Εξαρθρώθηκε, από την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, διεθνικού χαρακτήρα εγκληματική οργάνωση που δραστηριοποιούνταν συστηματικά στη διευκόλυνση της παράνομης εξόδου αλλοδαπών, από τη χώρα μας προς άλλες χώρες της Ευρώπης, μέσω του αεροδρομίου της Κω.
Σύμφωνα με ανακοίνωση της ΕΛΑΣ, σε επιχείρηση που πραγματοποιήθηκε πρωινές ώρες της 12ης Ιουλίου 2019, σε Αθήνα και Κω, συνελήφθησαν έξι άτομα, δυο αλλοδαποί και τέσσερις Έλληνες, μεταξύ των οποίων το ηγετικό στέλεχος της οργάνωσης καθώς και αστυνομικός, ο οποίος υπηρετεί στο Αστυνομικό Τμήμα Αερολιμένα Κω. Παράλληλα αναζητείται ακόμα ένας αλλοδαπός για την εμπλοκή του στην υπόθεση.
Σε βάρος των παραπάνω σχηματίστηκε δικογραφία κακουργηματικού χαρακτήρα για εγκληματική οργάνωση, πλαστογραφία, πλαστογραφία πιστοποιητικών κατά συναυτουργία και κατά συρροή, τις νομοθεσίες περί αλλοδαπών, πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και διατάξεις για τις σχέσεις κράτους –πολίτη, κατά περίπτωση.
Για την εξάρθρωση της εγκληματικής οργάνωσης, προηγήθηκε κατάλληλη αξιοποίηση πληροφορικών στοιχείων και χρήση ειδικών ανακριτικών τεχνικών, από τη συνδυαστική έρευνα και ανάλυση των οποίων προέκυψε ότι τα μέλη της ενώθηκαν με σκοπό τη διάπραξη κακουργηματικών πράξεων, τουλάχιστον από τον Απρίλιο του 2018.
Ηγετικό ρόλο στην εγκληματική οργάνωση είχε 36χρονος αλλοδαπός, με έδρα την περιοχή του κέντρου της Αθήνας, ο οποίος εντόπιζε τους προς διακίνηση αλλοδαπούς στην περιοχή της Αττικής ενώ περαιτέρω συντόνιζε και οργάνωνε τα στάδια της διακίνησής τους. Τα υπόλοιπα μέλη της οργάνωσης είχαν έδρα την Κω, απ’ όπου οι διακινούμενοι αλλοδαποί επιβιβάζονταν σε αεροπορικές απευθείας πτήσεις για χώρες της Ευρώπης.
Πιο αναλυτικά, ο αρχηγός της εγκληματικής οργάνωσης αρχικά αναζητούσε, σε συνεννόηση με 29χρονο ομοεθνή του, μέλος της οργάνωσης στην Κω, δρομολόγια πλοίων από Πειραιά προς Κω και αεροπορικές πτήσεις για να επιβιβάσουν τους διακινούμενους αλλοδαπούς.
Στη συνέχεια προμηθευόταν ακτοπλοϊκά και αεροπορικά εισιτήρια από ταξιδιωτικό γραφείο, παρέδιδε στους αλλοδαπούς πλαστά ταξιδιωτικά έγγραφα ή απροσδιορίστου προέλευσης γνήσια, με τις φωτογραφίες των οποίων προσομοίαζαν οι προς διακίνηση αλλοδαποί και με ταξί οδηγούνταν στο λιμάνι του Πειραιά, προκειμένου αναχωρήσουν για Κω.
Για το είδος των εγγράφων (ιταλικά, ισπανικά, ελβετικά διαβατήρια, αυστριακές, ιταλικές, βέλγικες ταυτότητες κ.α.) υπήρχε προηγούμενη συνεννόηση με τον ομοεθνή του στην Κω, ο οποίος ενημέρωνε σχετικά τον εμπλεκόμενο στην υπόθεση αστυνομικό.
Κατά την άφιξη τους στην Κω οι αλλοδαποί παραλαμβάνονταν από 21χρονο ομοεθνή τους ή από τον 29χρονο, οι οποίοι φρόντιζαν περαιτέρω όλες τις λεπτομέρειες μέχρι και την είσοδο τους στο αεροπλάνο.
Συγκεκριμένα επιμελούνταν παρεμβάσεις στην εξωτερική εμφάνιση των διακινούμενων, ώστε να προσομοιάζουν με ευρωπαίους πολίτες, έδιναν οδηγίες και κατευθύνσεις για τη διαδικασία που έπρεπε να ακολουθήσουν από την είσοδο στον αερολιμένα μέχρι και την επιβίβαση στο αεροσκάφος και τους συμβούλευαν να κυκλοφορούν σε δυάδες ή άντρας με γυναίκα ώστε να προσομοιάζουν σε ζευγάρι. Η μεταφορά τους στον αερολιμένα γινόταν με ταξί ή λεωφορείο, χωρίς ωστόσο τη συνοδεία των διακινητών.
Ενδεικτικό του επαγγελματισμού της οργάνωσης είναι ότι στην προσπάθειά τους οι διακινούμενοι αλλοδαποί να έχουν όσο το δυνατόν περισσότερο εξωτερικά φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά με πολίτες χωρών της Ευρώπης, χρησιμοποιούσαν ακόμα και «μέικ απ».
Καθοριστικός για την επίτευξη των στόχων της οργάνωσης ήταν ο ρόλος του αστυνομικού, καθώς είχε αναλάβει πλήθος επιμέρους δράσεων, όπως την επιλογή της καταλληλότερης πτήσης, τον οπτικό έλεγχο των διακινούμενων και των εγγράφων που έφεραν καθώς και στην τελική «έγκριση» της αεροπορικής πτήσης που θα επέλεγε η εγκληματική οργάνωση για τη διακίνηση.
Παράλληλα, λόγω της θέσης του, εκτελούσε ανά διαστήματα καθήκοντα διαβατηριακού ελέγχου και ενημέρωνε σχετικά την εγκληματική οργάνωση, ώστε να επιλέγει τις καταλληλότερες πτήσεις, οι οποίες «συνέπιπταν» στις περισσότερες περιπτώσεις με το ωράριο εργασίας του αστυνομικού.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα μέλη της οργάνωσης λάμβαναν ιδιαίτερα μέτρα προφύλαξης, ενώ στις μεταξύ τους επικοινωνίες χρησιμοποιούσαν κινητά τηλέφωνα και κάρτες SIM, που άλλαζαν συχνά, καταχωρημένες σε ονόματα ανύπαρκτων αλλοδαπών (ghostnumbers, κάρτες του κιλού).
Επιπλέον, ο 36χρονος και ο 29χρονος συνήθως δεν συμμετείχαν ενεργά στην πραγμάτωση των επιμέρους εγκληματικών πράξεων (μεταφορά και συνοδεία στο λιμάνι του Πειραιά, παραλαβή από το λιμάνι της Κω, μεταφορά στα ξενοδοχεία, μεταφορά στον αερολιμένα της Κω κλπ).
Η εγκληματική οργάνωση για κάθε επιτυχημένη διακίνηση, ακόμα και αν ο διακινούμενος αλλοδαπός συλλαμβάνονταν στην χώρα άφιξης, λάμβανε από (4.500) έως (6.000) ευρώ, τα οποία καταβάλλονταν από τους διακινούμενους αλλοδαπούς προκαταβολικά και εξ’ ολοκλήρου.
Τα μέλη της εγκληματικής ομάδας διακινούσαν ποσά τόσο μέσω των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων της χώρας μας, όσο και μέσω καταστημάτων «WESTERN UNION».
Σε έρευνες που πραγματοποιήθηκαν βρέθηκαν και κατασχέθηκαν πλήθος εγγράφων, κινητών τηλεφώνων και καρτών sim, πλαστά διαβατήρια αλλοδαπών υπηκόων και το χρηματικό ποσό των (11.570) ευρώ.
Οι συλληφθέντες, με τη δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος τους, οδηγήθηκαν την 13η Ιουλίου 2019 στον κ. Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών και παραπέμφθηκαν σε κύρια ανάκριση.
Από το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας έχει κινηθεί ήδη η διοικητική διαδικασία για τον συλληφθέντα αστυνομικό, στο πλαίσιο της πειθαρχικής δικαιοδοσίας.