«Είμαι αθώα» φώναξε βγαίνοντας από την αίθουσα του Μικτού Ορκωτού Εφετείου η 51χρονη η οποία κρίθηκε ένοχη για την δολοφονία του συζύγου της πριν από επτά χρόνια, στο Αιγάλεω. Στο άκουσμα της απόφασης του δικαστηρίου, που της επέβαλε κάθειρξη 15 ετών και επιπλέον 10 μηνών, η γυναίκα ξέσπασε σε κλάματα ενώ επιτέθηκε λεκτικά στην πεθερά της η οποία από την πρώτη στιγμή θεωρούσε ότι η νύφη της ευθύνεται για την εν ψυχρώ δολοφονία του γιου της.
Η 51χρονη μετά την απόφαση του δικαστηρίου οδηγείται για πρώτη φορά στη φυλακή , επτά χρόνια μετά το έγκλημα, καθώς το πρωτοβάθμιο δικαστήριο αν και την είχε κρίνει ένοχη, με το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου, της είχε επιβάλλει κάθειρξη 20 ετών, με αναστολή.
Το Εφετείου αναγνώρισε στην 51χρονη το ελαφρυντικό του σύννομου πρότερου βίου, ενώ απέρριψε το αίτημα της υπεράσπισης για αναγνώριση και αυτού της καλής διαγωγής μετά την πράξη.
Στο πλευρό της 51χρονης τα παιδιά της, με το γιο της να κάνει λόγο για λανθασμένη απόφαση της δικαιοσύνης. «Εμείς ήμασταν εκείνο το βράδυ στο σπίτι, ξέρουμε τι έχει γίνει και η μητέρα μας είναι αθώα» ανέφερε χαρακτηριστικά ο νεαρός.
Νωρίτερα, η εισαγγελέας της έδρας ζήτησε την ενοχή της κατηγορουμένης εκφράζοντας την πεποίθηση πως είχε προμελετήσει το έγκλημα και χρησιμοποίησε το όπλο του συζύγου της καθώς ήταν εξοικειωμένη με αυτό.
«Ήταν αμετανόητη. Κατηύθυνε τα περιστατικά με τέτοιο τρόπο ώστε να δημιουργήσει αμφιβολίες στον περίγυρό της. Στους συγγενείς για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν είχε αποκαλύψει ότι ο σύζυγός της δολοφονήθηκε από το δικό του όπλο » είπε η εισαγγελική λειτουργός υπογραμμίζοντας πως η κατηγορούμενη γνώριζε ότι ο μόνος τρόπος για να σκοτώσει το σύζυγο της ήταν την ώρα που κοιμόταν.
Η 51χρονη βρέθηκε ενώπιον της δικαιοσύνης τρία χρόνια μετά το έγκλημα. Αρχικά είχε αρνηθεί την εμπλοκή της στη δολοφονία υποστηρίζοντας ότι κάποιος είχε εισβάλει στο σπίτι της οικογένειας και πυροβόλησε το σύζυγο της.
Στη συνέχεια ισχυρίστηκε πως η ίδια επιχείρησε να μετακινήσει το όπλο του 44χρονου με αποτέλεσμα αυτό να εκπυρσοκροτήσει κατά λάθος. Ενώπιον του Εφετείου επέμεινε στην αρχική της εκδοχή ενώ σύμφωνα με τα στοιχεία της δικογραφίας, πάνω στο φονικό όπλο δεν βρέθηκαν αποτυπώματα της αλλά των δύο ανήλικων τότε παιδιών της.
«Είμαι αθώα και αυτό θέλω να το καταλάβει και το δικαστήριο, η Δικαιοσύνη. Είμαι αθώα, δεν έχω να πω τίποτα άλλο», είχε πει στην απολογία της, η κατηγορούμενη προσθέτοντας: «Δεν υπάρχει τίποτα που να κατηγορούμαι, δεν υπάρχει DNA, δεν υπάρχει πυρίτιδα». Ο μικρός γιος της κατηγορουμένης είναι ο μόνος που άκουσε τον πυροβολισμό και είδε τον πατέρα του νεκρό, πάνω στο κρεβάτι μέσα σε μία λίμνη αίματος. Όπως ισχυρίζεται, το μοιραίο βράδυ κοιμόταν μαζί με τη μητέρα του και θεωρεί αδύνατο να σκότωσε εκείνη τον πατέρα τους.
Σύμφωνα με την κατηγορία η κατηγορουμένη τα ξημερώματα της 22ας Ιουνίου 2012, όταν βεβαιώθηκε ότι οι γιοι της και ο σύζυγός της είχαν αποκοιμηθεί, πήρε το όπλο που βρισκόταν στο προσκέφαλο του άτυχου 44χρονου, το έστρεψε εναντίον του και πάτησε τη σκανδάλη. Στη συνέχεια πέταξε το όπλο κάτω από τον καναπέ του σαλονιού και ξάπλωσε στο κρεβάτι του γιου της, προσποιούμενη ότι μόλις είχε ξυπνήσει από τον κρότο.