Η 25η Ιουνίου του 2013 θα γραφτεί με χρυσά γράμματα στο ημερολόγιο της ζωής του Λάκη Γαβαλά. Σήμερα, ύστερα από σχεδόν 14 μήνες εγκλεισμού στις φυλακές για χρέη προς το Δημόσιο, ο εκκεντρικός σχεδιαστής θα αναπνεύσει και πάλι αέρα ελευθερίας. Το ίδιο και η αδελφή του, Νότα Γαβαλά.
Η δικαστική περιπέτεια του Λάκη Γαβαλά τελείωσε ουσιαστικά την Παρασκευή, όταν το Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων αποφάσισε την αποφυλάκισή του.
Το δικαστήριο επέβαλε ποινή κάθειρξης επτά ετών για τον επιχειρηματία και έξι ετών για την αδελφή του Νότα, αλλά με αναστολή, για την υπόθεση των χρεών τους προς το Δημόσιο.
Ο ιδρυτής της LAK και η αδερφή του αποφυλακίζονται με την καταβολή εγγύησης 2.000 ευρώ.
Ακόμα, τους επεβλήθη ο περιοριστικός όρος της εμφάνισης δύο φορές το μήνα στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής τους.
Το δικαστήριο τους έκρινε ενόχους με τα ελαφρυντικά του προτέρου εντίμου βίου και της επιδίωξης να άρουν τις συνέπειες της αξιόποινης πράξης τους, καθώς – όπως είναι γνωστό – έχουν προσφέρει στο δημόσιο ακίνητο στην Κάντζα Αττικής που υπερκαλύπτει τις οφειλές που έχουν στο ενεργητικό της εταιρείας τους.
Τρεις φορές του πέρασαν χειροπέδες
Ο γνωστός επιχειρηματίας συνελήφθη για πρώτη φορά τα ξημερώματα της 3ης Δεκεμβρίου του 2011 στο Κολωνάκι, για μη απόδοση ΦΠΑ, ύψους 1,48 εκ. ευρώ.
Οι άνδρες του ΣΔΟΕ τού πέρασαν χειροπέδες λίγο μετά την επιστροφή στο σπίτι του από νυχτερινό κέντρο, όπου διασκέδαζε με την παρέα του.
Τότε είχε οδηγηθεί στον 10ο τακτικό ανακριτή και δεν είχε προφυλακιστεί, αλλά είχε αφεθεί ελεύθερος μετά την απολογία του με περιοριστικούς όρους.
Η δεύτερη σύλληψη έγινε στις 26 Ιανουαρίου 2012 για χρέη προς το Δημόσιο ύψους 7.597.233,96 ευρώ.
Το δικαστήριο τον άφησε ελεύθερο και όρισε δικάσιμο για τις 9 Φεβρουαρίου, αφού το αδίκημα ήταν πλημμέλημα.
Ωστόσο, λίγες ώρες αργότερα, την ίδια μέρα, άνδρες της οικονομικής αστυνομίας του ξαναπέρασαν χειροπέδες στα χέρια για τρίτη φορά, καθώς συνελήφθη αυτή τη φορά για μη απόδοση ΦΠΑ για το 2011, συνολικού ύψους 150.000 ευρώ. Έκτοτε πήρε το δρόμο για τις φυλακές.
Η άνοδος και η πτώση
Ο Λάκης Γαβαλάς γεννήθηκε το 1952 και µεγάλωσε στον Πειραιά.
Ο πατέρας του είχε εργοστάσιο κοπής μαρμάρων με 200 άτομα προσωπικό.
Ο Λάκης Γαβαλάς τελείωσε την Ελληνογαλλική Σχολή St. Paul και, στα 20 χρόνια του, πήγε στην Ιταλία για σπουδές χορού. Εκεί, συνεργάστηκε µε την ιταλική τηλεόραση Rai και γνώρισε πολλούς σχεδιαστές και επώνυµους της εποχής. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα άνοιξε ένα μαγαζί στη Ρόδο με ρούχα από ιταλικές φίρμες που τα πουλούσε σε καλές τιμές.
Το επάγγελμα του εισαγωγέα επώνυμων ρούχων τον ανέδειξε σε μεγάλο επιχειρηματία στο χώρο της fashion business.
Στις αρχές του 1990, εισήγαγε εκτός από ρούχα, αξεσουάρ και είδη σπιτιού, με τον τζίρο της εταιρείας να αγγίζει το ποσό των 90 εκατομμυρίων δραχμών τον χρόνο.
Από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 ο Λάκης Γαβαλάς βρέθηκε να είναι ο ιδανικός εκφραστής της εκκεντρικής εποχής.
«Αν εσύ θεωρείς ότι εκκεντρικότητα είναι το να ντύνεται κάποιος τη μία γυναίκα και την άλλη μαϊμού, εγώ θα σου έλεγα ότι αυτό είναι απλώς επαγγελματισμός» εξηγούσε.
Ξένοι σχεδιαστές, μοντέλα και celebrities της εποχής συνωστίζονταν για να πάνε σε κάποιο από τα εξωφρενικά θεματικά καλοκαιρινά του πάρτι.
Στα τέλη του 2010 άρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα σύννεφα στην επιχειρηματική δραστηριότητα του Λάκη Γαβαλά. Η κακή διαχείριση των οικονομικών θεμάτων της εταιρείας του όσο και η μεγάλη κάμψη των λιανικών πωλήσεων ήταν δύο από τους βασικούς λόγους που έφεραν αυτή την αρνητική εξέλιξη.
Ο Λάκης Γαβαλάς ζήτησε τελικά την προστασία του άρθρου 99, σαν μια προσπάθεια να διαχειριστεί τα οικονομικά του ομίλου έχοντας προστασία από τους πιστωτές του.
Με βάση τον ισολογισμό της χρήσης 2009, η εταιρεία είχε κύκλο εργασιών 69,32 εκ. ευρώ έναντι 68,6 εκ. το 2008 και καθαρά κέρδη προ φόρων διαμορφώθηκαν σε 1,84 εκ. ευρώ από 4,4 εκ. το 2008.
Τα συνολικά δάνεια της εταιρείας ήταν 17,37 εκ. ευρώ, ενώ το σύνολο των υποχρεώσεων ανήλθε το 2009 σε 94,3 εκ. ευρώ.