές κάθειρξης 8 έως 11 ετών, καθώς τους έκρινε ένοχους για ένταξη σε εγκληματική οργάνωση και απάτες,(σε απόπειρα ή και τετελεσμένες).
Δεν τους αναγνώρισε κανένα ελαφρυντικό και μετά την ετυμηγορία επέστρεψαν στις φυλακές για την έκτιση των ποινών τους. Αντίθετα, ελαφρυντικό αναγνώρισε σε πέμπτο κατηγορούμενο που κρίθηκε ένοχος για πλημμεληματικές απάτες και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 4,5 ετών, ποινή η οποία ανεστάλη.
Από την έρευνα των διωκτικών Αρχών προέκυψε η εμπλοκή συνολικά είκοσι προσώπων, Ελλήνων και Βούλγαρων, οι περισσότεροι εκ ων οποίων φυγοδικούν. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, τα μέλη του κυκλώματος διέπραξαν σε διάστημα ενός έτους, κατά το 2019, δεκάδες απάτες, τετελεσμένες ή σε απόπειρα, απ’ άκρη εις άκρην της Βόρειας Ελλάδας, με τη «λεία» τους να υπολογίζεται σε 68.000 ευρώ, ενώ, επιπλέον αποπειράθηκαν να αποσπάσουν πάνω από 1 εκατ. ευρώ.
Πώς δρούσε το κύκλωμα
Το κουβάρι τα υπόθεσης άρχισε να ξετυλίγεται τον περασμένο Ιανουάριο όταν αστυνομικοί της Πιερίας συνέλαβαν στη Θεσσαλονίκη έναν 53χρονο Έλληνα στην κατοχή του οποίου βρέθηκαν 16.000 ευρώ σε μετρητά αλλά και κοσμήματα που είχε συγκεντρώσει από εξαπατημένους ηλικιωμένους και επρόκειτο να μεταφέρει στα ηγετικά στελέχη του κυκλώματος.
Όπως περιέγραψε αστυνομικός της Ασφάλειας Κατερίνης, καταθέτοντας στο δικαστήριο, τα ηγετικά στελέχη της οργάνωσης -που παραμένουν ασύλληπτα φαίνεται- ενεργούσαν από την γειτονική Βουλγαρία καλώντας από άγνωστους αριθμούς τηλεφώνου που παρέπεμπαν στην Ρουμανία. «Ζητούσαν χρήματα για να απαλλαγούν ποινικά οι δήθεν υπαίτιοι θανατηφόρων τροχαίων που άλλοτε ήταν τα εγγόνια των θυμάτων, και άλλοτε τα παιδιά ή τα ανίψια τους» κατέθεσε ο μάρτυρας αστυνομικός, προσθέτοντας ότι καλούσαν συνήθως πρωινές ώρες ή σε γιορτές, δείχνοντας προτίμηση σε μικρούς οικισμούς.
Αυτός που καλούσε «μιλούσε καλά ελληνικά αλλά με ξένη προφορά» και συνήθως δίπλα του βρίσκονταν δύο ακόμη άτομα, ένας άνδρας και μία γυναίκα, ανάλογα με την περίπτωση, όπως περιέγραψε ο ίδιος μάρτυρας. Το κύκλωμα διέθετε και τους λεγόμενους «εισπράκτορες» που συγκέντρωναν τα ποσά και ενίοτε εντόπιζαν υποψήφια θύματα. Μεταξύ αυτών φαίνεται πως ήταν ο 53χρονος συλληφθείς, που καταδικάστηκε σε 11ετή κάθειρξη, και απολογούμενος στο δικαστήριο αναγνώρισε τις απάτες που του καταλογίστηκαν.