Αλλαγές έχουν επέλθει στον «χάρτη» των οίκων ανοχής και στις πιάτσες των ιεροδούλων στην Αθήνα τη τελευταία διετία, εξέλιξη που αποδίδεται στην οικονομική κρίση, στην μεγαλύτερη αστυνόμευση, αλλά και στην επίδραση του ίντερνετ στον χώρο του αγοραίου έρωτα.
Παραδοσιακές συνοικίες με οίκους ανοχής όπως η Φυλής, η Λιοσίων, η Αχαρνών, η Καποδιστρίου, η Αγίου Κωνσταντίνου, αλλά και η πλατεία Μεταξουργείου έχουν παρακμάσει, ενώ σε γνωστές πιάτσες ιεροδούλων όπως η Ευριπίδου, η Αθηνάς, η Σοφοκλέους, η Αιόλου και η Ομόνοια η παρουσία των γνωστών «κοριτσιών» είναι πολύ μικρότερη. Στοιχεία δείχνουν πως τα «πεζοδρόμια» έχουν αλλάξει στέκια. Πλέον στα νότια προάστια εντοπίζονται οι πιο «προσοδοφόρες» πιάτσες, καθώς οι πελάτες είναι περισσότεροι και πληρώνουν καλύτερα.
Μια νύκτα, μια μαρτυρία
Κατεύθυνση προς Γλυφάδα στο ύψος του Φαλήρου αρχίζουν να διακρίνονται ανά τακτά διαστήματα γυναίκες που κάτι περιμένουν.
Η Νάντια, μελαχρινή και «χυμώδης», δεν είναι πάνω από 20 χρονών, ήρθε πριν έξι σχεδόν μήνες από την Ρουμανία. Συχνάζει στην Ποσειδώνος. «Η ταρίφα είναι 40 ευρώ στο πάρκινγκ και 60 ευρώ στο μοτέλ. Είναι πολλές κοπέλες εδώ, κατά κύριο λόγο βαλκάνιες, Βουλγαρία, Αλβανία, Ρουμανία. Είναι γεγονός πως Ελληνίδες συναντάς δύσκολα, μόνο μεγάλες γυναίκες, γύρω στα 50 που κινούνται στα πίσω στενά κοντά στο ξενοδοχείο», λέει βιαστικά ενώ κατευθύνεται προς το αυτοκίνητο του πελάτη που εμφανίστηκε.
«Είναι συχνοί οι έλεγχοι, σχεδόν κάθε βράδυ περνάει η αστυνομία, εδώ δεν έχει να κρυφτείς πρέπει να προσπαθήσεις να πείσεις πως κάτι άλλο περιμένεις», λέει η Χριστίνα από την Αλβανία σε άπταιστα ελληνικά. Τέσσερα χρόνια στην Ελλάδα κάνει αυτή τη δουλειά. Παλαιότερα δούλευε στο κέντρο των Αθηνών αλλά τα στέκια όπως σημειώνει μεταφέρονται όλο και προς τα νότια. «Στο κέντρο τα πράγματα είναι πιο άγρια. Άσε που εδώ έχει περισσότερη πελατεία. Το κέντρο πέθανε», λέει με κυνισμό.
Στην επόμενη γωνία συναντάμε άλλα δύο κορίτσια από την Ρουμανία, η μία δεν μιλάει καθόλου ελληνικά, το βλέμμα της άγριο, η διάθεση της εχθρική. Η δεύτερη είναι 6 χρόνια εδώ, έχει περάσει κι από την Θεσσαλονίκη και σιγά-σιγά κατέβηκε στην πρωτεύουσα. Στην δημοσιογραφική ιδιότητα είναι εξοικειωμένη «το κατάλαβα πως είσαι δημοσιογράφος, πες τι θες να ρωτήσεις αλλά γρήγορα».
Λίγο πιο κάτω βρίσκουμε την Ράνια, είναι Ελληνίδα γύρω στα 40 και ασκεί το επάγγελμα 19 χρόνια. Είναι πιο ομιλητική καθώς εκείνη τη στιγμή πελατεία δεν υπάρχει. «Δεν είναι ιδιαίτερα καινούργια πιάτσα η Ποσειδώνος, απλώς είναι καλύτερη πιάτσα, γι’ αυτό και έχει αυξηθεί ο αριθμός των γυναικών εδώ.» Εκτός από την αυξημένη προσφορά μας πληροφορεί πως υπάρχει και εξίσου έντονη ζήτηση. «Κι εσύ να κάτσεις για λίγη ώρα μόνη σου εδώ, κάποιος θα σταματήσει να σε ρωτήσει πόσο πάει», σημειώνει σχεδόν αστειευόμενη.
Τη ρωτούμε για τις φήμες που τον τελευταίο καιρό θέλουν γυναίκες της διπλανής πόρτας να εξαναγκάζονται να εκδοθούν λόγω κρίσης.«Το έχω ακούσει κι εγώ, δεν ξέρω αν ισχύει, αλλά ακόμα κι έτσι να είναι τις γυναίκες αυτές δεν θα τις συναντήσεις στο πεζοδρόμιο. Σε τέτοιου είδους περιπτώσεις το νταλαβέρι γίνεται σε πιο κλειστό κύκλο, σε σπίτια ή σε μέρη που δεν θα πήγαινε ο νους σου. Γίνεται με μια πιο έμμεση προσέγγιση»
Η ίδια διηγείται και μια νέα «εκδοχή» που την μεταφέρει ως φήμη και όχι ως βεβαιότητα. Αυτή θέλει γυναίκες της διπλανής πόρτας να εντοπίζουν πελάτες σε σταθμούς μετρό κι σε εμπορικά κέντρα. «Αυτό που άκουσα από πολλούς τον τελευταίο καιρό και με σόκαρε, ακόμα κι εμένα φαντάσου, είναι ότι γίνεται ψωνιστήρι στα εμπορικά κέντρα και στους σταθμούς του μετρό», σημειώνει.
Σε ερώτηση για φήμες που θέλουν νεαρά κορίτσια με εμφάνιση και χαρακτηριστικά που δεν ταιριάζουν σε καθαρόαιμες επαγγελματίες, να προσφέρονται ευκαιριακά για παρέα ακόμα και σε δρόμους του Κολωνακίου η Ράνια απαντά αρνητικά. «Τα 19 χρόνια που είναι στο επάγγελμα, στις επαρχιακές κυρίως πόλεις, έχω συναντήσει αρκετές φοιτήτριες που κάνουν αυτή τη δουλειά, όχι όμως στο πεζοδρόμιο, ούτε σε οίκους ανοχής. Ο προαγωγός- μεσάζοντας βρίσκει την πελατεία και η συνάντηση κανονίζεται σε πολυτελή σπίτια ή ξενοδοχεία», τονίζει με αποκαλυπτική διάθεση.
Για τα μέρη του κέντρου που είναι οι πιο «ενεργές» πιάτσες υποδεικνύει την Σωκράτους την Σόλωνος χαμηλά, την 3η Σεπτεμβρίου. «Έχει καθαρίσει η Ευριπίδου και η Σοφοκλέους. Σήμερα μάλλον θα βγούνε πιο αργά, έγινε επιχείρηση σκούπα και συλλάβανε τους μικροπωλητές οπότε φοβήθηκαν. Καλύτερα να χάσεις ένα μεροκάματο από το να την βγάλεις στο κρατητήριο», λέει αναφερόμενη εμμέσως και στις «αναποδιές» του επαγγέλματος.
Η επίπτωση της κρίσης
Η κρίση δεν έχει επιφέρει άλλη εμφανή αλλαγή στο επάγγελμα πέραν του ότι έχει εκλείψει πλέον από το πελατολόγιο η μεσαία τάξη. «Δεν μπορεί να ανταποκριθεί οικονομικά, μόνο το χαρτζιλίκι και ο λεφτάς έμειναν πια», σημειώνει η Ράνια.
Τη δική του εκδοχή για το πώς η κρίση έχει τροφοδοτήσει την πορνεία δίνει άτομο με πολυετή εργασιακή εμπειρία σε νυχτερινά κέντρα. Σύμφωνα με αυτόν οι Ελληνίδες ιερόδουλες έχουν μεταναστεύσει στην Γερμανία. «Οι πιάτσες μεταφέρονται ή επεκτείνονται πια όπου μυρίζει χρήμα και ανοχή των διωκτικών αρχών. Το ίδιο και οι οίκοι ανοχής και τα στούντιο», μας λέει. Ο ίδιος μας ενημερώνει για την νέα πιάτσα στους δρόμους πίσω από το Ωνάσειο.
Επιστρέφοντας στο κέντρο διαπιστώνουμε πως οι παρακείμενοι δρόμοι της Πλατείας Μεταξουργείου έχουν αρχίσει να γεμίζουν με σκιές. Σόλωνος Καποδιστρίου, Μάρνης, 28ης Οκτωβρίου μέχρι το σταθμό Βικτωρία, «κοπέλες» περιμένουν έξω από παλιά ξενοδοχεία, στα φανάρια της κάθε γωνίας ή ακουμπισμένες στα κάγκελα του πεζοδρομίου, αναμένοντας την νυχτερινή πελατεία. Στην Καποδιστρίου από την μία πλευρά εκδίδονται Αφρικανές, ενώ από την άλλη γυναίκες από τα βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη. Στην οδό Αισχύλου εκδίδονται νεαροί. Πιο κάτω από το Μεταξουργείο μέχρι και τον Κεραμεικό οι γυναίκες δεν κυκλοφορούν στα πεζοδρόμια.
Ο κ. Δημήτρης Σούφλας προϊστάμενος τους τμήματος οίκων ανοχής της διεύθυνσης εμπορίου και ανάπτυξης του δήμου Αθηναίων μας ενημερώνει ότι στην περιοχή του ιστορικού κέντρου των Αθηνών υπάρχουν σήμερα συνολικά 350 οίκοι ανοχής, στούντιο ή «κέντρα σωματικής ευεξίας». «Το πρόβλημα δεν είναι τόσο ο αριθμός, όσο το γεγονός πως στην πλειονότητά τους λειτουργούν παράνομα», αναφέρει. Στην ερώτησή μας ποιος ευθύνεται γι’ αυτό είναι κατηγορηματικός «Οι ελλείψεις του νόμου. Η προϋπόθεση για την αδειοδότηση ενός οίκου ανοχής είναι να βρίσκεται σε απόσταση 200 μέτρων μακριά από παιδικές χαρές, σχολεία, εκκλησίες, νοσοκομεία κλπ. Όπως αντιλαμβάνεστε στο πυκνοκατοικημένο κέντρο των Αθηνών το να απέχει ένα οίκημα 200 μέτρα από όλα τα προηγούμενα δεν είναι εφικτό, με αποτέλεσμα οι άδειες να μην χορηγούνται και όλοι αυτοί οι οίκοι να λειτουργούν παράνομα και ανεξέλεγκτα». Δηλώνει δε πως από τον Φεβρουάριο του 2012 ο Δήμος Αθηνών έχει καταθέσει πρόταση τροποποίησης του θεσμικού πλαισίου ζητώντας να μειωθεί η ορισμένη στα 200 μέτρα απόσταση που απαιτείται καθώς και να ισχυροποιηθούν οι ισχύουσες διατάξεις που αφορούν στα πρόστιμα. «Το αίτημα δυο χρόνια μετά δεν έχει εξεταστεί ακόμα. Το μόνο αισιόδοξο μήνυμα που προκύπτει από πλευράς νομοθεσίας, είναι η ισχυροποίηση των προστίμων σε περίπτωση παραβίασης σφραγισμένου οίκου. Η ποινή είναι πλέον 3 μήνες χωρίς αναστολή. Το μέλλον βέβαια θα δείξει αν κι αυτό μέτρο θα αποδειχτεί αποτελεσματικό», σημειώνει.
Η κ. Δήμητρα Κανελλοπούλου, πρόεδρος του σωματείου εκδιδομένων προσώπων Ελλάδας (Σ.Ε.Π.Ε) επιβεβαιώνει με την σειρά της την αναρχία που επικρατεί με τους παράνομους οίκους ανοχής. «Με όλα αυτά τα παράνομα χαμαιτυπεία που είναι δηλωμένα ως στούντιο και ως ινστιτούτα μασάζ έχει αυξηθεί ο αριθμός των αφροδίσιων νοσημάτων. Ο νόμος είναι ελλιπής και η πολιτεία δεν φροντίζει για την τροποποίηση του, γνωρίζοντας μάλιστα πως άμεσος αποδέκτης του προβλήματος είναι ο απλός πολίτης» λέει, θέλοντας να τονίσει τις αλυσιδωτές επιπτώσεις που επιφέρει στην υγεία χιλιάδων ανθρώπων η ανυπαρξία μέτρων προφύλαξης και ιατρικού ελέγχου. Το ίδιο μαρτυρεί κι ο κ. Νικολόπουλος πρόεδρος της Κίνησης Πολιτών Κέντρου Αθήνας (Κι.Πο.Κα.) διευκρινίζοντας μάλιστα πως ακόμα κι όταν οι παράνομοι οίκοι ανοχής σφραγίζονται από τον Δήμο, ανοίγουν την επόμενη μέρα.
Οι άλλες πρακτικές
Πηγές της αστυνομίας επιβεβαιώνουν πως εκατοντάδες νέες κοπέλες, που έχουν πέσει στα πλοκάμια του αγοραίου έρωτα, του trafficking ή των ναρκωτικών, βρίσκονται στον δρόμο, πουλώντας το κορμί τους έναντι χαμηλής αμοιβής. Οι ίδιες πηγές παραδέχονται πως σε σχέση με την προ κρίσης περίοδο, υπάρχει αύξηση του αριθμού των «γυναικών της διπλανής πόρτας» που αναγκάζονται να εκπορνευτούν για να βιοποριστούν. Ο εντοπισμός βέβαια των συγκεκριμένων κυκλωμάτων χαρακτηρίζεται ακόμα πιο δύσκολος μιας και ο κύκλος της εν λόγω εμπορίας είναι στενός και ιδιαιτέρως κλειστός.
Τέλος, «τζίρος» άγνωστου μεγέθους για την πορνεία προκύπτει και μέσα από ειδικά site τα οποία το τελευταίο διάστημα γίνονται όλο και πιο δημοφιλή. Μέσω αυτών κλείνονται συναντήσεις και προπληρώνονται «συνευρέσεις» με τρόπο που ξεπερνά τα παραδοσιακά πρότυπα…